Τετάρτη 24 Απριλίου 2013

ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΖΗΤΗΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΛΑΤΡΕΙΑΣ ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΚΑΡΔΙΑΣ



ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΖΗΤΗΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΛΑΤΡΕΙΑΣ ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΚΑΡΔΙΑΣ



ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΖΗΤΗΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΛΑΤΡΕΙΑΣ ΤΗΣ
Ι Ε Ρ Α Σ    Κ Α Ρ Δ Ι Α Σ
Ιερομόναχος   Άινταν Κέλλερ
Ρωσική Ορθόδοξη Εκκλησία εκτός Ρωσσίας (ROCOR)
αναθεωρηθέν Μάρτιο 2008μ.Χ.©
Μετάφραση-επιμέλεια-σχολιασμός (ΜΕ ΚΟΚΚΙΝΟ ΧΡΩΜΑ) υπό Μπαρλά Κωνσταντίνου,
θεολόγου-κατηχητή-καθηγητού ξένων γλωσσών-ερευνητή και συγγραφέα.
Αγρίνιο Αιτωλ/νίας 2013μ.Χ.
 
Αββάς Γκετέ
   Αρχικώς γραμμένο για ένα κυριακάτικο φυλλάδιο, το ακόλουθο άρθρο έλαβε λίγες τελειωτικές πινελιές τον Μάρτιο του 2008, όταν δημοσιεύτηκε στο Occidentalis group (Δυτική ομάδα), η μεγαλύτερη διαδικτυακή ομάδα για θέματα Δυτικού τυπικού στην Ορθόδοξη Εκκλησία. Μεγάλο μέρος της ανάλυσης και πολλές απ’ τις παραπομπές έγιναν αρχικά σ’ ένα άρθρο από το Ρώσο Ορθόδοξο ιερομόναχο Vladimir Guettee (Βλαδίμηρος Γκετέ), έναν πολύ αξιοσέβαστο Ρωμαιοκαθολικό ιστορικό κι ιερέα γνωστό ως ο “Αββάς Γκετέ” πριν τη μεταστροφή του στην Αγία Ορθοδοξία  στα τέλη του 19ου αιώνα.
(ΤΑ ΟΣΑ ΘΑ ΔΙΑΒΑΣΕΤΕ ΠΑΡΑΚΑΤΩ ΕΙΝΑΙ ΒΛΑΣΦΗΜΑ ΚΙ ΑΡΡΩΣΤΗΜΕΝΑ! ΔΕΙΧΝΟΥΝ ΤΗΝ ΚΑΤΑΝΤΙΑ ΤΩΝ ΑΙΡΕΤΙΚΩΝ ΠΟΥ ΑΠΟΜΑΚΡΥΝΘΗΚΑΝ ΑΠΟ ΤΗΝ ΜΙΑ ΚΑΙ ΜΟΝΑΔΙΚΗ ΑΛΗΘΕΙΑ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ.)
 
