Τρίτη 18 Νοεμβρίου 2014

Εις την Σύναξιν των εννέα Ταγμάτων, Θρόνων, Χερουβίμ, και Σεραφίμ, Κυριοτήτων, Δυνάμεων, και Εξουσιών, Αρχών, Αρχαγγέλων, και Αγγέλων.

 






Επάξιόν τι Ταγμάτων των εννέα,
Τίς αν γόνος φθέγξαιτο μηνών εννέα;


Μιχαήλ ο ενδοξότατος και λαμπρότατος ταξιάρχης των ασωμάτων Δυνάμεων, πολλάς ευεργεσίας και χάριτας φαίνεται ότι έδειξεν εις το γένος των ανθρώπων, τόσον εν τη Παλαιά Διαθήκη, όσον και εν τη Νέα, χάριτι του Ευαγγελίου. Σημείωσαι, ότι Μιχαήλ θέλει να ειπή, δύναμις Θεού, ή αρχιστράτηγος δυνάμεως Kυρίου. Διότι αυτός εφάνη πρώτον εις τον Πατριάρχην Αβραάμ. Έπειτα εις τον Λώτ, όταν ελύτρωσεν αυτόν με τας θυγατέρας του από το θεόπεμπτον πύρ, και από την καταστροφήν των Σοδόμων. Μετά ταύτα εφάνη εις τον Πατριάρχην Ιακώβ, όταν ελύτρωσεν αυτόν από τας φονικάς χείρας του αδελφού του Ησαύ. Αυτός επροπορεύετο έμπροσθεν της παρεμβολής των υιών Ισραήλ, όταν ελευθερώθησαν από την σκλαβίαν των Αιγυπτίων, και με τον στύλον του πυρός και της νεφέλης, ευκόλυνεν εις εκείνους την δυσκολίαν της οδοιπορίας. Αυτός εφάνη εις τον μάντιν Βαλαάμ, όταν εκείνος επήγαινε διά να καταρασθή τον Ισραηλιτικόν λαόν, φοβερίζωντας αυτόν, και φανερά εμποδίζωντας από το τοιούτον κίνημα. Αυτός και προς τον Ιησούν του Ναυή ερωτήσαντα, απεκρίθη. «Εγώ αρχιστράτηγος Κυρίου νυνί παραγέγονα». Ούτος και εν τη νέα χάριτι εχώνευσε τους ποταμούς, τους οποίους μίαν φοράν απέλυσαν οι δυσσεβείς εναντίον του εν Χώναις αγιάσματός του, και εναντίον του θείου Ναού του. Και άλλα δε πολλά ιστορούνται δι’ αυτόν εν ταίς θεοπνεύστοις Γραφαίς. Διά τούτο και ημείς προστάτην αυτόν και φύλακα της ζωής ημών προβαλλόμενοι, την πάνσεπτον αυτού πανήγυριν εορτάζομεν σήμερον, η οποία και Σύναξις ονομάζεται δι’ αιτίαν τοιαύτην.
Ο διά υπερβολήν υπερηφανίας επαρθείς κατά του πάντων Ποιητού και Δεσπότου Διάβολος, και καυχησάμενος να βάλη τον θρόνον του επί των νεφελών του ουρανού, και να γένη όμοιος τω Υψίστω, καθώς περί αυτού γράφει ο Ησαΐας (Ησ. ιδ΄, 14), ούτος, λέγω, επειδή ευθύς οπού ενόησε ταύτα και εβουλήθη, εξέπεσεν από την ουράνιον δόξαν και από το αρχαγγελικόν αυτού αξίωμα. Καθώς είπεν εν Ευαγγελίοις ο Κύριος. «Εθεώρουν τον Σατανάν ως αστραπήν εκ του ουρανού πεσόντα» (Λουκ. ι΄, 18). Ομοίως δε και το υποτασσόμενον εις αυτόν τάγμα των Αγγέλων, απεσκίρτησεν από Θεού διά υπερηφάνειαν, διά τούτο εξέπεσε και αυτό μαζί με τον αρχηγόν του Διάβολον. Και έγιναν όλοι ομού σκοτεινοί αντί φωτεινοί. Και δαίμονες, αντί Άγγελοι.
Τότε λοιπόν λέγεται, ότι ο μέγας ούτος αρχιστράτηγος Μιχαήλ, βλέπωντας την ελεεινήν των Αγγέλων έκπτωσιν, εκατάλαβε την αιτίαν της τοιαύτης εκείνων πτώσεως. Και δια τούτο με την υποταγήν και ταπείνωσιν, την οποίαν έδειξεν ως δούλος ευχάριστος και οικέτης πιστός προς τον εδικόν του Δεσπότην Θεόν, διεφύλαξε, τόσον την εδικήν του δόξαν και λαμπρότητα, την παρά Θεού χαρισθείσαν, όσον και την δόξαν των άλλων Αγγελικών ταγμάτων. Όθεν δια την υποταγήν και ευγνωμοσύνην του ταύτην, εδιωρίσθη παρά του Θεού Παντοκράτορος, να ήναι πρώτος των Αγγελικών τάξεων. Συνάξας γαρ και ενώσας εις εν τους χορούς των Αγγέλων, εφώναξεν εις αυτούς το «Πρόσχωμεν». Ήτοι ας προσέξωμεν και ας εννοήσωμεν, τί έπαθον ούτοι οι εκπεσόντες δαίμονες δια την υπερηφανίαν τους, οίτινες προ ολίγου ήτον μαζί με ημάς Άγγελοι. Και ας στοχασθώμεν τί μεν είναι ο Θεός, τί δε είναι ο Άγγελος. Ο μεν γαρ Θεός, είναι Δεσπότης και Δημιουργός ημών των Αγγέλων. Ημείς δε οι Άγγελοι, είμεθα δούλοι και κτίσματα του Θεού. Και έτζι ανύμνησε και εδόξασε τον των απάντων Θεόν, αναβοήσας εκείνον βέβαια τον θείον και αγγελικόν ύμνον με όλους τους Αγγέλους, «Άγιος, Άγιος, Άγιος Κύριος Σαβαώθ, πλήρης ο ουρανός και η γη της δόξης αυτού».