    Η λατρεία στην Ιερά Καρδία του Ιησού είναι κάτι δημοφιλές στη σημερινή Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία. Συχνά βλέπωμε απεικονίσεις της Καρδιάς, και στα ρωμαιοκαθολικά προσευχητάρια υπάρχουν προσευχές προς αυτήν, και καθιερώσεις ανθρώπων και τόπων στην Καρδιά. Ονομάζεται το “Δώρο του Θεού για την εποχή μας.” Τι είναι αυτό το δώρο;
     Η λατρεία στην Καρδιά πρωτοεμφανίστηκε στη δεκαετία του 1600 μ.Χ.  υπό την αιγίδα του τάγματος των Ιησουιτών το οποίο επιζητούσε να τονίσει την ανθρωπότητα του Χριστού.
Αυτό αποτελούσε μέρος της εκστρατείας τους να κάνουν τον Χριστιανισμό λιγότερο απαιτητικό, λιγότερο ‹άλλον›, περισσότερο προσιτό. Για να χαλκεύσουν τον καινούριο τους ‘’ελάχιστο Χριστιανισμό’’, Ιησουΐτες θεολόγοι, για παράδειγμα, προσπάθησαν ν’αποδείξουν πως για να λάβει άφεση ένας αμαρτωλός, αρκεί μόνο να φοβάται την κόλαση ή να μετανιώνει για τις συνέπειες των αμαρτιών του. Οι επονομαζόμενοι  Γιανσενιστές, απ’ την άλλη, με άλλους που υποστήριζαν την Καθολική   πρακτική, αντέκρουσαν την ιησουϊτική διδασκαλία, λέγοντας ότι είναι η αγάπη του Θεού που πρέπει να ωθεί τους μετανοούντες να έλθουν στην εξομολόγηση. Ενώ οι Ιησουΐτες δάσκαλοι συζητούσαν πόσο συχνά είναι απαραίτητο ν’ αγαπάς το Θεό, ένας ιησουΐτης θεολόγος της εποχής κατέληξε ότι είναι αρκετό εάν ένα πρόσωπο αγαπήσει το Θεό μια φορά πριν πεθάνει, ο Ορθόδοξος Χριστιανισμός  αφορά την πληρότητα της ζωής εν Χριστώ και σπανίως ενδιαφέρεται  για το ποιο θα ’ταν το απόλυτο ελάχιστο για να κατορθώσεις τη σωτηρία. Η φόρμα (τύπος) που προέκυψε από την προσφάτως χαλκευμένη λατρεία  στην ανθρωπινότητα του Ιησού έτσι όπως κατέστη δημοφιλής από τους Ιησουΐτες επίσης εξετράπη των ορίων του Ορθοδόξου δόγματος. Γνωρίζωμε ότι υπήρξαν επτά Οικουμενικές Σύνοδοι της Εκκλησίας, απ’ των οποίων τη δογματική διδασκαλία δεν γίνεται ν’ απομακρυνθείς. Η Σύνοδος της Εφέσου (431μ.Χ.), απαντώντας στις διδασκαλίες του Νεστόριου, του αιρετικού Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως, δίδαξε ότι ο Λόγος, το δεύτερο Πρόσωπο της Τριάδος, ενανθρώπησε -ότι έλαβε ανθρώπινο σώμα κι ανθρώπινη ψυχή-ότι εμφανίστηκε στον κόσμο με το όνομα “Ιησούς”, κι  υπό τον τίτλο “Χριστός”. Έτσι, υπάρχει μόνο ένα Πρόσωπο του Ιησού Χριστού, κι αυτό το Πρόσωπο πρέπει να προσκυνείται  λατρευτικά, έτσι όπως αποδίδεται λατρεία στον παντοδύναμο Θεό (σ’αντίθεση με τους αγίους στους οποίους αποδίδεται τιμητική προσκύνηση κι όχι λατρευτική που είναι μόνο για το Θεό).Ο Νεστόριος, εντούτοις, επιχείρησε  να διαχωρίσει την τιμή που αποδίδεται στην ανθρωπότητα του Χριστού απ’ αυτή που αποδίδονταν στην Θεότητά Του. Έτσι, ο Νεστόριος είχε πει σ’ ένα χριστουγεννιάτικο κήρυγμα στην Κωνσταντινούπολη ότι ήταν υποτιμητικό γι’ αυτόν να λατρεύει ένα μωρό!
   Ο Άγιος Αθανάσιος Αλεξανδρείας  επισήμανε τη σφαλερότητα της λατρείας του σώματος του Χριστού χωριστά, μ’ αυτές τις λέξεις: “Δεν λατρεύουμε ένα κτιστό πράγμα, αλλά τον  Άρχοντα των κτιστών πραγμάτων, το Λόγο του Θεού που ενσαρκώθηκε. Αν κι η σάρκα αυτή καθεαυτή, θεωρούμενη ξεχωριστά, αποτελεί μέρος των κτιστών πραγμάτων, όμως έχει γίνει το σώμα του Θεού.  Δεν λατρεύωμε αυτό το σώμα έχοντάς το ξεχωρίσει απ’ το Λόγο. Ομοίως, δεν διαχωρίζουμε το Λόγο απ ’το σώμα όταν επιθυμούμε να Τον λατρεύσουμε. Αλλά ξέροντας πως ‹‹ο Λόγος σαρξ εγένετο››, αναγνωρίζουμε το Λόγο υπάρχοντα εν σαρκί ως Θεό.” (Επιστολή προς Αδέλφιο,παράγρ.3)
  Όσοι λατρεύουν την Ιερά Καρδία λατρεύουν με μια μοναδική λατρεία ολόκληρο το Πρόσωπο του Χριστού, ή πραγματικά  λατρεύουν το σώμα Του ξεχωριστά; Πώς προέκυψε αυτή η λατρευτική πρακτική;
Εικόνα ορθοδοξοποιημένη με την ‘’ιερή καρδιά’’!!!   Ο πρώτος θεολόγος που δίδαξε αυτή τη λατρευτική πρακτική ήταν ο Ιησουΐτης ιερέας Λα Κολομπιέρ (La Colombiere-πέθανε το 1682μ.Χ.). Ήταν ο εξομολόγος μιας αδελφής  του τάγματος της Επίσκεψης [το Τάγμα της Επίσκεψης της Παναγίας ιδρύθηκε το 1610μ.Χ. στη Γαλλία από τον “άγιο”  Φράνσις ντε Σαλ (Francis de Sales)  και την “αγία”  Ζαν Φράνσις ντε Σαντάλ (Jeanne Francis de Chantal). Είναι γυναικείο. Επίσης ονομάζονται Σιλεσιανές  Αδελφές απ ’το όνομα του ενός απ’τους ιδρυτές] που ονομάζονταν Μαρί Αλακόκ (+1690),η οποία, είπε αυτός, τον είχε ενημερώσει για μια σειρά αποκαλύψεων που είχε λάβει, αποκαλύψεις που  πέρασαν απ ’τα γραπτά του σε Ιησουιτικές  εκδόσεις και στο βίο της αδελφής Μαρίας που εκδόθηκε απ’ τον  Λανγκέ (Languet) , ιησουΐτη επίσκοπο της Σουασόνης (Soissons). Όταν ο Λανγκέ εξέδωσε το Βίο της, προκάλεσε τέτοια αναστάτωση και σκάνδαλο που αυτός κι ο αδελφός του προσπάθησαν να κρύψουν όλα τ’ αντίγραφα. Αλλά ήταν πολύ αργά· κάποια είχαν ήδη πουληθεί και βγήκε και μια ιταλική μετάφραση. Ο πάπας Κλήμης 14ος την καταδίκασε το 1772.
Τι ήταν αυτά τα οράματα που τόσο σκανδάλισαν τον ρωμαιοκαθολικό κλήρο  και τους πιστούς το 18ο αιώνα;
Η Μαρία Αλακόκ ισχυρίστηκε ότι η λατρεία στην ιερή καρδιά της αποκαλύφθηκε απ’ τον ίδιο τον Ιησού Χριστό κατά τον ακόλουθο τρόπο. Μια μέρα καθώς βρισκόταν  εν προσευχή ενώπιον του  Ευλογημένου  Μυστηρίου (το “σώμα κι αίμα Κυρίου” των παπικών), ήρθε ο Ιησούς και της έδειξε την καρδιά Του, κι είπε πως επιθυμούσε η Παρασκευή μετά την εορτή του  Corpus  Christi [(=σώμα Χριστού)-παπική γιορτή όπου λιτανεύονται και προσκυνούνται  το σώμα κι αίμα Κυρίου, ονομάζεται και γιορτή της Αγίας Δωρεάς, ξεκίνησε το 13ο αιώνα μ.Χ.  ] ν’ αφιερωθεί στη λατρεία της καρδιάς Του, “για την αγάπη που μου είχε δώσει”. “Απευθύνσου”, μου είπε, “στον δούλο Μου, τον  ιησουΐτη πατέρα  Λα Κολομπιέρ· πες του να εργαστεί  για  Μένα όσο σκληρότερα  μπορεί  ώστε να εγκαθιδρύσει αυτή τη γιορτή, για να δώσει ευχαρίστηση στην καρδιά μου. “Η Μαρί παρέδωσε αυτό το  μήνυμα προσθέτοντας,” Ο Ιησούς Χριστός τρέφει μεγάλες ελπίδες για την  Εταιρία σας (των Ιησουιτών δηλαδή).”
Έπειτα οι αποκαλύψεις αυξήθηκαν. Η  αδελφή  Μαρί πέρασε ολόκληρες νύχτες  με “ερωτικές  συνομιλίες με τον αγαπημένο της  Ιησού.” Μια  μέρα, της επέτρεψε να γείρει το κεφάλι  της πάνω στο στήθος  Του και ζήτησε την καρδιά της. Αυτή αποδέχτηκε. Αυτός αφαίρεσε  την καρδιά της απ’ το στήθος της, την τοποθέτησε πάνω στη δική Του και μετά την ξανάβαλε στο στήθος της. Από τότε  ένιωθε έναν συνεχή πόνο από εκείνη την πλευρά, απ’ όπου  είχε αφαιρεθεί η καρδιά της και ξανατοποθετηθεί. Ο Ιησούς της είπε να αιμορραγεί (να κάνει φλεβοτομία δηλαδή) όταν ο πόνος γίνονταν υπερβολικά μεγάλος.
Η Μαρί Αλακόκ έδωσε την καρδιά της στον Ιησού μ’ ένα  υλικό έγγραφο, μια πράξη(συμφωνητικό),την οποία  υπέγραψε με το ίδιο της το αίμα. Σ’ αντάλλαγμα, ο Ιησούς της έδωσε μια πράξη (έγγραφο)  που την διόριζε ως την κληρονόμο της καρδιάς του από το παρόν μέχρι την αιωνιότητα (αν είναι δυνατόν να ορίζει ο Θεάνθρωπος  Κύριος Μας Ιησούς Χριστός έναν  άνθρωπο ως  κληρονόμο  συγκεκριμένου σημείου του σώματος  Του! Δεν της αρκούσε η μετάληψη του ίδιου του  Ιησού  Χριστού  ΟΛΟΚΛΗΡΟΥ στην θεία κοινωνία, αφού κι οι πλανεμένοι ρωμαιοκαθολικοί δέχονται πως στη θεία κοινωνία υπάρχει πραγματικά ο Ιησούς Χριστός; Αντιφατικά πράγματα σκοτισμένων νόων!). “Μην είσαι τσιγγούνα μ’ αυτή (την καρδιά δηλαδή),” της είπε, “Σου επιτρέπω να τη διαθέσεις όπως επιθυμείς, και θα είσαι άθυρμα (παιχνίδι) για την καλή μου ευχαρίστηση.” Με το που άκουσε αυτά τα λόγια, η αδελφή Μαρί πήρε ένα σουγιά και χάραξε το όνομα του  Ιησού στην σάρκα του στήθους της “με μεγάλα και βαθιά γράμματα”.
Ο Βίος (της Μαρί Αλακόκ) του επισκόπου Λανγκέ εδράζεται πάνω στην  “υπόσχεση γάμου”ΜΑΡΙΑ ΑΛΑΚΟΚ που έγινε  μεταξύ Ιησού και της αδελφής Μαρίας , πάνω “στους αρραβώνες τους και στους γάμους τους”. (Στην πραγματικότητα, οι όροι  που χρησιμοποιεί είναι υπερβολικά παραστατικοί για να τυπωθούν σ΄ ένα άρθρο που πρόκειται να διαβαστεί από χριστιανούς.)
Ο Λανγκέ  επίσης αναφέρει πως την πρώτη Παρασκευή κάθε μήνα  οι πόνοι στην πλευρά της αδελφής Μαρίας (Αλακόκ) ήταν τόσο οξείς που έβαζε και  της έκαναν φλεβοτομή (για να αιμορραγήσει και να βγει το αίμα).Από τότε που συνέβη αυτό από το 1674μ.Χ. έως το 1690 μ.Χ., είχε αιμορραγήσει 192 φορές προς τιμήν της Ιερής Καρδιάς, πιστεύοντας πως υπάκουε στις ρητές διαταγές του Χριστού.
Οι  Ιησουΐτες χρησιμοποίησαν την εκστρατεία τους διάδοσης της γιορτής της ιερής καρδιάς ως ένα μέσο για να διαδώσουν κι άλλες από τις διδασκαλίες τους, συμπεριλαμβανομένης της Άσπιλης Σύλληψης της Παρθένου Μαρίας. Η αδελφή Μαρία Αλακόκ φιλοδοξούσε επίσης να σπείρει τους σπόρους αυτής της δοξασίας: ότι η Θεομήτωρ συνελήφθη μ’ έναν τρόπο πέρα απ’ την ανθρώπινη εμπειρία. Επίσης επέμενε αυτοί που ήταν εντός του κύκλου επιρροής της να καταπίνουν μικρές λωρίδες χαρτιού με σχετικά μηνύματα γραμμένα πάνω τους.
“Υποσχέθηκες,” έγραψε στον αδερφό της, έναν ιερέα, “πως θα παίρνεις τα σημειώματα που σου στέλνω, ένα κάθε μέρα, με άδειο στομάχι, κι ότι θα λες εννιά  λειτουργίες ,σ’ εννιά Κυριακές, προς τιμήν της Ασπίλου Συλλήψεως (της Παρθένου Μαρίας) και όσο το δυνατόν περισσότερες λειτουργίες του Πάθους (δεν κατάφερα να βρω τι εννοεί “λειτουργία του Πάθους”,αλλά  εικάζω πως έτσι ονόμαζαν τις λειτουργίες που τελούνταν Παρασκευή), σ’ εννιά Παρασκευές, προς τιμήν της Ιεράς Καρδίας. Πιστεύω πως κανείς απ’ αυτούς που θα είναι ιδιαίτερα αφιερωμένοι σ’ αυτήν δεν θα χαθεί.”
Μετά απ’ αυτές τις δυνατές διαφημιστικές εκστρατείες ,ζητήθηκε από τη Σύναξη Ιεροτελεστιών της Ρώμης (ασχολούνταν με λειτουργικά θέματα κι αγιοκατατάξεις) να καθιερώσει μια εορτή της Ιερής Καρδίας, αίτηση η οποία απερρίφθει το 1697 (υπήρχαν σ’ αυτή την επιτροπή και λογικοί άνθρωποι και μόλις εξέτασαν όλη αυτή την αρρωστημένη υπόθεση την απέρριψαν).Τριάντα χρόνια το Τάγμα (ιησουιτών) περίμενε, χρησιμοποιώντας εικόνες,μετάλια,βιβλιαράκια,απεικονίσεις,ιστορίες,κηρύγματα,αδελφότητες και παραινέσεις στην εξομολόγηση για να προωθήσουν την ευλάβεια στην Ιερή Καρδιά.
Το 1727 και το 1729, δύο επιπλέον αιτήσεις για μια γιορτή της Ιεράς Καρδίας υπεβλήθησαν. Ο  Προωθητής της Πίστης (γνωστός κι ως “συνήγορος του διαβόλου” ,αξίωμα στην ρωμαιοκαθολική εκκλησία, εξέταζε τα στοιχεία σχετικά με τις αγιοποιήσεις κι ήταν συχνά αρνητικός) για την Σύναξη (τη σχετική με αγιοποιήσεις) εκείνη την εποχή ονομάζονταν  Πρόσπερο  ΤΟ ΟΡΑΜΑ ΤΗΣ ΜΑΡΙΑΣ ΑΛΑΛΟΚΛαμπερτίνι (Prospero Lambertini). Ήταν ένας μορφωμένος άνθρωπος  και δεν πολύ υποστήριζε τα Ιησουιτικά προγράμματα κι απέρριψε τις αιτήσεις. Στο  έργο του “Περί αγιοκατατάξεων”, ο  Λαμπερτίνι μας άφησε μια διήγηση της υπόθεσης. “Εάν κάποιος απαιτεί μια γιορτή για την Ιερή Καρδιά του Ιησού,” απορεί, “γιατί να μη ζητήσει επίσης και μία για την Ιερή Πλευρά ή τα Ιερά Μάτια του Ιησού; Ή ακόμα και για την Καρδιά της  Ευλογημένης Παρθένου!;” Ο Πρόσπερο Λαμπερτίνι έγινε αργότερα  ο λόγιος Πάπας Βενέδικτος 16ος. Λίγο θα μπορούσε να προβλέψει πως αυτό που γνώριζε πως ήταν τόσο παράλογο, θα επηρέαζε μετά απ’ αυτόν ολόκληρη τη ρωμαιοκαθολική εκκλησία. Τον 19ο  αιώνα, η Ρωμαϊκή εκκλησία καθιέρωσε μια ευλάβεια στην Ιερή Καρδιά της Μαρίας κι ακόμη θέσπισε μια εόρτιο ημέρα προς τιμήν της.
Παρατηρήθηκε πως η καινούρια ευλάβεια στην ιερή καρδιά δεν ευνοήθηκε απ’ τη Ρώμη κι απορρίφθηκε απ’ τον Βενέδικτο 16ο. Αλλά στο τέλος του 18ου αιώνος ο Πάπας Κλήμης 13ος , φίλος των ιησουιτών, προσπάθησε ν’αντιστρέψει την αρνητική στάση της Ρώμης με τ’ ακόλουθα μέσα. Έβαλε κάποιους Πολωνούς επισκόπους να του γράψουν μερικές επιστολές που τον εκλιπαρούσαν να εγκρίνει τη γιορτή κι ισχυρίστηκε ότι  είχε λάβει μια επιστολή της ίδιας σπουδαιότητας από τον Φίλιππο 5ο ,το βασιλιά της Ισπανίας. Ωστόσο ,ο βασιλιάς προειδοποιήθηκε κι έκανε δημοσίως γνωστό πως η επιστολή του ήταν εντελώς πλαστή. Οι Ιησουΐτες, ο Πάπας κι ο υπουργός του Πάπα, ο Τορρετζιάνι ενεπλάκησαν  σ’ αυτή την πρόστυχη υπόθεση. Ως αποτέλεσμα, το 1765, ο Κλήμης 13ος  ενέκρινε μια εόρτιο ημέρα προς τιμή της καρδιάς του Ιησού. Δεν τόλμησε να εγκρίνει γιορτή της σωματικής (υλικής) καρδιάς, αλλά της συμβολικής καρδιάς του Ιησού, ως συμβόλου της αγάπης του Σωτήρα για την ανθρωπότητα (στην Ορθόδοξη Εκκλησία όλα είναι υποστατικά, δεν νοείται  γιορτή αφιερωμένη σε σύμβολα ή σε ξέχωρες ιδιότητες του Θεού, π.χ. την αγάπη Του κλπ., γιορτάζουμε συγκεκριμένα ιστορικά γεγονότα, γι’αυτό και δεν έχουμε για παράδειγμα γιορτή αφιερωμένη στον Θεό-Πατέρα) . Όντως, σύντομα μετά, όταν κάποιος Γάλλος επίσκοπος ερμήνευσε τη γιορτή ως τιμή στην υλική (βιολογική) καρδιά του Ιησού, η Ρώμη επενέβη. Ο κανονολόγος  Μπλάζι (Blasi) δημοσίευσε μια διατριβή το 1771 για ν’αποδείξει ότι  η λατρεία της σωματικής καρδιάς δεν ήταν εγκεκριμένη κι ο Πάπας Πίος 6ος  δήλωσε το ίδιο.
Η σιωπηλότητα της Παπικής αυλής στη Ρώμη ήταν τελικά αδύναμη ενάντια στην παλίρροια της λαϊκής ρωμαιοκαθολικής ευλάβειας. Η πλειοψηφία των ρωμαιοκαθολικών επισκόπων  εξέδωσε ποιμαντικές επιστολές για να καθιερώσει τη λατρεία της Ιερής Καρδιάς, κατονομάζοντας τη σωματική καρδιά ως το αντικείμενο της λατρείας. Συνετέθησαν ακολουθίες κι εισήχθησαν στα ευχολόγια και τις ιερές συνόψεις κι ευλάβειες με προσευχητάρια αφθονούσαν. Οι απολογητές της γιορτής προσπάθησαν να την απαλλάξουν απ’ τις κατηγορίες για Νεστοριανισμό (ο Νεστόριος τιμούσε τον Ιησού ως άνθρωπο μ’ ένα τρόπο και τον Ιησού ως Θεό μ’ έναν άλλο· η Πίστη μας διδάσκει πως πρέπει να λατρεύουμε τον Ιησού Χριστό ως ένα Πρόσωπο μαζί ανθρώπινο και θεϊκό, όχι  ως το ένα ή το άλλο ξεχωριστά). Οι απολογητές υποστήριζαν ότι λάτρευαν την καρδιά  για χάρη της ένωσής της με τη Θεότητα. Αυτό που ξέχασαν ήταν ότι ο Νεστόριος ο ίδιος, όταν στριμώχτηκε στη Σύνοδο της Εφέσου, επίσης ισχυρίστηκε ότι “λάτρευε  αυτό που ήταν ορατό για χάρη εκείνου που ήταν κρυμμένο.”
Ο ΄ΑΓΙΟΣ΄ ΚΟΛΟΜΠΙΕΡTέτοιες λεπτολογίες δεν μπορούσαν ν’αποκρύψουν πως η αρχική ευλάβεια ήταν μια πραγματική λατρεία της σωματικής καρδιάς. Ο ιησουΐτης π. Γκαλιφέ (Galifet) έγραψε : “Είναι ζήτημα της καρδιάς του Ιησού Χριστού στην κύρια και σαφή έννοια της και δεν είναι με κανένα τρόπο μεταφορική. Ο Ιησούς Χριστός μιλάει για την κυριολεκτική καρδιά Του (στις ‘αποκαλύψεις’ της Αδελφής Μαργαρίτας Μαίρης)· αυτό φαίνεται από την πράξη Του να αποκαλύψει την καρδιά Του και να τη δείξει…Να λοιπόν το χειροπιαστό αντικείμενο της λατρείας…” Προσπάθησε να νομιμοποιήσει τη λατρεία της καρδιάς αναζητώντας ένα προηγούμενο στη γιορτή του Σώματος του Χριστού (Corpus Christi).΄Το  μόνο και  κύριο αντικείμενο της Εορτής του Σώματος Χριστού είναι η σάρκα του Ιησού Χριστού· απ’ αυτό πρέπει να συναχθεί το συμπέρασμα ότι η γιορτή δεν συνεστήθη στην πραγματικότητα για τιμήσει το Πρόσωπο του Ιησού Χριστού, αλλά για να τιμήσει τη σάρκα Του, το σώμα Του, το αίμα Του, αφού ούτε η Θεότητά Του ούτε το Πρόσωπό Του είναι το επίσημο αντικείμενο αυτής της γιορτής.΄
Στο τέλος, αυτοί οι ενδοιασμοί κι αντεπιθέσεις σε (ρωμαιο)καθολικούς κύκλους κατεστάθησαν ουσιαστικώς απηρχαιομένες από μια απλή πράξη του Βατικανού. Ο Πάπας Πίος 9ος  αγιοποίησε την Αδελφή Μαργαρίτα Μαρία Αλακόκ. Δεν υπήρχε καμιά αμφιβολία στο πως προτίθονταν να τιμάει την Καρδιά, έτσι δεν υπήρχε πλέον καμιά σκέψη ότι η Ιερή Καρδιά θα μπορούσε να περιοριστεί σ’ ένα σύμβολο της αγάπης του Θεού. Οι ΄παλμοί΄ της, οι ΄διαστολές΄ της, οι ΄χτύποι της στα ουράνια΄, λατρεύονταν, όπως και σήμερα από τους ρωμαιοκαθολικούς. Ο ιστορικός πατήρ Ρενέ Φρανσουά Γκεττέ, στο απολογητικό(πολεμικό) έργο του “Η Αιρετική Παπωσύνη”, παρατηρεί πως ξεχωρίζοντας για λατρεία όχι μόνο το ανθρώπινο σώμα του Χριστού εν αντιθέσει μ’ ολόκληρο το Πρόσωπό Του, αλλά την καρδιά σ’ αντίθεση με το υπόλοιπο του σώματός Του, μια πλάνη ακόμα χειρότερη κι απ’ αυτή του Νεστόριου επινοήθηκε. Μπορούμε να παρατηρήσουμε ότι ήταν ο ίδιος ο  Πίος 9ος  που εξέδωσε κι άλλους επίσημους ρωμαιοκαθολικούς κανόνες (φόρμουλες-τύπους) που αντιμάχονται τις Ορθόδοξες Χριστιανικές παραδόσεις Ανατολής και Δύσης. Αυτός επίσημα δίδαξε α) την Άσπιλη Σύλληψη Μαρίας β) το θείο δίκαιο της Ρωμαϊκής εκκλησίας να χρησιμοποιεί ένοπλη βία και γ) το Παπικό αλάθητο.
Πολλοί στην Αμερική είναι προσήλυτοι στην Ορθόδοξη Πίστη και  μπορεί να διατηρούν εικόνες της Ιεράς Καρδίας στα σπίτια τους, κυριολεκτικά ως αποσκευές από τις μέρες πριν γίνουν Ορθόδοξοι. Επίσης, καλοπροαίρετοι φίλοι μπορεί να δίνουν προσευχητικά φυλλάδια κι εικόνες της Ιεράς Καρδίας ως δώρα. Οι πιστοί θα πρέπει ν’ αντικαταστήσουν όλες αυτές τις απεικονίσεις με γνήσιες Ορθόδοξες εικόνες. Δεν θα πρέπει να τοποθετούν εικόνες της Ιεράς Καρδίας ή οποιεσδήποτε άλλες μη-ορθόδοξες εικόνες στα εικονοστάσια τους.

(Για ν’αποφύγουμε παρεξηγήσεις και πλάνες ν’αναφέρουμε εδώ πως η (συμβολική) ορθόδοξη εικόνα της Παναγίας με τα 7 σπαθιά δεν έχει ουδεμία σχέση με την παπική εικόνα της Καρδιάς της Θεοτόκου, αλλά σχετίζεται με την προφητεία του αγίου Συμεών Θεοδόχου που καταγράφει ο ευαγγελιστής Λουκάς (2:35):‹ καί σού δέ αυτής τήν ψυχήν διελεύσεται ρομφαία…› και αναφέρεται στον πόνο που θα ένοιωθε η Παναγία κατά τη στιγμή του χωρισμού από τον αγαπημένο της Υιό, όταν μπροστά στα μάτια της Τον εσταύρωσαν.)

 

ΜΕΤΑΣΤΡΟΦΕΣ - ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΣΤΗΝ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ



Επιστροφές ετεροδόξων στην Ορθοδοξία



 
Επιστροφές ετεροδόξων
στην Ορθοδοξία *
του Ιερομονάχου π. Αλεξίου Καρακαληνού

 
      Ο Χριστός είναι «το φως το αληθινόν, το φωτίζον πάντα άνθρωπον ερχόμενον εις τον κόσμον». Και όπως ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος σημειώνει: «Η Χάρις εις πάντας εκκέχυται· ουκ Ιουδαίον, ουκ Έλληνα, ου βάρβαρον, ου Σκύθην, ουκ ελεύθερον, ου δούλον αποστρεφομένη· πάντας ομοίως προσιεμένη (προσεγγίζουσα) και μετά της ίσης τιμής».

Αν και σήμερα κάποια έθνη έχουν διαφορετικό όνομα, ο Χριστός συνεχίζει το έργο Του, της σωτηρίας των ανθρώπων, προσκαλώντας στην Ορθόδοξη Εκκλησία πολλούς, που ανετράφησαν μέσα σε κοινότητες ετερο-Ορθοδόξων Χριστιανών. Οι περιπτώσεις τους είναι ποικίλες και ομοιάζουν – αν τις συνθέσει κανείς – με ένα πολύχρωμο χαλί από τους θαυμαστούς τρόπους της Θείας Χάριτος και το μυστήριο της ανθρωπίνης καρδιάς.

Υπάρχουν πολλές αιτίες για τις οποίες κάποιος, που ανήκει σε μια ετερόδοξη ομολογία, έρχεται στην Ορθοδοξία. Αλλά ο πιό σημαντικός παράγων είναι πάντα η παρουσία της Θείας Χάριτος, η οποία δρα κατά ποικίλους τρόπους, αγγίζοντας την ψυχή κάθε ανθρώπου, που είναι δεκτικός φωτισμού, και οδηγώντας τον να αναζητήσει την αλήθεια. Μετά, εκείνος πωλεί ό,τι έχει στην κατοχή του, με σκοπό να αποκτήσει τον «πολύτιμο μαργαρίτη», την Ορθόδοξη πίστη μας.

Από το πολύ έλεος του Θεού, η Θεία Χάρις άγγιξε και την ιδική μου ψυχή οδηγώντας με αρχικά στην Ορθόδοξη Εκκλησία και τελικά στο Άγιον Όρος, αν και μεγάλωσα σε μια μικρή προτεσταντική κοινότητα, σε μια επίσης μικρή πόλη των ΗΠΑ, όπου ούτε ποτέ συνάντησα μια Ορθόδοξη ενορία, ούτε ποτέ είχα οποιαδήποτε επαφή με κάποιον Ορθόδοξο χριστιανό. Όταν ήμουν νέος είχα διδαχθή ότι όλες οι χριστιανικές ομολογίες ήταν βασικά ίδιες, και ότι οι διαφορές μεταξύ τους ήταν ασήμαντες. Παρόλα αυτά η πείρα με έκανε να θέσω υπό κρίση αυτή την κεντρική διδασκαλία της Οικουμενιστικής Κινήσεως.

Όταν ήμουν 14 ετών και παρακολουθούσα το μάθημα του κατηχητικού σχολείου σε ένα ναό των Μεθοδιστών, συγκεκριμένα στο ναό όπου ο παππούς μου ήταν παλαιότερα ο πάστορας, έκανα στον κατηχητή μου την εξής ερώτηση: «Γιατί πρέπει να είμαι Μεθοδιστής και όχι Ρωμαιοκαθολικός ή Πρεσβυτεριανός ή Βαπτιστής; Πώς μπορώ να ξέρω ότι οι Μεθοδιστές έχουν την αλήθεια;». Ο κατηχητής μου, όμως, δεν μου έδωσε ικανοποιητική απάντηση, και από τότε άρχισε η μακρά μου πορεία αναζητήσεως της Αληθείας.

Τώρα βλέπω ότι ο δικός μου δρόμος της αναζητήσεως είχε πολλά κοινά σημεία με εκείνα άλλων αναζητητών, οι οποίοι επίσης κατέληξαν από την ετεροδοξία στην Ορθοδοξία, και θα ήθελα να σκιαγραφήσω κατ’ αρχήν τους κύριους λόγους – λίγο πολύ κοινούς – για τους οποίους κάποιος ετερόδοξος προσέρχεται στην Ορθοδοξία. Και, κατά δεύτερον λόγον, να επισημάνω μερικές συνέπειες που έχει αυτή η μεταστροφή του στην Ορθοδοξία όσον αφορά στην εμπλοκή μας στην Οικουμενιστική Κίνηση. Λόγω ελλείψεως χρόνου δεν μπορώ να παρουσιάσω πολλά παραδείγματα, τα οποία θα περιληφθούν στα Πρακτικά του Συνεδρίου.

Στους περισσότερους ανθρώπους που προσέρχονται στην Ορθοδοξία, εμού συμπεριλαμβανομένου, διακρίνομε τα ιδιάζοντα χαρακτηριστικά εκείνα, που απαντώνται σε όσους έλαβαν το δώρο της μετανοίας. Αυτά είναι η συντετριμμένη και τεταπεινωμένη καρδία, μία ειλημένη απόφασις να βρει κανείς οπωσδήποτε την αλήθεια ανεξαρτήτως κόστους, ένα ταπεινό φρόνημα, που του επιτρέπει να δει την ζωή από μια άλλη οπτική γωνία, μια διάθεσις να κάνει συγκρίσεις μεταξύ εκείνου που είχε και αυτού που ανακαλύπτει και, τελικά, μια σταθερή απόφαση να αλλάξει ζωή.

Είναι ο «πόνος της καρδιάς» εκείνο που καθιστά ικανούς τους ετεροδόξους να μην εμπιστεύονται πλέον την ιδική τους λογική, τις ιδικές τους απόψεις και τα ιδικά τους συναισθήματα, ώστε να μπορούν πλέον να λαμβάνουν σοβαρά υπ’ όψιν τους τους ισχυρισμούς της Ορθοδόξου Εκκλησίας, να ασκούν κριτική επάνω στα ιδικά τους πιστεύω και να διερωτώνται για το τι έχει μεγαλύτερη αξία στην ζωή.

Ο Αββάς Βαρσανούφιος ο Μέγας λέγει ότι «χωρίς τον κόπο της καρδιάς, κανείς δεν αποκτά την διάκριση των λογισμών». Αυτό ισχύει και για κάθε μορφή διακρίσεως. Οι δοκιμασίες, οι θλίψεις καί οι πειρασμοί, που φέρνουν πόνο στην καρδιά, είναι μεταξύ των μεγαλυτέρων ευεργεσιών του Θεού, επειδή δημιουργούν τις κατάλληλες προϋποθέσεις ώστε να λάβει χώρα ένας προβληματισμός, μια αναθεώρηση των θέσεων και, ενδεχομένως, μια στροφή προς την Ορθοδοξία.

Για τους πρώην Ευαγγελικούς, οι οποίοι ενεπλάκησαν στην ιεραποστολική οργάνωση «Cambridge Crusade» (Καίμπριντζ Κρουσέϊντ), η αποτυχία τους να προσηλυτίσουν σταθερά ανθρώπους στην πίστη του Χριστού, τους έκανε να αναρωτηθούν για την αξία της υπάρξεως αυτής της οργανώσεως, πράγμα πού τους οδήγησε στην αναζήτηση της Εκκλησίας της Καινής Διαθήκης, μια αναζήτηση η οποία έληξε το 1987 με την είσοδό τους στην Ορθοδοξία.

Σε άλλους, η ίδια η συνάντηση με την Ορθοδοξία επιφέρει μια κρίση, η οποία τους κάνει να διερωτώνται για την αλήθεια των πιστεύω τους. Έχει υπάρξει ένας αριθμός προσηλύτων στην Ορθοδοξία, που άρχισαν την πορεία τους προς αυτήν κατά αρνητικό τρόπο, προσπαθώντας δηλαδή να αποδείξουν ότι η Ορθοδοξία έχει λάθος. Ένας τέτοιος ήταν ο Θ. Α., ο οποίος αν και μεγάλωσε μέσα σε ένα ελληνορθόδοξο περιβάλλον, αργότερα στο Λύκειο ενεπλάκη σε προτεσταντικές ομάδες και προσηλυτίστηκε. Για να μπορέσει ο ίδιος να μεταστρέψει τους Ορθοδόξους, αλλά και να πεισθεί ο ίδιος ότι η Ορθοδοξία είναι λανθασμένη, άρχισε να μελετά βιβλία σχετικά με την Ορθοδοξία. Το αποτέλεσμα ήταν ακριβώς το αντίθετο. Πείσθηκε ο ίδιος ότι η Ορθοδοξία κατέχει την αλήθεια.

Άπαξ τώρα και έχει κάποιος ταπεινά αποδεχθεί την Ορθόδοξη Εκκλησία σαν τον Θεανθρώπινο θεσμό, που έχει την μόνη αυθεντία στην ζωή, όσον αφορά στην σωτηρία του, η μετάβαση από την συγκατάθεση της καρδιάς στην πρακτική επιστροφή στην αληθινή πίστη απαιτεί και μιαν άλλη αρετή, την οποία ο άγιος Κλήμης, ο επίσκοπος Ρώμης, ονομάζει: «ισχύν αφοσιώσεως και σκοπού». Η επίγνωση ότι τίποτε δεν είναι πιο σπουδαίο από το να εισέλθει κανείς στην Εκκλησία και να αγωνισθεί να επιτύχει αυτόν το σκοπό, είναι αναγκαία για εκείνον που αναζητά την Εκκλησία, ώστε να υπερπηδήσει τα εμπόδια, που το πονηρό πνεύμα σίγουρα θα προσπαθήσει να του φέρει στον δρόμο του.

Μπορούμε να δούμε αυτή την δύναμη της αφοσιώσεως σε πολλούς από εκείνους, που προσέρχονται στην Ορθοδοξία. Θυμάμαι ότι, μετά από μελέτη έξι μηνών κάθε διαθεσίμου Ορθοδόξου βιβλίου στην βιβλιοθήκη του Πανεπιστημίου του Σικάγο, και πριν ακόμη επισκεφθώ κάποια Ορθόδοξη ενορία, είπα στον εαυτό μου: «Θα κάνω ό,τι είναι απαραίτητο για να γίνω Ορθόδοξος, ακόμη και αν χρειασθεί να αλλάξω υπηκοότητα και να γίνω Ρώσσος ή Έλληνας, ή να μάθω Ρωσσικά ή Ελληνικά». Τελικά, σε κάποιο βαθμό, κατέληξα να έχω κάνει και τα δύο.

Όσο σπουδαίο, όμως, και να είναι να αναζητά κανείς ταπεινά την Αλήθεια με συντετριμμένη καρδιά, και να υποτάσσεται σ’ Αυτήν εθελοντικά, ο κύριος παράγων σε μια μεταστροφή προς την Ορθοδοξία είναι η Θεία Χάρις. Ο άγιος Αθανάσιος ο Μέγας, στο έργο του «Περί Ενανθρωπήσεως», αναφέρει τα εξής: «Ο Σωτήρ ενεργεί εις τους ανθρώπους τόσον μεγάλα, και καθημερινώς πείθει αοράτως να προσέλθουν εις την πίστιν Του και να υπακούουν όλοι εις την ιδικήν Του διδασκαλίαν, τόσον μέγα πλήθος από όλα τα μέρη...». Και ενώ, σύμφωνα με τους Πατέρες της Εκκλησίας, η Χάρις δεν ενεργεί στον άνθρωπο στο βάθος της ψυχής του πριν από το Βάπτισμα, εν τούτοις η Χάρις μπορεί να κινεί τον αβάπτιστο προς το αγαθόν, ενεργούσα έξωθεν της καρδιάς.

Βέβαια η Χάρις ενεργεί κατά μια πλειάδα τρόπων στις ψυχές, που είναι δεκτικές της αληθείας. Σε μερικές περιπτώσεις είναι ένα κατάλληλο βιβλίο, που πέφτει στα σωστά χέρια στον κατάλληλο καιρό. Κατά το πρώτο μου έτος στο Κολλέγιο διάβασα τους «Αδελφούς Καραμαζώφ», και έμεινα κατάπληκτος από την ομορφιά ενός Χριστιανισμού, που δεν είχα συναντήσει ποτέ πριν. Εκείνη ήταν η περίοδος που για πρώτη φορά συνειδητά ερχόμουν προς την Ορθοδοξία. Σε άλλους προσηλύτους ήταν η μελέτη της Εκκλησιαστικής ιστορίας, εκείνη που τους έφερε στα πρόθυρα της Εκκλησίας.