Σημείωσαι, ότι μερικοί Διδάσκαλοι προσαρμόζουσιν εις την πτώσιν ταύτην του εωσφόρου, και των δαιμόνων και εις την ανδραγαθίαν του Αρχαγγέλου Μιχαήλ, τα ρητά εκείνα της Αποκαλύψεως τα λέγοντα· «Kαι εγένετο πόλεμος εν τω ουρανώ, ο Μιχαήλ και οι Άγγελοι αυτού, επολέμησαν μετά του δράκοντος. Kαι ο δράκων επολέμησε και οι Άγγελοι αυτού και ουκ ίσχυσαν. Ούτε τόπος ευρέθη αυτών έτι εν τω ουρανώ. Kαι εβλήθη ο δράκων ο μέγας. Ο όφις ο αρχαίος, ο καλούμενος Διάβολος. Kαι ο Σατανάς, ο πλανών την οικουμένην όλην εβλήθη εις την γην. Kαι οι Άγγελοι αυτού μετ’ αυτού εβλήθησαν» (Αποκάλ. ιβ΄, 7). Λέγει δε και ο Kορυφαίος Πέτρος· «Ει γαρ ο Θεός Αγγέλων αμαρτησάντων ουκ εφείσατο, αλλά σειραίς ζόφου ταρταρώσας παρέδωκεν εις κρίσιν τετηρημένους» (Β΄ Πέτ. β΄, 4).
Αλλά και ο Απόστολος Ιούδας ούτω φησίν· «Αγγέλους τε τους μη τηρήσαντας την εαυτών αρχήν, αλλά απολιπόντας το ίδιον οικητήριον, εις κρίσιν μεγάλης ημέρας, δεσμοίς αϊδίοις υπό ζόφον τετήρηκεν» (6).
Έφη δε και ο θεολόγος Γρηγόριος· «Πρώτον μεν εννοεί ο Θεός τας αγγελικάς δυνάμεις και ουρανίους. Kαι το εννόημα έργον ήν, Λόγω συμπληρούμενον και Πνεύματι τελειούμενον. Kαι ούτως υπέστησαν λαμπρότητες δεύτεραι, λειτουργοί της πρώτης λαμπρότητος… Βούλομαι μεν ειπείν, ότι ακινήτους (υποληπτέον ταύτας) προς το κακόν, και μόνην εχούσας την του καλού κίνησιν. Άτε περί Θεόν ούσας, και τα πρώτα εκ Θεού λαμπομένας. (Τα γαρ ενταύθα, δευτέρας ελλάμψεως.) Πείθει δε με μη ακινήτους, αλλά δυσκινήτους και υπολαμβάνειν ταύτας και λέγειν, ο διά την λαμπρότητα εωσφόρος, σκότος διά την έπαρσιν και γενόμενος και λεγόμενος. Αί τε υπ’ αυτόν αποστατικαί δυνάμεις, δημιουργοί της κακίας τη του καλού φυγή, και ημίν πρόξενοι» (Λόγ. εις την Χριστού Γέννησιν).
Και τούτο δε ενταύθα σημείωσαι, ότι ο Θεοδώρητος λέγει, πως εξέπεσαν από όλας τας τάξεις των Αγγέλων, συμπεραίνωντας τούτο από το λόγιον του Αποστόλου Παύλου το λέγον· «Ουκ έστιν ημίν η πάλη προς αίμα και σάρκα· αλλά προς τας αρχάς, προς τας εξουσίας». Ούτω γαρ επί λέξεως λέγει· «Εκ των αγίων ήσαν ταγμάτων οι πονηροί δαίμονες. Αλλά και διά πονηρίαν, της τάξεως εκείνης εξέπεσαν. Έχουσι δε και νυν τας προσηγορίας εις έλεγχον της βδελυρίας». Συμφωνεί εις τούτο και ο θείος Ιερώνυμος, ότι δηλαδή οι εκπεσόντες Άγγελοι, εξέπεσον, όχι από ένα τάγμα, αλλά από πολλά. Βεβαιοί δε τον λόγον του από το αυτό ρητόν του μεγάλου Παύλου.
Αγκαλά και ο θεοφόρος Μάξιμος, και ο Δαμασκηνός Ιωάννης, θέλουσιν ότι από την ενάτην μόνην τάξιν των Αγγέλων, να έπεσον όσοι Άγγελοι έπεσον. Τον δε εωσφόρον, ο μεν Χρυσόστομος, πρώτον των Αγγέλων λέγει και ότι αυτός εξετραχηλίσθη από τον αγγελικόν κολοφώνα. Τω δε Χρυσοστόμω, συμφωνεί ο ιερός Αυγουστίνος και ο Διάλογος. Kαι ο Ιερώνυμος δε ανώτατον αυτόν πάντων των Αγγέλων υπέλαβε. Ο δε Τερτυλλιανός, εξέχοντα και σοφώτατον αυτόν πάντων είπε, και απλώς, ο εωσφόρος από το τάγμα των Σεραφίμ εξέπεσε· καν και ο ανωτέρω Δαμασκηνός και ο θείος Μάξιμος, πρώτον αυτόν είπον της ενάτης τάξεως των Αγγέλων.