Εκτός όμως από την μελέτη, πολλοί έχουν αισθανθεί την έλξη της Χάριτος και κατά την παραμονή τους στις ιερές ακολουθίες. Άλλοι πάλι κάποτε μπήκαν επιπόλαια σε έναν Ορθόδοξο ναό και αιχμαλωτίσθηκαν από την ομορφιά και χάρη των αγιογραφιών. Όταν πρωτοεισήλθα σε έναν Ορθόδοξο ναό και είδα την εικόνα του Χριστού, και άκουσα τον ιερέα να εκφωνεί: «Εαυτούς και αλλήλους και πάσαν την ζωήν ημών, Χριστώ τω Θεώ παραθώμεθα (ας παραθέσωμε)», κατάλαβα ότι είχα βρει τον τόπο μου και, επί πλέον, την Εκκλησία, που έψαχνα εκ νεότητός μου.

Είναι αληθές επίσης ότι κάθε προσήλυτος στην Ορθοδοξία έχει την αίσθηση ότι ξυπνά σαν από βαθύ ύπνο, από την Χάρη του Χριστού, κατά τον έναν ή τον άλλον τρόπο. Σαν τον άσωτο υιό έρχεται στον εαυτό του, κάνει την σύγκριση μεταξύ του οίκου του Πατρός του και του αμαρτωλού τόπου, όπου ζει, και παίρνει την απόφαση να γυρίσει πίσω στο σπίτι.

Μερικοί συγκρίνουν την τάξη, την συγκρότηση της Ορθοδοξίας με την σύγχυση, που επικρατεί στους κόλπους του Προτεσταντισμού. Άλλοι αντιπαραθέτουν την ιστορική συνέχεια της Ορθοδοξίας, προς την έλλειψη της ιστορικής συνεχείας στον σύγχρονο Προτεσταντισμό. Άλλοι τονίζουν την παρουσία στην Ορθοδοξία εργαλείων και μέσων, για να καταπολεμήσει κανείς την αμαρτία, και την απουσία τους στις ετερόδοξες Ομολογίες. Συγκρίνουν, αντιπαραθέτουν και αποφασίζουν.

Έτσι τελικά το πρόσωπο που προέρχεται από μια άλλη Ομολογία, συμπληρώνει την κατήχησή του και, με την Χάρη του Θεού, βαπτίζεται στην Αγία Ορθόδοξη Εκκλησία. Από το σημείο αυτό και μετά δεν πρέπει να έχει σημασία για κάποιον, που εισέρχεται στην Εκκλησία, το τι ήταν πριν, γιατί, κατά τον άγιο Ιλαρίωνα, εκείνο που είναι το μόνο σπουδαίο και σωτήριο για αυτόν είναι ότι, γινόμενος μέλος της Εκκλησίας, ήδη έγινε μέλος του Σώματος του Χριστού. Από την στιγμή αυτή του Βαπτίσματος, η διαδικασία της μεταστροφής συνεχίζεται πια σαν ζωή μετανοίας μέσα στην Εκκλησία.

Ό,τι είχε συμβεί κατά την διαδικασία μεταστροφής κάποιου στην Ορθοδοξία, πόνος καρδιακός, ταπεινή αναζήτηση του θελήματος του Θεού, και μια αποφασιστικότης να γίνεται εις το εξής το θέλημα του Θεού, θα πρέπει να συνεχισθεί μέσα στην Εκκλησία, κατά την ζωή της μετανοίας. Επειδή η ζωή της μετανοίας είναι και αυτή μια ζωή αναζητήσεως, κάθε στιγμή, του θελήματος του Θεού στην ζωή μας. Και όπως είναι μεγάλη αμαρτία το να κάνομε κάτι, που θα εμποδίσει την μετάνοια κάποιου άλλου, έτσι είναι μεγάλη αμαρτία να εμποδίσομε την προσέλευση κάποιου στην Ορθοδοξία, είτε με την απρόσεκτη ζωή μας, είτε με τις πράξεις μας, είτε με τα λόγια μας.

Ένας Οικουμενισμός, λοιπόν, που προσποιείται ότι οι πραγματικές διαφορές μεταξύ Ορθοδοξίας και ετεροδοξίας είναι ασήμαντες, περιπίπτει πράγματι σε ένα τέτοιο φοβερό αμάρτημα, και διότι αρνείται την αλήθεια, την οποία τόσοι πολλοί πρώην ετερόδοξοι Χριστιανοί αγωνίστηκαν πολύ για να την βρουν, και διότι προσπαθεί να κλείσει την πόρτα σε όσους ακόμη την αναζητούν. Δεν πρέπει να μας παραπλανήσει η χαμογελαστή μάσκα του Οικουμενισμού. Ο Οικουμενισμός είναι αντίθετος σε κάθε βήμα κάποιου που ψάχνει την Αλήθεια και επιδιώκει την ένταξή του μέσα στην Εκκλησία του Χριστού. Ο Οικουμενισμός ενθαρρύνει το αίσθημα, που πηγάζει από μία, κατ’ επίφαση, ενότητα και όχι από την κατάνυξη και την ζωή της μετανοίας. Αποθαρρύνει την αναζήτηση της Αληθείας, έμμεσα παραδεχόμενος την ύπαρξη και αποδοχή του ψεύδους.

Ο Οικουμενισμός δεν διακατέχεται από την ταπείνωση, που επιτρέπει να ακουστεί και μια διαφορετική από την ιδική του φωνή, ειδικά όταν αυτή αποκαλύπτει το ψεύδος του. Ο Οικουμενισμός επιτρέπει συγκρίσεις, αλλά όχι συμπεράσματα, που να καταδεικνύουν ότι κάποια Χριστιανική παράδοση, σε αντίθεση με κάποια άλλη ή άλλες, είναι πιο γνήσια. Τελικά ο Οικουμενισμός αποθαρρύνει οποιαδήποτε αποφασιστική ενέργεια, η οποία θα αντιτίθεται στους επιδιωκόμενους σκοπούς του. Κατ’ αλήθειαν τα λόγια του Χριστού προς τους Φαρισαίους έχουν εφαρμογή για τους οικουμενιστές: «Ουαί ημίν Γραμματείς και Φαρισαίοι υποκριταί, ότι κλείετε την βασιλείαν των ουρανών έμπροσθεν των ανθρώπων· υμείς γαρ ουκ εισέρχεσθε, ουδέ τους εισερχομένους αφίετε εισελθείν».

Ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος συμβουλεύει κάθε έναν από εμάς, πώς να βοηθήσομε όσους ευρίσκονται έξω από την Εκκλησία, λέγοντας για εκείνον που είναι εκτός Εκκλησίας: «Δεν μπορείς να κάνεις θαύματα και να τον πείσεις; Με αυτά που έχεις ήδη, να προσπαθήσεις να τον πείσεις. Δηλαδή, με την φιλανθρωπία, με την προστασία, με την ημερότητα, με τον καλό τρόπο, και με όλα τα άλλα». Με άλλα λόγια χρειάζεται να προσεγγίσομε τους ετεροδόξους με εκείνη την φιλοξενία και αγάπη, που είναι χαρακτηριστική στην Ορθοδοξία.

Ο δρόμος της επιστροφής δεν είναι καθόλου εύκολος, και όσοι αγωνίζονται μόνοι τους χρειάζονται την βοήθειά μας, την υποστήριξή μας και την αγάπη μας. Συγχρόνως, όμως, πρέπει να διατηρήσομε τον σκληρό λόγο της αληθείας, έστω και αν αυτό είναι επώδυνο. Η αλήθεια ότι η Ορθόδοξη Εκκλησία είναι η μόνη κιβωτός της σωτηρίας, είναι «ο πολύτιμος ακρογωνιαίος μας λίθος, ο εκλεκτός, ο έντιμος», ο οποίος πάντα υπήρξε και πάντα θα υπάρχει «λίθος προσκόμματος και πέτρα σκανδάλου».

Δεν πρέπει να μας εκπλήσσει το γεγονός ότι εκείνοι οι πρώην ετερόδοξοι, που έχουν προσχωρήσει στην Ορθοδοξία, είναι οι μεγαλύτεροι αντίπαλοι του Οικουμενισμού. Για τους Οικουμενιστές, οι προσήλυτοι στην Ορθοδοξία είναι καθαρά ένας «κόλαφος», αφού η ίδια μεταστροφή τους καταδεικνύει την ανυπαρξία μέσου χώρου μεταξύ της Εκκλησίας και των Ομολογιών. Για τους προσηλύτους, η συμμετοχή τους στον Οικουμενισμό θα σημαίνει την εκπλήρωση του ρητού: «ώσπερ κύων όταν επέλθη επί τον εαυτού έμετον και μισητός γένηται, ούτως άφρων τη εαυτού κακία αναστρέψας επί την εαυτού αμαρτίαν».

Οι προσήλυτοι είναι βαθειά οικείοι με την πνευματική ασθένεια, που προκαλείται στις ετερόδοξες κοινότητες από την απιστία στην διδασκαλία του Χριστού. Δεν μπορούν να εξαπατηθούν από γλυκόλογα αγάπης, η οποία θυσιάζει την Αλήθεια, ή από κενούς λόγους για μια ενότητα, η οποία στην πραγματικότητα δεν υπάρχει. Η μετάνοιά τους για την προηγούμενη συμμετοχή τους σε ετερόδοξες κοινότητες, τους έχει γίνει μια πηγή γνώσεως. Δεν θα επιτρέψουν στον Οικουμενισμό να αψηφήσει αυτήν την γνώση. Και η θέση τους αυτή δεν είναι μια αρνητική θέση. Αντιθέτως, προέρχεται από την αγάπη τους προς το Χριστό, από την αγάπη τους προς την Εκκλησία, από την αγάπη τους προς την Αλήθεια, και από την αγάπη τους για όσους είναι μέσα και έξω από την Εκκλησία.

Με αγάπη απορρίπτομε τον οικουμενισμό, επειδή θέλομε να προσφέρομε στους ετερόδοξους ακριβώς εκείνο, που ο Κύριος εχάρισε πλούσια σε όλους εμάς μέσα στην Αγία Ορθόδοξη Εκκλησία, δηλαδή την ευκαιρία να γίνουν μέλη του Σώματος του Χριστού, «τέκνα Φωτός» και «κληρονόμοι της Βασιλείας, ήν ο Κύριος επηγγείλατο τοις αγαπώσιν Αυτόν»...

 

 ΑΝΑΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΑΠΟ ΤΗ ΣΕΛΙΔΑ: http://www.aegean.gr/agios-therapontas/magazine/hospitality/author/priest_monk/Karakalinos/return.html


* Εισήγηση εκφωνηθείσα στο Διορθόδοξο Θεολογικό Συνέδριο: «Οικουμενισμός. Γένεση-Προσδοκίες-Διαψεύσεις», το οποίο διοργανώθηκε στην Θεσσαλονίκη, στις 20-24 Σεπτεμβρίου 2004, από την «Εταιρεία Ορθοδόξων Σπουδών»
 
Αντιαιρετικόν Εγκόλπιον    www.egolpion.com


Read more: http://www.egolpion.com/5A561553.el.aspx#ixzz2ROPNl9hR

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΜΕ ΤΟΝ ΝΙΚΟΛΑΟ ΕΝΙ - ΜΕΤΑΣΤΡΟΦΕΣ



ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΜΕ ΤΟΝ ΝΙΚΟΛΑΟ ΕΝΙ



ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ
ΜΕ ΤΟΝ ΝΙΚΟΛΑΟ ΕΝΙ

Ο Νικόλαος Ενί, είναι Αλσατός Γάλλος συγγραφέας, πρώην Ρωμαιοκαθολικός, πρώην μαθητής και φίλος του Σαρτρ όπως και της Σιμόν ντε Μποβουάρ. Τα βιβλία του, κυρίως θεατρικά έργα και νουβέλες, έχουν σχέση με το κίνημα του 1968 στην Γαλλία και τις συνέπειές του. Προσήλθε πρόσφατα στην Ορθοδοξία, βαπτισθείς στο Άγιον Όρος. Η συνέντευξη δόθηκε στον δημοσιογράφο Τάσο Μιχαλά και μεταδόθηκε από την Ραδιοφωνική εκπομπή «Σφυγμοί της εποχής (ΕΡΤ)» στις 18-11-1980.
  Παρακαλέσαμε τον ορθόδοξο, μαθητή και φίλο του Σάρτρ, συγγραφέα Νικόλαο Ενί να μας εξηγήσει τι ήταν εκείνο που τον έκανε να αναζητήσει και να βρει τον δρόμο προς την Ορθοδοξία και να βαπτισθεί. Ποιος είναι ο μοχλός της αυτής της αλλαγής; Μας απάντησε:
          «Ο δρόμος ανήκει στον Θεό. Ειν’ ο Θεός. Μπορούμε όμως να προσδιορίσουμε μερικά σημεία. Είχα πάει στην Πάτμο. Αλλά γιατί πήγα στην Πάτμο; Επειδή πήγα στον Άθωνα. Και γιατί πήγα στον Άθωνα; Δεν ξέρω ακριβώς…
          Στο Άγιον Όρος συνάντησα μερικούς μοναχούς. Μάλιστα ένας ιερομόναχος στη Μονή Γρηγορίου, έγινε αργότερα στενός φίλος μου.
          Γιατί όλα αυτά; Ίσως επειδή γνώρισα πριν 25 χρόνια την Ελλάδα. Και γιατί όλες αυτές οι εμπειρίες δυνάμωσαν τόσο πολύ μέσα μου; Δεν ξέρω…
          Οι εμπειρίες αυτές ήταν τόσο μεγάλες που πραγματικά δεν μπορώ να το εξηγήσω. Έχω γνωρίσει και την Αμερική, όμως τούτο εδώ ήταν κάτι άλλο.
          Η Ορθοδοξία είναι ο πραγματικός κόσμος. Η Ορθοδοξία είναι το νόημα του κόσμου. Μέσα στον κόσμο ένιωθα άδειος. Γι’ αυτό και στα έργα μου υπάρχει για τον κόσμο μια ειρωνεία. Μια ειρωνεία που έχει την εξήγησή της και που δεν είναι άλλη από το ότι ο κόσμος στα μάτια μου έδειχνε δίχως νόημα και σκοπό».
          Ρωτήσαμε τον Νικόλαο Ενί να μας πει αν αυτό ήταν κάποια επίδραση από τον κόσμο των ιδεών και των φιλοσοφικών αντιλήψεων του Ζαν Πωλ Σάρτρ κι εκείνος περιορίστηκε να μας πει: «Ο δρόμος του Σαρτρ αυτοαποκαλείται ‘δρόμος της ελευθερίας’. Όμως ποιος δεν το ξέρει; Η ελευθερία στη Δύση δεν είναι τίποτα άλλο από το να κάνεις αυτό που σ’ αρέσει. Ό,τι πάει στα μέτρα σου. Γι’ αυτό ο καθένας κλείνεται σπίτι του, περιορίζεται μέσα στον εαυτό του, κάνει δηλαδή ό,τι θέλει. Εδώ έχουμε ένα συμβολισμό, που όμως έχει πραγματικές επιπτώσεις».
          Ζητήσαμε από τον διακεκριμένο Γάλλο συγγραφέα να μας πει αν πιστεύει πως η ελευθερία μέσα στην Ορθοδοξία είναι κάτι διαφορετικό κι αυτός τόνισε:
          «Το ότι ο Σάρτρ μιλάει για την ελευθερία, αυτό το έκανε γιατί προηγουμένως είχε τονίσει πως δεν υπάρχει Θεός και πως δεν πιστεύει. Αυτό που ξέρω είναι ότι η πραγματική αίσθηση της ελευθερίας παρέχεται μόνο μέσα από την Πίστη. Με δυο λόγια: όλα αυτά μου φαίνονται διανοουμενίστικες κουταμάρες σε σχέση με το σώμα που είναι πλασμένο κατ’ εικόνα Θεού. Όλα αυτά που συζητάμε τούτη εδώ τη στιγμή, τα βλέπω θεωρητικά και διανοουμενίστικα, αν τα συγκρίνω με την αίσθηση της ελευθερίας που σου δίνει η συντριβή, η σιγή κι η μετάνοια μπροστά στο μυστήριο της θείας Λειτουργίας που είναι η εστία του φωσφορικού κάλλους».
          Σε παρατήρησή μας μήπως συμβαίνει και με τον ίδιο αυτό που γίνεται με πολλούς ξένους, που στην Ορθόδοξη Λειτουργία βρίσκουν μια συναισθηματική ικανοποίηση και τίποτα παρά πέρα, ο Νικόλαος Ενί είπε:
          «Όχι, καθόλου. Έχω ζήσει στο παρελθόν πολλές λειτουργίες που μέσα τους είχαν αυτό το συναισθηματικό στοιχείο που λέτε. Παλιά είχα δουλέψει στη Ρώμη και είδα όλες τις πομπές της λειτουργίας των άλλων δογμάτων. Πιστεύω πως η Ορθόδοξη Λειτουργία είναι το κάτι άλλο. Είναι αληθινή Λειτουργία που κι αν ακόμα την δεις συναισθηματικά, η ίδια σε ελκύει στο πλήρωμα του κάλλους και της ελευθερίας. Κι αυτό γίνεται επειδή η Ορθόδοξη λειτουργία από τη φύση της ανταποκρίνεται και εκφράζει το αληθινό Δόγμα. Το δόγμα της Αγίας Τριάδος, δηλαδή το Ορθόδοξο Δόγμα.
          Μέσα σ’ αυτή τη Λειτουργία, μέσα στην Εκκλησία δηλαδή, υπάρχει και μια προβληματική που τη χρησιμοποιεί και ο Σαρτρ: Είναι ο λαός. Μόνο με μια βασική διαφορά, την εξής: Ο λαός του Ζαν Πωλ Σάρτρ δεν είναι τίποτε άλλο παρά μάζα, ενώ ο λαός της Εκκλησίας είναι ο λαός του Θεού».
          Σε άλλη παρατήρησή μας ότι στα έργα του και τα βιβλία του εκπροσωπεί ιδέες απόλυτα συγγενείς με τις ιδέες του Σαρτρ, ο Νικόλαος Ενί μας εξήγησε:
          «Το πρώτο μου βιβλίο με τίτλο ‘η δόξα του αλήτη’, είχε στη Γαλλία μεγάλη απήχηση και υποστηρίχτηκε πολύ από την ομάδα του Σαρτρ και της Σιμόν ντε Μποβουάρ. Αλλά το ίδιο το έργο είναι μια αποτυχία της υπαρξιακής εμπειρίας, γιατί ο αλήτης στο τέλος τινάζει με μια σφαίρα τα μυαλά του στον αέρα. Στα έργα μου υπάρχει και μια σχέση με την Ελλάδα.  Στο έργο ‘Ευγενία Κοπρώνυμος’ περιγράφω τους ανθρώπους που ζουν χωρίς καμιά πίστη. Τους ανθρώπους που τελικά παγιδεύονται στα αδιέξοδα και στις παραπλανήσεις της ψεύτικης ελευθερίας τους. Το έργο αυτό είναι θεατρικό. Το έγραψα στην Ελλάδα στα 1960 και δημοσιεύτηκε στα 1970. Παίχτηκε στη Γαλλία, Ιαπωνία, Αυστρία και Γερμανία. Εκεί περιγράφω τον Πάπα που ξέχασε πια να κάνει ακόμα και τον σταυρό του. Στο έργο αυτό υπάρχει μια κοπέλλα που έρχεται από άλλο κόσμο. Ψάχνει και αναζητάει την πίστη, έρχεται στον Πάπα να μάθει το σημείο του Σταυρού, μα εκείνος δεν είναι σε θέση να της το δείξει γιατί, απλούστατα, το έχει ξεχάσει.
          Ο Πάπας λέει: Ουφ! Αυτά τα παλιά πράγματα. Είναι λεπτομέρειες του χριστιανικού ανθρωπισμού που ξεπεράστηκαν πια από το νέο μας υπαρξιακό ουμανισμό’. Τελικά η κοπέλλα μονάχη της θα ανακαλύψει το σημείο του σταυρού και θα μάθει μόνη της το ¨Πάτερ ημών¨, που τα διδάσκει και στον Πάπα.
          Ο Πάπας στη συνέχεια πεθαίνει και διαλύεται σαν το σκουλήκι. Από εκεί ακριβώς πήρε και το έργο το όνομα ‘Κοπρώνυμος’. Είναι η κοινωνία που ζει μέσα στην κοπριά της. Η ‘Ευγενία Κοπρώνυμος’ δεν είναι άλλος από τον περήφανο και μεθυσμένο δυτικό πολιτισμό που η τέχνη του ξερνάει αδιάκοπα αυτή την κοπριά, στην οποία τελικά ο πολιτισμός αυτός πνίγεται και χάνεται. Είναι μια κοπριά ηθική, αλλά και φυσική.
          Στο έργο, λοιπόν, αυτό όλοι στο τέλος πεθαίνουν και εξαφανίζονται, εκτός από την κοπελίτσα που τελικά παίρνει τον δρόμο για να βρεθεί στη ‘χώρα του λαού’, όπως την ονομάζω. Το έργο αυτό είχε μεγάλη απήχηση. Η Σιμόν ντε Μποβουάρ έκανε μια εκτενή κριτική, ενώ όλοι θεώρησαν το έργο σαν μαοϊστικό. Εγώ τότε δεν ήμουν ορθόδοξος, αλλά όταν έγραφα, είχα υπόψη μου τους λαούς των ορθοδόξων χωρών που δεν αποτελούν μάζες. Η ιντελιγκέντσια της Δύσης νόμισε πως ‘η χώρα του λαού’ που περιέγραφα ήταν η Κίνα του Μάο και ότι η κοπέλλα, επειδή και εκεί η θρησκεία τελούσε υπό διωγμό, ήλθε στον Πάπα για να μάθει από αυτόν το σημείο του σταυρού και το ‘Πάτερ ημών’ . Τελικά αυτά τα δυο ξεπήδησαν μόνα τους και έμφυτα μέσα στον εαυτό της».
          Σε άλλο μας ερώτημα πως βλέπει σήμερα σαν ορθόδοξος τις οντολογικές απόψεις και τις ιδέες του Σαρτρ, ο μαθητής και φίλος του Σαρτρ, Νικόλαος Ενί είπε:
          «Απλούστατα: Σαν ιδέες. Ξέρετε δεν μπορώ μεμονωμένα να αναλύσω τις ιδέες του Σαρτρ. Ο Σαρτρ είναι ένα μέρος πολλών πραγμάτων. Ένα μέρος ενός σωρού από σκουπίδια που διαλύεται, μουχλιάζει και αφρίζει σ’ ένα σκουπιδοντενεκέ.
          Η δημοσιογραφική ορολογία της Δύσης με κατατάσσει για πάντα στους αριστερούς συγγραφείς. Ίσως και τώρα που έγινα χριστιανός ορθόδοξος. Αλλά για μένα όλα αυτά δεν είναι παρά ιδέες, μούχλα, αφρός ενός σωρού από σκουπίδια που διαλύεται. Είναι ο κόσμος της α-ελευθερίας».
          Ρωτήσαμε, τέλος, τον Γάλλο συγγραφέα να μας πει κάτι για τα μελλοντικά του σχέδια. Πως σκέφτεται να δουλέψει τώρα που θα ξαναγυρίσει στη Γαλλία. Είπε:
          «Δεν είμαι θεολόγος, όμως η εμπειρία μου από την Ορθοδοξία βρίσκεται πολύ πέρα από τα λόγια. Εκεί όπου υπάρχει ένα πρόσωπο. Το πρόσωπο του ανθρώπου. Το πρόσωπο του Θεού. Η Εικόνα. Όλη η ελευθερία εκεί βρίσκεται».
 
 
«Ο ΟΣΙΟΣ ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ»
ΕΤΗΣΙΑ ΕΚΔΟΣΗ ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΚΟΙΝΟΒΙΑΚΗΣ ΜΟΝΗΣ ΟΣΙΟΥ ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΑΓΙΟΥ ΟΡΟΥΣ
ΠΕΡΙΟΔΟΣ Β’  ΕΤΟΣ 1981 ΑΡΙΘΜ.6
ΑΝΑΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΑΠΟ: http://arxontariki.forumup.gr/post-234-arxontariki.html

Αντιαιρετικόν Εγκόλπιον    www.egolpion.com
29   ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ  2011 



Read more: http://www.egolpion.com/nikolaos_eni.el.aspx#ixzz2ROOqKSRC

ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΛΑΝΗ - ΣΤΟ ΧΡΙΣΤΟ ΜΕΤΑΣΤΡΟΦΕΣ



ΑΠΟ ΤΗΝ ΔΟΥΛΕΙΑ ΤΗΣ ΠΛΑΝΗΣ ΣΤΗΝ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ



 ΑΠΟ ΤΗΝ ΔΟΥΛΕΙΑ ΤΗΣ ΠΛΑΝΗΣ
ΣΤΗΝ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ
 Μια ομολογία ενός πρώην θύματος
Πρωτοπρ. Κυριακού Τσουρού,
Γραμματέως της Σ. Ε επί των αιρέσεων
 
«Ένας από τους λόγους που έγραψα τα παραπάνω είναι για να μπορέσετε όλοι εσείς που ανήκετε σε ομάδες και "παρέες" ξένες Χριστού να φύγετε από το σκοτάδι που βρί­σκεστε και να έρθετε στο φως του Χριστού, ο Οποίος σάς περιμένει... Έχω την ελπίδα πως αυτά τα γραπτά ίσως έχουν κάποια ιδιαίτερη αξία, όντας ικανά να καταγρά­ψουν γεγονότα και πρακτικές που χρησι­μοποιούνται όχι σε μία αλλά σε χιλιάδες αιρέσεις, παραθρησκευτικές οργανώσεις, σέχτες και σχετικές ομάδες».
 