Περί δε του πλήθους των Αγγέλων λέγει ο Χρυσορρήμων· «Ότι γαρ άπας ο αήρ, Αγγέλων εμπέπλησται, άκουσον τί φησιν ο Παύλος. “Οφείλουσιν αι γυναίκες εξουσίαν έχειν επί της κεφαλής διά τους Αγγέλους”» (Λόγ. εις την Ανάληψιν, τόμω ε΄ της εν Ετόνη εκδόσεως).
Σημειούμεν ενταύθα, ότι επειδή το Μυστήριον τούτο της των Αγγέλων Συνάξεως παρελάβομεν εξ αρχαίας παραδόσεως, καθώς γράφεται παρά πολλοίς χειρογράφοις Συναξαρισταίς, θαυμάζω, πως τινες καίτοι σοφοί όντες, εμοί γούν τω ασόφω ουκ έδωκαν νοήσαι, πως εθάρσησαν να ειπούν, ότι αυτό είναι μύθος
[Α447]
και μυθάριον! αποστολικόν γαρ παράγγελμα είναι, κατά τον Μέγαν Βασίλειον, το να κρατώμεν τας παραδόσεις, ας παρελάβομεν. Kαι αυτοί δε οι τούτο λέγοντες, πολλά λέγουσιν αλλαχού περί φυλακής των εκκλησιαστικών παραδόσεων, όπου γε την αρχαίαν παράδοσιν ταύτην βεβαιούσι και άλλοι, ων είς εστι και ο Φιλαδελφείας Μακάριος ο Χρυσοκέφαλος, έν τε τω εις τους Ταξιάρχας λόγω, και εν τω εις τα εννέα τάγματα. Ει δε και προβάλλουσιν, ότι εν τη ουρανίω Ιεραρχία τάξις απαράβατός εστι, φωτίζεσθαι και τελειούσθαι τας κατωτέρω τάξεις των Αγγέλων υπό των ανωτέρω, αποκρινόμεθα ότι ναί. Τούτο αληθεύει εν όσω ασύγχυτος μένει η τάξις εκάστης χοροστασίας. Τότε δε εν τη πτώσει του εωσφόρου πόλεμος εγένετο εν τω ουρανώ, κατά την ιεράν Αποκάλυψιν. Όθεν πάσα η τάξις και αρμονία των υπερκοσμίων ουσιών συνεχύθη και ανεστράφη, καθότι έπεσον και από τα ανώτερα του αρχαγγελικού τάγματος, εκ του οποίου ήτον ο Μιχαήλ. Kαι τούτο βεβαιούται από τα λόγια του Αποστόλου. «Ουκ έστιν ημίν, λέγοντος, η πάλη προς αίμα και σάρκα. Αλλά προς τας αρχάς, προς τας εξουσίας». Δείκνυται γαρ εκ του ρητού τούτου, ότι κατά τον θείον Ιερώνυμον και τον Θεοδώρητον τους ερμηνεύοντας το ρητόν αυτό, οι εκπεσόντες Άγγελοι, δεν έπεσον από ένα μόνον τάγμα, αλλά από πολλά και ανώτερα του τάγματος των Αρχαγγέλων, οποίαι είναι αι Αρχαί και αι Εξουσίαι. Kαι αφίνω να λέγω, ότι, κατά τον Χρυσόστομον, και Αυγουστίνον, και Διάλογον, και Ιερώνυμον, ο εωσφόρος ήτον ανώτατος πάντων των Αγγέλων, και εξέπεσεν εκ του αγγελικού κολοφώνος. Επειδή λοιπόν αύται αντιστρέψασαι την τάξιν, αντί να μυήσουν και να φωτίσουν τα κατώτερα τάγματα εις το αγαθόν, εμύησαν αυτά εις το κακόν και εσκότισαν, τούτου χάριν ο Αρχάγγελος Μιχαήλ σταθείς εν τη οικεία τάξει του αγαθού, εμύησε τας ανωτέρω Αρχάς και Εξουσίας να μένουν εν τη τάξει του αγαθού καθ’ ην εκτίσθησαν. Τί λοιπόν άτακτον, ή άτοπον ακολουθεί, ανίσως ο κατώτερος Μιχαήλ και μείνας εν τω αγαθώ, βλέπων τας ανωτέρω Αρχάς και Εξουσίας να εκπίπτουν του αγαθού, εμύησεν αυτάς και εδίδαξε να μένουν εν τω αγαθώ; Βέβαια ουδέν.
Kαι εν τη καθ’ ημάς γαρ ιεραρχία, του Ιερέως και Ιεράρχου ατακτούντων και κακώς φρονούντων, και Διάκονος και Μοναχός ευτακτούντες και ορθώς φρονούντες, δύνανται νουθετήσαι και ευτακτήσαι αυτούς, καθώς τα παραδείγματά εισι πάμπολλα. Σημείωσαι όμως ότι η ανωτέρω περικοπή, η κατά το τέλος του Συναξαρίου γραφομένη του Αρχαγγέλου Μιχαήλ, ήτοι η λέγουσα αυτολεξεί· «Το τοιούτον ουν μυστήριον εξ αρχαίας παραδόσεως παραλαβόντες την παρούσαν εορτήν εορτάζομεν, Σύναξιν αυτήν ονομάζοντες, ως είρηται». Αύτη, λέγω, κακώς παρελείφθη από τους τετυπωμένους Συναξαριστάς. Ει γαρ προσέκειτο, ουκ άν, οίμαι, μύθον το Συναξάριον τούτο οι ανωτέρω ωνόμασαν, ως φύλακες των εκκλησιαστικών παραδόσεων.