   Η απελευθέρωση ενός θύματος από τα δεσμά της πλάνης (αίρεσης ή παραθρησκείας) είναι μια πολύ δύσκολη υπόθεση. Είναι πρωτίστως ένας ολοκληρωτικός συγκλονισμός του ίδιου του θύματος, που χω­ρίς την Χάρη του Χριστού μπορεί να οδηγη­θεί στην καταστροφή και την απόγνωση. Δεν είναι σπάνιο η απογοήτευση από την διάψευση των ονείρων και των ελπίδων που είχε στηρίξει ο οπαδός στον «αρχηγό» (γκουρού ή μεσσία) και στην ομάδα του να τον οδηγήσουν σε απεγνωσμένες ενέργει­ες και σε πράξεις αυτοκαταστροφής.
Είναι ακόμη δύσκολη η θέση της οικογέ­νειας που έχει το πρόβλημα, αφού έντεχνα καλλιεργήθηκε από την «ομάδα» στην ψυ­χή του οπαδού η πεποίθηση ότι η οικογέ­νειά του και όσοι της συμπαραστέκονται είναι οι «εχθροί».
Είναι τέλος δύσκολη και λεπτή η θέση εκείνων που θα θελήσουν να συμπαρα­σταθούν και να βοηθήσουν στην απεξάρτιση του θύματος και στην επανένταξή του στο κοινωνικό σύνολο και ιδιαίτερα στην Εκκλησία.
Στην μακρόχρονη ενασχόλησή μας με την αντιμετώπιση πολλών τέτοιων περι­πτώσεων έχομε διαπιστώσει στην πράξη πόσο επίπονο και δυσχερές είναι το έργο αυτό. Είναι αναμφισβήτητο ότι απαιτείται γι' αυτό βαθειά γνώση του γενικωτέρου σκηνικού της σύγχρονης πλάνης, των με­θοδεύσεων και των τεχνικών που χρησιμοποιούν οι ποικίλες αιρέσεις και ιδιαίτερα του τρόπου «χειρισμού» των θυμάτων τους. Και πάνω απ' όλα απαιτούνται με­γάλη υπομονή και επιμονή, στοργή, αλη­θινή αγάπη, κατανόηση, διάλογος, αληθι­νή φροντίδα, διάθεση πολλού χρόνου και θερμή προσευχή.
Η προσπάθεια εξ άλλου της Εκκλησίας μας είναι, όχι μόνο να απελευθερώσει ένα θύμα από τα θανατηφόρα ενίοτε δίκτυα της σύγχρονης πλάνης, αλλά και να το επανεντάξει υγιώς στην κοινωνία και ιδι­αίτερα στην Εκκλησία. Μόνο τότε θα είναι βέβαιο ότι το τραυματισμένο και ταλαιπω­ρημένο από την αίρεση άτομο θα νοιώσει την αγάπη του Χριστού και των εν Χριστώ αδελφών του, θα βρει το «νόημα της ζωής» και θα μπορέσει να αναπνεύσει ελεύθερα και να ζήσει θεραπευμένο από τις πληγές του.
Και δεν πρέπει να αγνοείται το γεγο­νός ότι το πρώην θύμα κουβαλά μαζί του ένα σωρό διεστραμμένες διδαχές της ορ­γάνωσης στην οποία άνηκε, ατέλειωτα ερωτηματικά, αμφιβολίες και αμφισβητή­σεις. Ακόμη, έχει καλλιεργηθεί μέσα του το αίσθημα της ενοχής για το ενδεχόμενο αποχώρησής του από την ομάδα, μετά τον «πνευματικό βιασμό» και τις απειλές που έχει υποστεί μέσα σ’αυτή.
Γι' αυτό η απελευθέρωση ενός θύματος της πλάνης είναι μια ηρωική πράξη, πρω­τίστως γι' αυτό το ίδιο το θύμα και συγχρό­νως γεγονός χαρμόσυνο για όλους όσους εγνώρισαν και έζησαν την περιπέτειά του
Μέσα από τις σελίδες τού περιοδικού μας έχομε αναφερθεί πολλές φορές στις αρνητικές συνέπειες στα άτομα, στην οι­κογένεια και στο κοινωνικό σύνολο από την δραστηριότητα των αιρέσεων. Έχομε ακόμη καταγράψει τις γνώμες πολλών εμπειρογνωμόνων για τον τρόπο απεξάρτισης των θυμάτων από τα «ψυχοναρκωτικά» των νεοφανών αιρέσεων. Πρωτοπόρος στον τομέα αυτό, - θεωρητικά με τα βιβλία του και πρακτικά με την ποιμαντική μέρι­μνα του - υπήρξε ο μακαριστός π. Αντώ­νιος Αλεβιζόπουλος1.
Στο παρόν άρθρο θα μεταφέρομε μια ομολογία που μας κατέθεσε ένας «απελεύ­θερος» οπαδός της πλάνης. Μέσα σ' αύτη την ομολογία καταγράφονται και επιβε­βαιώνονται, στην πράξη, όσα κατά καιρούς υποστηρίξαμε για τις μεθόδους δραστη­ριότητας των αιρέσεων. Στο κείμενο αυτό φαίνονται καθαρά οι αρνητικές και επικίν­δυνες συνέπειες πάνω στα θύματα των αι­ρέσεων από την ένταξή τους στις διάφορες αιρετικές και παραθρησκευτικές ομάδες, αλλά προβάλλει και η ελπίδα που πάντοτε υπάρχει για κάθε θύμα να βρει το θάρρος καινά ζήσει τη στιγμή της απελευθέρωσής του από τα δεσμά της δουλείας, στην οποία είχε βρεθεί, πιθανώς από άγνοια και χωρίς να αντιλαμβάνεται τι ακριβώς είχε κάνει.
Εμείς δημοσιεύομε εδώ την ομολογία αυτή, όχι μόνο γιατί επιβεβαιώνει τις θέ­σεις μας και τις απόψεις μας για τους κιν­δύνους που ελλοχεύουν από την ένταξη νέων κυρίως ανθρώπων στις ομάδες της σύγχρονης πλάνης, αλλά και διότι, άφ'ε­νός μεν, θα βοηθήσει στο να φανεί, μέσα από την πράξη, το μέγεθος της απειλής από τη δραστηριότητα των ομάδων αυτών και, άφ' ετέρου, θα δώσει την ελπίδα - σε όσους ζουν με το πρόβλημα - ότι πάντο­τε, με τη χάρη του Κυρίου Ιησού, υπάρχει φως στο σκοτεινό τούνελ της αίρεσης, στο οποίο οι ίδιοι έχουν εγκλωβιστεί ή τα μέλη της οικογενείας τους.
α) Η δουλεία
Νέος, λοιπόν, ο «απελεύθερος» της πλά­νης στην περίπτωσή μας, μέλος ευυπόλη­πτης κοινωνικά οικογένειας, σπουδαστής, με καλή παιδεία και αγαθές προθέσεις και οράματα. Θα λέγαμε, καλοπροαίρε­τος νέος, με αρχές και με μέλλον ευοίωνο. Παράλληλα με τις σπουδές του, όπως συμ­βαίνει με πολλούς νέους, αναζητούσε να δει βαθύτερα τα πράγματα, να δώσει και νόημα στη ζωή του. Έτσι λοιπόν ομολογεί: «Ήθελα να με ορίσω ιδεολογικά ως μια ον­τότητα, ψάχνοντας για απαντήσεις για τα πάντα από παντού». Δικαιολογημένη και επαινετή η αγωνία του και η προσπάθειά του.
Όμως, καταγράφει ο ίδιος δύο μειονε­κτήματα του. Το ένα: «Για τον Χριστό είχα απλώς έναν άκρατο θαυμασμό και σεβασμό προς το πρόσωπό Του, αλλά καμία σχέση με τα δώρα της Ανάστασής Του». Και το δεύτε­ρο: «Όντας μακριά από το σπίτι μου και την οικογένειά μου προσπαθούσα να βρω κάτι ή κάποιον που θα με καθοδηγούσε στην ανα­ζήτησή μου αυτή».
Εδώ καταγράφονται δύο από τις πιο βασικές αιτίες που οδηγούν στην πλά­νη. Η άγνοια και μάλιστα πάνω σε ζωτι­κούς οντολογικούς προβληματισμούς και η ελλιπής κατήχηση τού νέου. Και έπειτα η κατάσταση «υψηλού κινδύνου» του νέ­ου σπουδαστή, η απομάκρυνση από την οικογένειά του. Και οι δύο καταστάσεις δημιουργούν στην ψυχή του κενό, μονα­ξιά, ανάγκη διαλόγου και στήριξης «για τα πάντα από παντού». Στην αναζήτη­ση του αυτή, εμφανίζεται ο «φωτισμένος σωτήρας», είτε αυτός λέγεται γκουρού ή μεσσίας ή «δάσκαλος» ή ψυχοθεραπευτής κ.ο.κ., για να «καλύψει το κενό». Βέβαια ο καλόπιστος και ανυποψίαστος νέος, βλέ­ποντας έναν «βομβαρδισμό-αγάπης» εκ μέρους του «δασκάλου», σκλαβώνεται από το «ενδιαφέρον» του, τον εκλαμβάνει ως «παντογνώστη» -όπως του παρουσιάζεται - και «ανιδιοτελή» -όπως λέει- καθοδηγητή του, τον εμπιστεύεται τυφλά και δέχεται ανεπιφύλακτα την προσφορά του. Έτσι ο νέος αρχίζει να συζητεί μαζί του «για θέμα­τα μεταφυσικά και παραφυσικά».
Εκεί άκουσε ο υποψήφιος οπαδός για «οράματα», για «επιταγές του Θεού», για «εκλεκτούς», για «γνώση» και μάλιστα «μυ­στική», για «δυνάμεις», που θα αποκτού­σαν οι «εκλεκτοί» κ.ο.κ.
Εντυπωσιάστηκε ο νέος και παραδόθη­κε ολοκληρωτικά στον «δάσκαλο». Σημει­ώνει ο ίδιος: «Μη έχοντας στέρεες βάσεις να αντικρούσω τα όσα μου έλεγε πείστηκα πως όντως ήταν ένα άτομο με Θεία αποστο­λή. Τον άφησα λοιπόν να με καθοδηγήσει ενώ θα τον βοηθούσα όσο μπορούσα στη θεί­α του αποστολή. Η αρχή αυτής της σχέσης μας βρήκε αυτόν στο ρόλο του δασκάλου και εμένα στο ρόλο του μαθητή».
Σιγά σιγά άρχισε ο νέος να αισθάνεται ότι πράγματι είναι κι αυτός ένας «εκλε­κτός»: «Ένιωθα ξεχωριστός από τους υπό­λοιπους συνανθρώπους γύρω μου, εκλε­κτός. Δεν ήμουν πια ένα ασήμαντο παιδί που προσπαθούσε να βρει απαντήσεις μέσα στα πλήθη, ήμουν πια μια οντότητα που αντίθε­τα με τους άλλους έψαχνε απαντήσεις για ανώτερα πνευματικά θέματα και γι' αυτό ο Θεός του τις έδωσε μέσα από ένα πνευματι­κό άτομο».
Στη φάση αυτή ο νέος οπαδός δεν εί­ναι σε θέση να αντιληφθή που στοχεύει ο «δάσκαλος». Δεν υποπτεύεται και δεν μπορεί να φανταστεί ότι ο όλος χειρισμός του αποβλέπει στην ολοκληρωτική υποδού­λωσή του, στην εκμηδένιση της προσωπι­κότητας του και στην τυφλή υποταγή του στα σχέδια, στους σκοπούς και στα ιδιοτε­λή συμφέροντα του «δασκάλου». Γι' αυτό όταν άρχισε να προβάλλει «αντιστάσεις αμφισβητώντας τον φέροντας του λογικά επιχειρήματα», τότε άρχισε ο «δάσκαλος» τις «αποκαλύψεις», με τις οποίες «έπεισε» τελικά τον «μαθητή» του για την «θεϊκή» του αποστολή.
Τώρα ο «μαθητής» αισθάνθηκε «όχι μό­νο αλαζονικά ξεχωριστός που (είχε) είχα επιλεχθεί μέσα από μία καθόλου τυχαία σύμπτωση, να κατέχω τη Γνώση μέσα από ένα θεόπνευστο άτομο, αλλά και σίγουρος γι' αυτή τη Θεϊκή του προέλευση λόγω της οποίας «δεν είχα κανένα δικαίωμα να τον αμ­φισβητήσω σε οτιδήποτε». Θυμάμαι, λέει, ότι «αισθανόμουν πια ιδιαίτερος αφού συμ­μετείχα σε ένα απόκρυφο σχέδιο του Θεού με δυνάμεις ουσιαστικά προερχόμενες από αυτόν μέσω ενός απεσταλμένου του».
Η καλλιέργεια της αλαζονείας και της υπεροπτικής συμπεριφοράς στους οπα­δούς -που συστηματικά εφαρμόζεται σε όλες αυτές τις ομάδες- κάνει το θύμα να βλέπει τους άλλους, τους αμύητους, ως όν­τα κατώτερα, αμαθή, άξια οίκτου, αν όχι ως «βέβηλους».
Όπως όμως συμβαίνει σε όλες αυτές τις περιπτώσεις, μεγάλο εμπόδιο για την επί­τευξη του σκοπού της ομάδας και του αρ­χηγού είναι η οικογένεια και το παρελθόν του οπαδού. Γι' αυτό, μέσα στις τεχνικές που εφαρμόζονται από τις ομάδες αυτές, είναι και η αποκοπή του υποψηφίου οπα­δού από την οικογένεια του και το μέχρι τότε παρελθόν του, ώστε να τα ξεγράψει, να τα θεωρήσει ως «χαμένο χρόνο» και λαθεμένη πορεία και να αναζητήσει μια «σωστή» πορεία μέσα στην ομάδα, να ανα­γεννηθεί μέσα στο νέο περιβάλλον του.
Έτσι και ο νέος στην περίπτωσή μας ομολογεί: «Θέλησε να μας κάνει να ξεκό­ψουμε σταδιακά από τις άλλες παρέες μας και την οικογένεια μας έτσι ώστε να είμαστε ολοκληρωτικά δικοί του. Άρχισε λοιπόν να κατηγορεί τους φίλους μας χωρίς να τους έχει αντικρύσει έστω οπτικά, πράγμα που δεν χρειαζόταν να συμβεί έχοντας υπέρ­γειες δυνάμεις. Η τεχνική ήταν η εξής: μας έλεγε να περιμένουμε για να δούμε πως κάποια στιγμή και οι φίλοι και οι συγγενείς μας θα μας τον κακολογήσουν και θα μας ζητήσουν να απομακρυνθούμε από αυτόν».
Η «προφητεία» τού «δασκάλου» «επα­ληθευόταν», βεβαίως, σε λίγο όταν, όπως ήταν επόμενο, η οικογένεια αντιδρούσε για την κατάσταση τού παιδιού της. Το επι­βεβαιώνει ο συντάκτης της «ομολογίας»: «Αυτό βέβαια συνέβαινε αφού όταν κάποιος ζει σε μια κατάσταση δαιμονική η εμφάνισή του αλλάζει εσωτερικά και εξωτερικά έχον­τας μετατραπεί σε ένα αλλοπρόσαλο αγρίμι και οι δικοί του άνθρωποι που πραγματικά τον αγαπούν ανησυχούν γι' αυτόν».