Το τοιούτον λοιπόν μυστήριον εξ αρχαίας παραδόσεως παραλαβόντες ημείς, την παρούσαν εορτήν εορτάζομεν. Σύναξιν αυτήν ονομάζοντες των Αγγέλων: τουτέστι προσοχήν, ομόνοιαν και ένωσιν.
Μαζί δε με τον Αρχάγγελον Μιχαήλ εορτάζομεν σήμερον και τον ωραιότατον και χαριέστατον Αρχάγγελον Γαβριήλ. Διατί και αυτός πολλάς ευεργεσίας εποίησεν εις το ανθρώπινον γένος, τόσον εν τη Παλαιά, όσον και εν τη Νέα Διαθήκη. Γαβριήλ δε θέλει να ειπή, Θεός και άνθρωπος, κατά τον Πρόκλον Kωνσταντινουπόλεως. Δια τούτο και αυτός υπηρέτησεν εξαιρέτως εις το μυστήριον της ενσάρκου οικονομίας του Θεανθρώπου Λόγου. Το περί του Αρχαγγέλου Γαβριήλ τούτο Συναξάριον ημείς προσεθήκαμεν.
Επειδή πάντη ανάρμοστον και ανακόλουθον είναι, να λέγεται μεν η εορτή αύτη των δύω Αρχιστρατήγων Μιχαήλ και Γαβριήλ, και πάντα τα τροπάρια και οι Kανόνες να αναφέρωσι περί των δύω Αρχαγγέλων. Έπειτα δε εν τω Συναξαρίω, να αναφέρεται μόνος ο Μιχαήλ.
Εν μεν γαρ τη προφητεία του Δανιήλ φέρεται αυτολεξεί το όνομά του, όταν εξήγησεν εις τον Δανιήλ την όρασιν, οπού είδε περί των βασιλέων Μήδων και Περσών και Ελλήνων. «Γαβριήλ, γαρ φησι, συνέτισον εκείνον (τόν Δανιήλ δηλ.) την όρασιν» (Δαν. η΄, 16). Και πάλιν ο αυτός Γαβριήλ εφανέρωσεν εις τον αυτόν Δανιήλ, ότι μετά εβδομήκοντα εβδομάδας χρόνων, ήγουν μετά τετρακοσίους εννενήντα επτά χρόνους, έχει να έλθη ο Χριστός. «Και ιδού, φησιν, ανήρ Γαβριήλ, Νν είδον εν τη οράσει εν τη αρχή πετόμενος, και ήψατό μου ωσεί ώραν θυσίας εσπερινής, και συνέτισέ με», και τα εξής (Δαν. θ΄, 21). Αυτός είναι οπού ευηγγέλισε και την γυναίκα του Μανωέ, ότι έχει να γεννήση τον Σαμψών. Αυτός είναι οπού ευηγγέλισε τον Ιωακείμ και την Άνναν, ότι μέλλουν να γεννήσουν την κυρίαν και Δέσποιναν Θεοτόκον.
Εν δε τη Νέα Διαθήκη, αυτός είναι οπού ευηγγέλισε τον Ζαχαρίαν, εστώς εκ δεξιών επί του θυσιαστηρίου του θυμιάματος, ότι έχει να γεννήση τον μέγαν Ιωάννην τον Πρόδρομον. Αυτός έτρεφε και την Αειπάρθενον Μαριάμ δώδεκα χρόνους μέσα εις τα Άγια των Αγίων με τροφήν ουράνιον. Αυτός δή αυτός, και ποίος αμφιβάλλει, ευηγγέλισε την αυτήν Θεοτόκον, ότι μέλλει να γεννήση εκ Πνεύματος Αγίου τον Υιόν και Λόγον του Θεού. Αυτός εφάνη εις το όραμα του Ιωσήφ, ως θέλουσι πολλοί, και είπεν εις αυτόν να μη φοβηθή, αλλά να παραλάβη Μαριάμ την γυναίκά του, επειδή το εν αυτή γεννηθέν εκ Πνεύματός εστιν Αγίου. Αυτός εφάνη και εις τους ποιμένας και ευηγγέλισεν αυτούς, ότι ετέχθη ο Σωτήρ του κόσμου Χριστός. Και αυτός εν οράματι είπεν εις τον Ιωσήφ να πάρη το Παιδίον και την Μητέρα αυτού και να φύγη εις Αίγυπτον. Και πάλιν αυτός ο ίδιος είπεν αυτώ να επιστρέψη εις την γην Ισραήλ. Πολλοί δε των ιερών διδασκάλων και ασματογράφων γνωματεύουσιν, ότι ο θείος Γαβριήλ ήτον ο λευχειμονών εκείνος Άγγελος, όστις κατελθών από τον Ουρανόν, απεκύλισε τον λίθον από της θύρας του μνημείου του ζωοδότου Ιησού, και εκάθητο επάνω αυτού. Και αυτός ήτον ο ευαγγελίσας τας Μυροφόρους περί της αναστάσεως του Κυρίου. Και διά να ειπούμεν καθολικώς, ο θειότατος Γαβριήλ υπηρέτησεν εις το Μυστήριον της ενσάρκου οικονομίας του Θεού Λόγου απ’ αρχής έως τέλους. Δια τούτο και η Εκκλησία του Χριστού παρέλαβε να συνεορτάζη αυτόν μαζί με τον Αρχάγγελον Μιχαήλ, και να επικαλήται την παρ’ αυτού χάριν και βοήθειαν.

(Την κατά πλάτος διήγησιν περί των Αρχαγγέλων όρα εις τον Θησαυρόν του Δαμασκηνού.)

ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΑ ΘΗΣΑΥΡΙΣΜΑΤΑ


Read more: http://iereasanatolikisekklisias.blogspot.com/search?updated-max=2014-11-10T02:46:00-08:00&max-results=7#ixzz3JQBeuNX6

Πέμπτη 6 Φεβρουαρίου 2014

Η Απόδοση του Πάσχα

Από Αρχιμ.Νικόδημος

 

Τί απέδωσε το Πάσχα;
Ξαναγιορτάζοντας το Πάσχα, μετά από σαράντα μέρες, δηλώνουμε ότι το Πάσχα, η Ανάσταση, συνεχίζεται.
Τί μας αποδίδει το Πάσχα; Κάθε τι στη ζωή κρίνεται από την απόδοση του. Εξετάζουμε τί αποδίδει ένα μηχάνημα, ένας εργάτης, μια θεωρία! Τί αποδίδει ένα γεγονός! Το Πάσχα είναι ένα γεγονός. Τί, λοιπόν, κερδίζουμε απ’ αυτό;
Το πρώτο: Μας απέδωσε ζωντανό τον Ιησού. Χάθηκε για τρεις μέρες απ’ την επίγεια ζωή ο Χριστός.
Φάνηκε να τον καταπίνει ο θάνατος, όπως το κήτος κατάπιε τον Ιωνά. Τελικά το κήτος της θάλασσας απέδωσε ζωντανό τον Ιωνά. Έτσι κι ο θάνατος απέδωσε ζωντανό το Χριστό. «Ως εκ κήτους Ιωνάς εξανέστης του τάφου» (κανόνας του Πάσχα).
Γιατί το θαλάσσιο εκείνο κήτος απέδωσε ζωντανό τον Ιωνά; Διότι δεν βρήκε στον Ιωνά κατάλληλη τροφή, τη συνηθισμένη του τροφή. Άγνωστη τροφή του φάνηκε ο άνθρωπος Ιωνάς, και γι’ αυτό δε μπόρεσε να τον κατασπαράξει και να τον χωνέψει. Αναγκάστηκε να τον αποβάλει ζωντανό.
Και το θηρίο, που λέγεται θάνατος, απέδωσε ζωντανό τον Κύριο, επειδή δεν βρήκε σ’ Αυτόν την τροφή που γνώριζε. Η τροφή του θανάτου είναι η αμαρτία. Ο Χριστός ήταν άσχετος με την αμαρτία. Άρα δεν έκανε για το στομάχι του θανάτου (Ε.Π.Ε. 31,294).
Με το Πάσχα αποδόθηκε ζωντανός ο Χριστός, που είναι ο ακρογωνιαίος και πολύτιμος λίθος. Όταν ένας άνθρωπος καταπιεί ένα λίθο, πρώτα μεν το στομάχι του προσπαθεί να τον διαλύσει με τα υγρά που διαθέτει. Να τον χωνέψει. Να τον αφομοιώσει. Να τον εξαφανίσει. Αν αυτό δεν είναι δυνατόν, τότε αποβάλλει το λίθο, μέσα σε φρικτούς πόνους.
Κάτι ανάλογο συνέβηκε με το θάνατο. Κατάπιε τον Ιησού Χριστό, που είναι ό λίθος  ο «ακρογωνιαίος», ο «πολύτιμος». Δεν μπόρεσε να τον χωνέψει, να τον διαλύσει, να τον εξαφανίσει. Αναγκάστηκε να τον αποβάλει, μέσα σε φρικτούς πόνους.
Και αποβάλλοντας ο θάνατος το Θεάνθρωπο Ιησού, «εξέμεσε», «συνεξέμεσε» και όλη την τροφή που είχε μέσα στο τεράστιο στομάχι του. Όλη, δηλαδή, την ανθρώπινη φύση. Με την Ανάσταση του Χριστού συνανίσταται ολόκληρη η ανθρωπότητα (Ε.Π.Ε. 31,294-296).
Το δεύτερο: Το Πάσχα μας απέδωσε νεκρό το θάνατο! Αντί να καταπιεί το Χριστό, «κατεπόθη» ο ίδιος (Α’ Κορ. ιε’ 54). Η Ανάσαση του Χριστού απέδωσε τη στείρωση του θανάτου.

Σάββατο 25 Ιανουαρίου 2014

Ποιά είναι η θέση της Εκκλησίας για τον Πολιτικό γάμο;

Ποιά είναι η θέση της Εκκλησίας για τον Πολιτικό γάμο;