Ο «δάσκαλος», τότε, λέει ο νέος της «ομολογίας», «όταν μας έλεγαν οι δικοί μας άνθρωποι να απομακρυνθούμε αυτός ατά­ραχος μας υπενθύμιζε την πρόβλεψή του πως θα συνέβαινε αυτό και μεμψίμοιρος με­λαγχολούσε για το χλευασμό που γνώριζε από τους ανθρώπους χωρίς λόγο κατά ένα τρόπο μαρτυρικό το τελευταίο στάδιο αυ­τής της τεχνικής ελέγχου ήταν το συμπέρα­σμα πως στο πρόσωπο του θα βρίσκαμε επι­τέλους την αληθινή φιλία και οικογένεια».
Αν ο μέλλων οπαδός επιτύχει στα μάτια του «δασκάλου» και σ' αυτή την «δοκιμα­σία» και «καταλείψει τον πατέρα αυτού και την μητέρα» για χάρη του «δασκάλου», τότε έχει ολοκληρωθεί πλέον το σχέδιο τού χειρισμού του και μπορεί να ανήκει στους «εκλεκτούς». Δηλαδή ουσιαστικά να έχει καταστεί ένα πειθήνιο και άβουλο όργα­νο του αρχηγού της ομάδας, το οποίο είναι έτοιμο να δεχθεί οποιαδήποτε διδαχή και εντολή του «δασκάλου». Πράγμα που συ­νέβη και στην περίπτωσή μας.
Έτσι ολοκληρώνεται η φάση του «ποδηγετισμού» του οπαδού. Με τις τεχνικές αυ­τές, λέει στην ομολογία του ο πρώην οπα­δός, ήμουν έτοιμος «να αναγνωρίσω ολο­κληρωτικά τη θεϊκή του ιδιότητα την οποία δεν είχα κανένα δικαίωμα να αμφισβητήσω όντας ένας τρωτός, αγνώμων άνθρωπος».
Με όλες αυτές τις μεθοδεύσεις επιδιώκε­ται να πεισθούν οι οπαδοί ότι, ό,τι κάνουν το κάνουν για το καλό του κόσμου και το δικό τους καλό, για την δική τους πνευμα­τική ανέλιξη, χωρίς να υποψιάζονται ότι υπηρετούν δουλικά τα συμφέροντα και τις επιθυμίες του «δασκάλου». Στη συνέχεια, ο «δάσκαλος» κάνει την τρομερή «αποκά­λυψη» ότι «ο δεύτερος Μεσσίας ήταν αυ­τός». Και τότε «άρχισε για πρώτη φορά να μας ζητάει να κάνουμε πράγματα γι' αυτόν, τα οποία θα μας βοηθούσαν να ανέλθουμε πνευματικά και να αποκτήσουμε δυνάμεις με τις οποίες θα τον βοηθούσαμε να πολε­μήσει στην "τελική μάχη"».
Οι οπαδοί, μετά από αυτή την «αποκά­λυψη» αισθάνονταν πλέον υπεροπτικά ως εκλεκτοί φίλοι του «δασκάλου», που τον βοηθούσαν στην εκπλήρωση της σπου­δαίας αποστολής του. Το βεβαιώνει ο συν­τάκτης της «ομολογίας»: «Μετά απ' αυτή τη φάση ήμασταν πια κάτι παραπάνω από φίλοι, ήμασταν μια ιερή ομάδα η οποία υπά­κουε στις βουλές, τα οράματα και τις θεόπνευστες εντολές του».
Στο τέλος, ο «δάσκαλος», για να εγ­κλωβίσει, να «δέσει» μαζί του τον οπαδό, εφαρμόζει την έσχατη επέμβαση πάνω στην προσωπικότητά του, τον εκφοβισμό, μια τακτική που συναντούμε σε όλες τις αιρετικές και παραθρησκευτικές ομάδες. Κι' αυτό το επιβεβαιώνει ο συντάκτης της «ομολογίας»: «Η τελευταία φάση για να μας κάνει ολοκληρωτικά δικούς του ήταν ο εκφοβισμός και η εγγύηση πως μόνο μαζί τον θα είμαστε ασφαλείς».
Οι τρόποι και οι μέθοδοι που εφαρμό­ζονται στην φάση αυτή είναι πολλοί και ποικίλοι. Σε άλλες ομάδες ζητούνται γρα­πτές «εξομολογήσεις» της μέχρι τότε ζωής τού οπαδού, με καταγεγραμμένες όλες τις πράξεις του, τα σφάλματά του και τις αδυναμίες του, ακόμη και τις τυχόν εγ­κληματικές ενέργειές του. Όχι βέβαια για να τού συγχωρηθούν, όσα ως άνθρωπος έπραξε, αλλά για να χρησιμοποιηθούν στην κατάλληλη στιγμή εναντίον του. Σε άλλες ομάδες εφαρμόζεται η διοργάνωση ομαδικών οργιαστικών τελετών ή ταπει­νωτικών πράξεων -στις οποίες συμμετέχει υποχρεωτικά ο οπαδός- με τις οποίες κα­ταρρακώνεται η προσωπικότητά του και υποτάσσεται άβουλα στις επιθυμίες τού αρχηγού. Παράλληλα, υποβάλλεται στο θύμα η πεποίθηση ότι, αν φύγει από την ομάδα, όχι μόνο θα χάσει τα αγαθά της πνευματικής ανέλιξής του, που τού προ­σφέρει ο αρχηγός, αλλά και θα κινδυνεύσει να εκτεθεί στα μάτια, όχι μόνο των πρώην συνοδοιπόρων του, αλλά και των δικών του και της κοινωνίας.
Ο συντάκτης της «ομολογίας» δεν ανα­φέρεται ειδικά στους τρόπους και τα μέσα του εκβιασμού που εφαρμοζόταν σ' αυτή την ομάδα. Κάνει μόνο λόγο για περίεργα τηλεφωνήματα τα οποία, κατά την διαβε­βαίωση του «δασκάλου» γίνονταν από κά­ποιους «άλλοις», που «ήταν άτομα σαν κι' εμάς που γνωρίζαμε πως το τέλος του κόσμου πλησιάζει, αλλά είχαν πάρει το μέρος τού διαβόλου... όλοι παρακολουθούμαστε από αυτούς τους "άλλους", οι οποίοι όντας λάτρεις του διαβόλου είχαν θέσεις εξουσίας και με δύναμη ουσιαστική με την οποία ελέγχουν τις ανθρώπινες μάζες». Έτσι, η ομάδα είναι το «καταφύγιο» και η ένταξη και παραμονή μέσα σ' αυτή εξασφαλίζει τους οπαδούς από τον κίνδυνο του «διαβό­λου». Αν φύγουν από την ομάδα κινδυνεύ­ουν και προδίδουν τον υψηλό προορισμό τους για τον οποίο είχαν επιλεγεί, δηλαδή το καλό του κόσμου.
Αυτή η κατάσταση τρομοκρατίας που περιγράφεται στην περίπτωσή μας, θα μπορούσαμε να πούμε ότι είναι κοινό χα­ρακτηριστικό των μεθοδεύσεων που εφαρ­μόζονται στις διάφορες ομάδες της πλά­νης. Εκείνα που πιθανώς αλλάζουν είναι οι τίτλοι των ομάδων και τα ονόματα των αρχηγών και μερικές φορές οι αρχές της διδασκαλίας τους και η κατεύθυνση της ιδεολογίας τους.
β) Η ελευθερία - «Εις εαυτόν δε ελθών»
Είπαμε ήδη στην αρχή, πόσο δύσκολο είναι το έργο της απεξάρτησης από μια αίρεση και της επανένταξης στο κοινωνικό σύνολο ενός διαλυμένου συνήθως ψυχο­σωματικά θύματος. Οι αρνητικές συνέπει­ες από την ένταξη σε μια αίρεση ή παραθρησκευτική ομάδα είναι δραματικές και καταστροφικές, τόσο για το ίδιο το θύμα, όσο και για το οικογενειακό και κοινωνικό περιβάλλον του.
Οι περισσότερες απ' αυτές τις ομάδες χρησιμοποιούν τρόπους, μέσα και μεθόδους που βασίζονται στη διαπίστωση και εντόπι­ση κενών. Οικοδομούν συχνά πάνω σε άτομα, τα οποία νοιώθουν ανικανοποίη­τα από το φυσικό οικογενειακό, πνευ­ματικό ή και κοινωνικό τους περιβάλλον και τους υπόσχονται την «θαυματουργική συνταγή», η οποία θα λύσει όλα τους τα προβλήματα. Σιγά σιγά δημιουργείται μια πλήρης εξάρτιση του ατόμου, είτε από την ομάδα είτε από το «θεϊκό» πρόσωπο του γκουρού, εξάρτηση όχι απλώς ψυχολογική, αλλά και υπαρξιακή.
Το άτομο, ασυναίσθητα ή και εν γνώσει του, θυσιάζει την πολύτιμη προσωπική ελευθερία του και υποτάσσεται τυφλά στον γκουρού ή στον «μεσσία» ή στην «ομάδα», από τους οποίους αναμένει τα πάντα. Απομακρύνεται συγχρόνως από το εξωτερικό περιβάλλον (οικογένεια, επάγγελμα, σπουδές, κοινωνία) και αφιερώνει τη ζωή του, τον χρόνο του, την περιουσία του στο σκοπό της ομάδας. Γι' αυτό το άτομο το παν είναι ο αρχηγός, που περιβάλλεται με θεϊκή αυθεντία, είτε αυτός ονομάζεται «μεσσίας» είτε «θεός», είτε «απεσταλμένος του Θεού», είτε «αγωγός του Θεού», είτε «δάσκαλος» κ.ο.κ.
Οι εκφοβισμοί, οι απειλές, οι υποσχέσεις, η καταπίεση, η πλήρης απασχόληση και η καταναγκαστική εργασία, η απαγόρευση επαφής και επικοινωνίας με τους έξω από την ομάδα, σε μερικές περιπτώσεις οι εξαντλητικές νηστείες, η στέρηση στοιχειωδών δικαιωμάτων (γάμου, μεταγγίσεως αίματος, στρατεύσεως κ.ο.κ.), συνοδευόμενες από ατέλειωτα «σεμινάρια» (ακριβοπληρωμένα ή μη), συσπειρώνουν τους οπαδούς και τους υποδουλώνουν. Ακόμη, διαβολοποιούν το έξω περιβάλλον, υποβαθμίζουν τους εκτός της ομάδος (είναι σε κατώτερα επίπεδα ή αμαρτωλοί, βέβηλοι ή η πόρνη Βαβυλώνα). Έτσι το θύμα τρέμει στη σκέψη και μόνο να εγκαταλείψει την οργάνωση. Που να πάει;
Δεν είναι υπερβολή όταν γίνεται λόγος για θύματα, για εξαπάτηση, για δουλεία, για συμφέροντα, για εγκλήματα, για απειλή, για ανάγκη λήψεως μέτρων. Όχι τυχαία, αλλά αντιθέτως πολύ επιτυχώς, πολλές από τις ομάδες αυτές χαρακτηρίσθηκαν από διεθνείς οργανισμούς ως «ολοκληρωτικές ομάδες», «ομάδες χειρισμού του νού», «καταστροφικές λατρείες» ή «ελευθεριοκτόνες ομάδες» κ. α.
Η Ζ' Πανορθόδοξη Συνδιάσκεψη της Αλιάρτου Βοιωτίας (20-26.9.95) παρατηρεί για τις παγίδες που στήνουν οι διάφορες ομάδες: «Οι αποκρυφιστικές ολοκληρωτικές ομάδες υπόσχονται "δύναμη", "γνώση", "επιρροή", "εμπειρίες". Το άτομο καθοδη­γείται να πιστέψει ότι μέσα από τις τεχνικές της ομάδας θα γίνει ανώτερο από τους άλλους ανθρώπους, ότι θα αναπτύξει όλες τις δυνάμεις που κρύβει μέσα του και δεν το γνωρίζει, ότι θα φθάσει σ' ένα ανώτερο εξελικτικό επίπεδο, ότι θα επιβάλει στους άλλους ανθρώπους να το υπολογίζουν και να το φοβούνται, ότι δεν θα χρειάζεται να υπακούει σε οποιαδήποτε αυθεντία (γονείς, δασκάλους κ.ο.κ.) ή να συμμορφώνεται με οποιουσδήποτε ηθικούς κανόνες· ότι δεν θα έχει καμμία ή κανέναν ανάγκη, ότι τελικά θα γίνει υπεράνθρωπος, "θεός"! Όλες οι επιθυμίες του θα εκπληρώνονται αυτοστιγμί. Θα κάνει ό,τι θέλει. Η θέλησή του θα είναι ο μοναδικός νόμος»2.
Όμως, υπογραμμίσαμε ήδη από την αρχή, ότι ποτέ δεν πρέπει να χάνεται η ελπίδα. Χρειάζεται μια κρίσιμη στιγμή, μια ευλογημένη στιγμή, κατά την οποία μια κρίση στη σχέση του οπαδού με την ομά­δα ή τον αρχηγό, ένας προβληματισμός, οδηγεί στο «ξύπνημα» από τον «λήθαργο» της αυταπάτης και ένα φως στο σκοτεινό τούνελ φωτίζει την έξοδο από την πνευμα­τική σκλαβιά. Και τότε, η πνοή της Θείας Χάριτος θα απαλύνει το αυχμηρό και δι­ψασμένο από το αλμυρό και θολό νερό της πλάνης έδαφος της φυλακισμένης μέχρι τότε ψυχής και θα ανατρέψει τα πάντα. Τότε ο πλανεμένος άνθρωπος, «εις εαυτόν ελθών», ατενίζει το φως του Χριστού και σπάζει τα δεσμά της πλάνης.
Αυτή ακριβώς η σωτήρια στιγμή έφθα­σε και για τον συντάκτη της «ομολογίας», όταν ξαφνικά διεπίστωσε να συμβαίνουν παράξενα πράγματα, με «περίεργα τηλεφωνήματα» και τις «δικαιολογίες» του «δασκά­λου». Διεπίστωσε ακόμη μια «μισανθρωπιστική συμπεριφορά και περιφρόνηση προς τον άνθρωπο» του «δασκάλου» και είδε να γίνεται «φανερή η διαφορά μεταξύ ενός αυτοαποκαλούμενου μεσσία και του ενός αληθινού Μεσσία, του Ιησού Χριστού». Ο νους και η καλοπροαίρετη καρδιά του παρα­συρμένου και εξαπατημένου από τον πολλά υποσχόμενο «δάσκαλο» νέου ανένηψαν και προβληματίστηκαν σοβαρά. Ξύπνησε μέσα του το παρελθόν, οι αρχές που είχε πάρει από την οικογένεια του και την παιδεία του. Το προσωπείο του «δασκάλου» κατέπεσε και φάνηκε το πραγματικό, το απάνθρωπο και βλοσηρό πρόσωπο της πλάνης. Είναι δυνατόν ένας «μεσσίας», που υπόσχεται τον πνευματικό φωτισμό και την «σωτηρία» του άνθρωπου να είναι μισάνθρωπος;
Το θύμα άρχισε να σκέπτεται ελεύθερα και να απαιτεί τα ανθρώπινα δικαιώματά του. Δεν είναι ανεκτό να υβρίζεται από ένα -υποτίθεται- «φωτισμένο δάσκαλο», ο άνθρωπος γενικά, το τελειότερο και θαυμασιώτερο δημιούργημα του Θεού! Γι’ αυτό ξεσπά με αγανάκτηση: «Ο Θεός μας αγαπά τόσο πολύ που δέχθηκε να επενδυθεί τη φθαρτή ανθρώπινη φύση μας με μοναδικό σκοπό να μας δοξάσει με τη νίκη του κατά του θανάτου και το θρίαμβο της Ανάστασης. Δέχθηκε να ταπεινωθεί τόσο πολύ από ανθρώπους γιατί είμαστε τόσο σοφά και άγια πλασμένοι κατ' εικόνα και ομοίωσή Του. Η ομορφιά που έχουμε είναι τόσο μεγάλη που ίσως μόνο Αυτός που μας την έδωσε μπορεί να συλλάβει το μέγεθός της». Ο δρόμος για την ελευθε­ρία έχει πλέον ανοίξει. Η επιστροφή στην ελευθερία του Χριστού άρχισε να γίνεται πραγματικότητα. Το πρώην θύμα της πλά­της και της απάτης έγινε πλέον «απελεύ­θερος Κυρίου» (Α' Κορ. ζ' 22).