Η θέση της Ορθοδόξου Εκκλησίας μας μπροστά στην ύπαρξη πολιτικού γάμου, είναι ότι δεν τον αναγνωρίζει με βάση τη θρησκευτική μας διδασκαλία. Εκ των πραγμάτων αναγνωρίζει όμως θεσμικά την πολιτειακή απόφαση και μάλιστα, όταν υπάρξει διαζύγιο πολιτικού γάμου, αναγκάζεται από το Νόμο η Εκκλησία να εκμετρά αυτόν ως ήδη τελεσθέντα. Ωστόσο όμως στην ουσία ο πολιτικός γάμος δεν είναι μυστήριο, δεν έχει ιερολογία και δεν είναι της ιεράς Παραδόσεώς μας. Ως εκ τούτου δεν μπορεί να γίνει αποδεκτός. Τα ζεύγη εκείνα που τέλεσαν μόνο πολιτικό γάμο, βρίσκονται ως αποκομμένα μέλη της Εκκλησίας και τελούν εφ’ όσον μετανιώσουν και σκέπτονται να επανορθώσουν το σφάλμα τους, υπό κανόνος.
Η Ιερά Σύνοδος της Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος σε σύγκλισή της από 19-21 Ιανουαρίου 1982 με απόφαση της τοποθετήθηκε με τις κάτωθι θέσεις επί του πολιτικού γάμου:
  1. Σύμφωνα με την δογματικήν διδασκαλίαν της Ορθοδόξου Εκκλησίας, ο γάμος είναι μυστήριον και για την κανονική και νόμιμη σύστασή του απαραίτητο στοιχείο είναι η Ιερολογία του. Άλλου είδους γάμο δεν αναγνωρίζει για τους πιστούς της. Γι’ αυτό το λόγο, κατά την πίστη της Εκκλησίας, ο πολιτικός γάμος αποτελεί πορνεία και μοιχεία και παραβίαση της δογματικής διδασκαλίας περί Μυστηρίων. Είναι λοιπόν φανερόν, ότι ο πολιτικός γάμος δεν μπορεί να θεωρηθεί από την Εκκλησία ως ισόκυρος και ισοδύναμος προς τον θρησκευτικόν γάμο των ορθοδόξων.
  2. Εξ αιτίας όμως των ολίγων εκείνων, που θεωρητικά υποστηρίζουν ότι είναι άπιστοι και άθεοι, ανέχεται η Εκκλησία την θέσπιση πολιτικού γάμου, για να μην εμπαίζεται το μέγα μυστήριο του γάμου από ανθρώπους που δεν πιστεύουν στην ιερότητά του και για να εξυπηρετηθούν οι αλλόθρησκοι και οι ετερόδοξοι.
  3. Όσοι Ορθόδοξοι τελούν πολιτικό γάμο, «θέτουν εαυτούς μόνοι των εκτός της Εκκλησίας, εφ’ όσον ευσυνειδήτως και δημόσια απαρνούνται θεμελιώδη της πίστεως επιταγήν. Επομένως, μετά πολλής λύπης, οι τελικώς και αμετανοήτως εμμένοντες εις την απιστίαν αυτήν, αποκόπτονται της Εκκλησίας εξ’ ιδίας αυτών υπαιτιότητος και στερούνται των ευλογιών και των ευχών της».
Η Διαρκής Ιερά Σύνοδος με την υπ’ αριθμ. 2320/19-5-1982 Εγκύκλιόν της «προς τους Σεβ. Μητροπολίτας της Εκκλησίας της Ελλάδος» για τις προϋποθέσεις τελέσεως θρησκευτικού γάμου, βάσει του Ν.1250/1982 δεν παραλείπει να «επισημειώσει» ότι «τέκνα της Εκκλησίας λογίζονται όσα σέβονται και ευλαβούνται τα Ιερά Αυτής Μυστήρια». Η διατύπωση δεν επιτρέπει αμφιβολία: Όσοι τελούν πολιτικό γάμο δείχνουν έμπρακτα και δημόσια ότι δεν σέβονται και δεν ευλαβούνται ένα από τα επτά ιερά Μυστήρια• άρα δεν λογίζονται τέκνα της Εκκλησίας. Δηλαδή, αποκόπτονται μόνοι τους από το ιερό Σώμα Της. Γιατί, όπως εύστοχα παρατηρήθηκε, η Ιερά Σύνοδος δεν μπορεί να κάνει «χάρη» να αναγνωρίζει ως πιστούς χριστιανούς, όσους δεν είναι.