Μέσα στις απάνθρωπες συνθήκες που ζει το εγκλωβισμένο θύμα της αίρεσης, η κρίσιμη στιγμή της αφύπνισης, η απόφαση για διάρρηξη των δεσμών του με την ομάδα και τον αρχηγό και η φυγή προς την ελευθερία, είναι συνήθως μια μακρυνή, δύσκο­λη και μερικές φορές, δυστυχώς, αδύνατη προοπτική. Όμως, υπάρχει πάντοτε ελπί­δα. Η υπομονή και η στοργή της οικογέ­νειας του, -η οποία ποτέ δεν πρέπει να πά­ψει να το αγαπά- η σωστή συμπεριφορά και οι σωστές κινήσεις του οικογενειακού περι­βάλλοντος και όλων όσων προσπαθούν να βοηθήσουν και να συμπαρασταθούν στην αντιμετώπιση του προβλήματος, και πάνω απ' όλα η επίκληση της βοήθειας του Κυ­ρίου, είναι τα μοναδικά και ενδεδειγμένα μέσα και οι τρόποι που θα συμβάλουν κα­ταλυτικά, ώστε μια καλοπροαίρετη καρδιά ενός θύματος να αντιληφθεί την λαθεμένη και οδυνηρή κατάσταση στην οποία βρίσκε­ται και να αναζητήσει τον δρόμο προς την ελευθερία. Κι' εδώ δεν πρέπει να αφήσουμε να μας εγκαταλείψουν ποτέ η συνεχής προ­σπάθεια και κυρίως η ελπίδα.
Τότε συντελείται το θαυμαστό γεγονός -το θαύμα- της αναγέννησης του πλανε­μένου άνθρωπου και η εν Χριστώ απολύ­τρωσή του και η αποκατάστασή του. Τότε «έρχεται εις εαυτόν» και αντιλαμβάνεται την εξαπάτηση την οποία υπέστη και ατε­νίζει το φως του Χριστού, επιστρέφει στην Εκκλησία και, ουσιαστικά, στη ζωή. Αυτό μας έχει διδάξει η πολυετής εμπειρία μας, αυτό διακηρύσσει περίτρανα και η «ομολο­γία» που μεταφέρουμε εδώ.
Πιθανώς, ο συντάκτης της «ομολογί­ας» -ως άπειρος νέος- συνάντησε λάθος πρότυπα ζωής. Ίσως το οικογενειακό και κοινωνικό περιβάλλον του να μην τον «γέμισαν». Η άγνοια και οι μεταφυσικές αναζητήσεις του ασφαλώς έγιναν οι αιτίες φυγής προς «ιδανικώτερες» γι' αυτόν κατα­στάσεις. Αυτά και άλλα ίσως δεδομένα συ­νετέλεσαν στον αποπροσανατολισμό του και στην τυφλή εμπιστοσύνη που έδωσε & αυτόν που παρουσιάστηκε μπροστά του ως «φωτισμένος δάσκαλος» και «μεσσίας», υποσχόμενος την λύση όλων των προβλη­μάτων του.
Ο νέος μας συνάντησε πολλές δυσκολί­ες στις αναζητήσεις του. Προσπάθησε να αντισταθεί στο αρνητικό κλίμα και στο υλι­στικό ρεύμα της εποχής του. Βρήκε όμως μπροστά του την ειρωνεία από τους «βολε­μένους» στο σύστημα και την ανεπάρκεια ή την απροθυμία από εκείνους από τους οποίους νόμισε ότι θα του συμπαραστα­θούν. Όπως ο ίδιος γράφει, διεπίστωσε ότι «Το πετυχημένο μοντέλο ανθρώπου φα­ντάζει να είναι κάποιος που έχει πετύχει την αναγνώριση από τους ανθρώπους και όχι από τον Θεό. Όσα περισσότερα έχει κατακτήσει κάποιος σε αυτόν τον κόσμο τόσο πιο μεγάλος νιώθει».
Μέσα σ' ένα τέτοιο πρότυπο ζωής, ο σύγ­χρονος άνθρωπος και κυρίως ο νέος, δεν θέτει τους απαραίτητους και ορθούς πνευ­ματικούς προβληματισμούς. «Έχοντας προσκολληθεί αποκλειστικά σε υλικά αγα­θά, η συζήτηση και μόνο για θέματα που αφορούν γενικά πνευματικούς, υπαρξια­κούς και οντολογικούς προβληματισμούς φαντάζει ξένη, απόμερη και κάπως άβολη μέσα σε μια μοντέρνα παρέα». Γι' αυτό, ο νέος μας, προτού ακόμη πέσει στα χέρια του «δασκάλου», έφθασε στο απογοητευτι­κό γι' αυτόν συμπέρασμα, ότι «η εποχή που ζούμε δεν προσφέρεται για να καταπιαστεί κάποιος με τον εαυτό του και να μπορέσει να ορίσει αυτόν και το πιστεύω του». Έτσι λοιπόν βρέθηκε και ο ίδιος, όπως και τόσοι άλλοι νέοι μας, σε κατάσταση «υψηλού κινδύνου». Τότε ο νέος γίνεται ευάλωτος και πολύ εύκολα μπορεί να γίνει θύμα τού κάθε «επιτήδιου».
Όταν, για κάποιο λόγο, ο σύγχρονος νέος θέσει αυτούς τους σοβαρούς προβλη­ματισμούς και δεν βρεθεί μπροστά του το κατάλληλο πρόσωπο ή το κατάλληλο οικογενειακό και κοινωνικό -γιατί όχι, και εκκλησιαστικό- περιβάλλον, με την σωστή απάντηση, έρχεται να συμπληρώσει αυτή την ανάγκη και αυτό το κενό ο οιοσδήποτε. Αυτό επισημαίνει και ο νέος της «ομολογίας»: «Όταν Λοιπόν θελήσει κάποιος να μά­θει ποιος είναι και που ανήκει, με δεδομέ­να τα προηγούμενα, είναι πολύ εύκολο να καταλήξει σε μονοπάτια που οδηγούν στο θάνατο του πνεύματος και του σώματος του και όχι στην αιώνια ζωή που απλόχερα μας προσφέρει ο Θεός, ο Ιησούς Χριστός και το Άγιο Πνεύμα».
Ο νέος μας θέλησε να απωθήσει το αρνητικό πρότυπο ζωής και ανεζήτησε την απάντηση. Μας το είπε ο ίδιος πριν: «Ήθελα να με ορίσω ιδεολογικά ως μια οντότητα, ψάχνοντας για απαντήσεις για τα πάντα από παντού». Εκεί που προσέτρεξε, ανύποπτος και απληροφόρητος όπως ήταν, νόμισε ότι βρήκε το σωστό νόημα ζωής. Έτσι, πίστεψε καλοπροαίρετα ότι βρήκε την λύση των προβλημάτων του στον «δάσκαλο» που βρέθηκε μπροστά του. Όμως, όπως αποδείχθηκε εκ των υστέρων και όπως ο ίδιος το επιβεβαιώνει, η επιλογή του αυτή δεν ήταν η σωστή, γι' αυτό και το αποτέλεσμα ήταν γι' αυτόν καταστροφικό.
Ευτυχώς όμως, ήλθε και γι' αυτόν η στιγμή της ανάνηψης και της επιστροφής, που τον οδήγησε στην λύτρωση. Και τό­τε κατάλαβε ότι «ο Θεός είναι εκείνος που φροντίζει τη ζωή μας όταν Τον αφήσουμε να την καθοδηγήσει». Αυτή ήταν η ευλογημένη στιγμή της εν Χριστώ ελευθερίας του. Και διακηρύσσει πλέον με βεβαιότητα: «Μια ζωή χωρίς τον Ιησού Χριστό οδηγεί στο θάνατο ενώ μια ζωή με το Χριστό οδηγεί στην αιώνια ζωή».
Αφού όμως ο ίδιος βρήκε τον δρόμο της επιστροφής, την ελευθερία και την σωτη­ρία του κοντά στον Ιησού Χριστό, απλώνει την αγάπη του προς τους πρώην «αδελ­φούς» του στην πλάνη. Αφού γεύθηκε ο ίδιος τους γλυκείς καρπούς της εν Χριστώ ελευθερίας νοιάζεται και για τους άλλους πλανεμένους και αισθάνεται την ανάγκη να καλέσει κι' αυτούς να τον ακολουθή­σουν στον δρόμο για την ελευθερία: «Ένας από τους λόγους που έγραψα τα παραπάνω είναι για να μπορέσετε όλοι εσείς που ανήκετε σε ομάδες και "παρέες" ξένες Χριστού να φύγετε από το σκοτάδι που βρί­σκεστε και να έρθετε στο φως του Χριστού, ο Οποίος σάς περιμένει... Έχω την ελπίδα πως αυτά τα γραπτά ίσως έχουν κάποια ιδιαίτερη αξία, όντας ικανά να καταγρά­ψουν γεγονότα και πρακτικές που χρησι­μοποιούνται όχι σε μία αλλά σε χιλιάδες αιρέσεις, παραθρησκευτικές οργανώσεις, σέχτες και σχετικές ομάδες».
Η κατακλείδα της «ομολογίας» του είναι μια συγκλονιστική κραυγή αγωνίας προς όλα τα θύματα της πλάνης, μέσα από την οποία εκφράζει την ελπίδα ότι το φως του Χριστού θα καταυγάσει κι εκείνων τις καρδιές: «Τέλος, ελπίζω να καταλάβετε τη διαφορά ανάμεσα σε εκείνους που έρχονται και σάς αγκαλιάζουν από την αρχή με χαμόγελα και λόγια μεγάλα και σε αυτούς που νοιάζονται πραγματικά για εσάς και που πρόκειται να σάς παι­δέψουν, όπως ο Ιησούς Χριστός».
Μεταγράψαμε στο παρόν άρθρο μας, από ένα γραπτό κείμενο ενός πρώην θύ­ματος της πλάνης, την περιπέτειά του, τον πόνο του, την ομολογία του για τα αίτια της παραπλάνησής του, τις σκληρές συνθήκες μέσα στις οποίες έζησε, τις γνωστές με­θοδεύσεις των αιρετικών ομάδων για την αλίευση οπαδών και, τέλος, την αγωνία του για τους άλλους πλανεμένους αδελφούς του. Το κείμενο μεταγράφηκε ακριβώς όπως μας παραδόθηκε. Η μόνη αλλαγή είναι η προσαρμογή του στο πολυτονικό σύστημα για τις ανάγκες του περιοδικού μας. Για όποιον θέλει να δει τα πράγματα αντικειμενικά και χωρίς πάθος, το κείμενο αυτό μιλάει από μόνο του, μέσα από την πράξη, για τους κινδύνους που απειλούν τον σύγχρονο άνθρωπο, και κυρίως τους νέους, από την δραστηριότητα των νεο­φανών αιρέσεων και της παραθρησκείας.
Όπως φαίνεται από το περιεχόμενο της «ομολογίας», αυτό το κείμενο έχει πολλούς άποδέκτες. Δεν είναι μόνον τα θύματα που πρέπει να το λάβουν σοβαρά υπόψη. Αφορά σε όλους εμάς, όσοι με τον ένα ή τον άλλο τρόπο μπορεί να έχουμε κάποια σχέση με τέτοια προβλήματα. Ασφαλώς είναι ζωτικής σημασίας πρόβλημα για την οικογένεια και τους γονείς των θυμάτων. Είναι σοβαρώτατο ποιμαντικό πρόβλημα για την Εκκλησία και τους ποιμένες Της. Αφορά σε ολόκληρο το κοινωνικό σύνολο, μέσα στο οποίο ανα­πτύσσονται όλα αυτά τα «καρκινώματα» και ασφαλώς αφόρα την Πολιτεία και τα όργανά της, που είναι ταγμένα να προστα­τεύουν τον πολίτη και τα φυσικά δικαιώ­ματα του και τα έννομα αγαθά. Δυστυχώς, δεν μπορούμε να πούμε ότι στην Ελλάδα έχει γίνει αντιληπτή αυτή η ευθύνη της Πολιτείας στον τομέα αυτό, σε αντίθεση με ό,τι ισχύει σε πολλές από τις άλλες Χώρες της Ενωμένης Ευρώπης. Η υπεύθυνη και σοβαρή προσπάθεια της Εκκλησίας μας και των συνεργατών της, για την ενημέρωση τού Ορθοδόξου Πληρώματος και για την αντιμετώπιση τού προβλήματος προληπτικά ή θεραπευτικά σε τέτοιες περιπτώσεις, δεν είναι αρκετή. Είναι αναγκαία και η παρέμβαση της Πολιτείας, ιδιαίτερα όταν πρόκειται για περιπτώσεις εγκληματικής δραστηριότητας των ομάδων αυτών.
Εμείς εθεωρήσαμε αναγκαίο και χρή­σιμο να παραδώσουμε στους αγαπητούς αναγνώστες μας αυτή την κατάθεση ψυχής ενός πρώην θύματος της σύγχρονης πλάνης, αφ' ενός μεν, γιατί επιβεβαιώνει μέσα από την πράξη, το έργο και τους στό­χους τού περιοδικού μας και την πολύτιμη προσφορά των ασχολουμένων με την αντι­μετώπιση αυτού τού προβλήματος (της Συνοδικής Επιτροπής επί των αιρέσεων και της Πανελληνίου Ενώσεως Γονέων για την προστασία του Ελληνορθόδοξου Πολι­τισμού, της Οικογενείας και τού Ατόμου), και αφ' ετέρου, γιατί έχομε την βεβαιότητα ότι θα βοηθήσει πολλούς υπευθύνους και μη, ή όσους έχουν το πρόβλημα, να συντε­λέσουν στην ορθή αντιμετώπιση αυτής της απειλής, χωρίς ποτέ να χάνουν το θάρρος και την ελπίδα τους.

1. Βλ. κυρίως τα βιβλία του: Ποιμαντική αντιμετώπιση των αιρέσεων και της παραθρησκείας. Ομάδες ασυμβίβαστες με την Ορθόδοξη Πίστη. Αντιμετώπιση των αιρέσεων, προβληματική και στρατηγική. Αντιμετώπιση των αιρέσεων και της παραθρησκείας. Πρακτικός οδηγός για την οικογένεια.
2. Βλ. Ομάδες ασυμβίβαστες με την Ορθόδοξη Πίστη.
 
ΑΠΟ ΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ «ΔΙΑΛΟΓΟΣ» ΟΚΤΩΒΡΙΟΣ - ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΣ 2011, ΤΕΥΧΟΣ 66
Ἀντιαιρετικόν Ἐγκόλπιον    www.egolpion.com
8  ΜΑΡΤΙΟΥ  2012



Read more: http://www.egolpion.com/douleia_planhs.el.aspx#ixzz2ROO9Zro4