Πάντως πρέπει να σημειώσουμε ακόμη ότι κανονικά και σύμφωνα με τις Εντολές των Ιερών Κανόνων της Αγίας μας Εκκλησίας, όσοι τελούν πολιτικό γάμο είναι σαν να συζούν μέσα στην προγαμιαία σχέση, που για την Ορθόδοξο Εκκλησία μας παραμένει αμάρτημα, το οποίον εν μετανοία καλούνται όσοι το διαπράττουν να εξομολογούνται. Επίσης οι τελέσαντες μόνον πολιτικό γάμο, δεν μπορούν να γίνουν ανάδοχοι σε μυστήριο βαπτίσεως ή κουμπάροι σε γάμο. Και το πιο βαρύ είναι, ότι δεν θάπτονται με θρησκευτική κηδεία, εφόσον δεν μετανόησαν για την πράξη τους αυτή. Φυσικά οι κανόνες αυτοί, όσο αυστηροί κι αν φαίνονται είναι για να διαφυλάξουν την ελευθερία μας. Πρέπει να καταλάβουμε ότι η Εκκλησία μας είναι Εκκλησία αγάπης και οικονομεί τα παιδιά Της, τότε μόνον, όταν αυτά την σέβονται και την υπακούν και όχι όταν θέλουν οι ίδιοι να φτιάξουν ή να αναδημιουργήσουν την Εκκλησία. Από τους πρώτους κιόλας χρόνους ζωής της η Εκκλησία είχε τέτοιες τάσεις αποσχιστικές. Πώς έπρεπε, λοιπόν, να διαφυλάξει την Θεοπαράδοτη κληρονομιά Της; Την διαφύλαξε με νύχια και με δόντια, χωρίς ποτέ να ενδίδει στις φοβέρες και στις απειλές απ’ όποιους κι αν αυτές εκστομίζονταν και έθετε πάντοτε τους Ιερούς όρους και τους Ιερούς κανόνες της, με την επιφοίτηση και την καθοδήγηση του Αγίου Πνεύματος.
Πιστεύω στην Ορθόδοξη Εκκλησία, σημαίνει ότι την αποδέχομαι όπως μας την παρέδωσε ο Κύριός μας, οι Άγιοι Απόστολοι και οι Άγιοι Πατέρες μας. Τίποτα δεν μπορώ να διαλέξω ή να επιλέξω αποσπασματικά. Ή όλα τα αποδέχομαι, ή όχι. Μέση κατάσταση δεν μπορεί να υπάρξει. Έτσι συμβαίνει και με τον πολιτικό γάμο, που είναι ένα τέχνασμα του διαβόλου, για να κρατάει δέσμια τα παιδιά του Θεού, τα βαπτισμένα και μυρωμένα στην αναγεννητική κολυμβήθρα της Εκκλησίας, στην πορνεία και στην μοιχεία. Δυστυχώς όμως υπάρχουν και γονείς, που μπροστά στο συμφέρον δεν υπολογίζουν Θεό και Εκκλησία. Σήμερα το συμφέρον έγινε Θεός, και επειδή έτσι συμβαίνει, γι’ αυτόν τον λόγο δεν υπάρχει ευλογία και αγάπη μέσα στα ζευγάρια και περνάει μεγάλη κρίση ο θεσμός της οικογένειας. Πώς όμως να μην περνάει, αφού αφήσαμε και αφήνουμε το Θεό και την Εκκλησία Του έξω από τα σπιτικά μας;

Παρασκευή 24 Ιανουαρίου 2014

ΟΙ ΠΑΤΕΡΕΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ: ΓΝΗΣΙΟΙ ΦΟΡΕΙΣ ΚΑΙ ΘΕΜΑΤΟΦΥΛΑΚΕΣ ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΠΑΡΑΔΟΣΕΩΣ

ΟΙ ΠΑΤΕΡΕΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ: ΓΝΗΣΙΟΙ ΦΟΡΕΙΣ ΚΑΙ ΘΕΜΑΤΟΦΥΛΑΚΕΣ ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΠΑΡΑΔΟΣΕΩΣ
   
“Το πράγμα ο επιστήμων πρέπει να το γνωρίσει, το πρόσωπο οφείλει να το κατανοήσει. Στη μία περίπτωση χρειάζεται ανάλυση, στην άλλη είσοδο σε χώρο ζωντανό και δυναμικό. Η κατανόηση φυσικά είναι πολύ δυσκολότερη από τη γνώση. Και η είσοδος στο δυναμικό χώρο του προσώπου προϋποθέτει ο,τι και η γνώση συν κάτι εξαιρετικά σπουδαίο και φοβερά δύσκολο, δηλαδή απαιτεί μικρή η μεγάλη μετοχή σ᾽αυτό που είναι το πρόσωπο.

Να γιατί αισθάνομαι αμηχανία και τρόμο μπροστά στο θέμα μου και γιατί αυτά που γράφω μοιάζουν με διστακτικά προσεκτικά βήματα σ᾽ ένα πανώριο μυστηριώδες δάσος, που είναι γνόφος (σκοτάδι) και φως μαζί.

Φυσικά ο ερευνητής και πολύ περισσότερο ο θεολόγος δεν ερωτάται αν θέλει η αν μπορεί να μιλήσει για ένα Πατέρα και Διδάσκαλο της ᾽Εκκλησίας. Οφείλει να το κάνει. Έχει καθήκον να μιλήσει για το πρόσωπο του Πατρός, διότι αυτό που λέμε Παράδοση είναι η γνήσια ζωή του Πατρός. Εκφράζουμε λοιπόν την Παράδοση, μιλάμε για την Παράδοση, σημαίνει εκφράζουμε τον Πατέρα, μιλάμε για τον Πατέρα. Άλλη διέξοδος η λύση δεν υπάρχει”.

Με αυτά τα λόγια προλογίζει ο ομότιμος καθηγητής της Πατρολογίας στο Πανεπιστήμιο ᾽Αθηνών, μακαριστός ήδη, Στυλιανός Παπαδόπουλος την αναφορά του στους Πατέρες της ᾽Εκκλησίας. Θεωρεί, και δικαίως, ότι Παράδοση και Πατέρες είναι έννοιες ταυτόσημες, γεγονός που καθιστά τη γνώση της Παραδόσεως εξαιρετικά δύσκολο έργο, αφού, όπως σημειώνει, κατανοούμε τους Πατέρες, που είναι φορείς της Παραδόσεως, στον βαθμό που υψωνόμαστε και εμείς στο ύψος της δικής τους ζωής. Κι αν για εκείνον, που είχε αφιερώσει τη ζωή του στην κατανόηση και την έκφραση της ζωής και του έργου τους, ήταν δύσκολο να μιλάει γι᾽ αυτούς, πόσο περισσότερο για εμάς που η ενασχόλησή μας με τους Πατέρες είναι ασυγκρίτως μικρότερη;

Είναι ευνόητο βεβαίως, πριν προχωρήσουμε δι᾽ ολίγων στην ανάπτυξη του θέματός μας, να επισημάνουμε ότι η αναφορά μας στους Πατέρες έχει χαρακτήρα σωτηριολογικό. Διότι αν ό,τι συμβαίνει στην Εκκλησία έχει τέτοιο χαρακτήρα, αποσκοπεί δηλαδή στην ένωση του ανθρώπου με τον Θεό – αυτό σημαίνει σωτηρία: να γίνω σώος, ολόκληρος στον βαθμό που σχετίζομαι με τον Χριστό - άρα ο λόγος για τους Πατέρες που έζησαν στην ᾽Εκκλησία και τη ζωή της ᾽Εκκλησίας και φώτισαν την πορεία της ιδιαιτέρως σε κρίσιμες περιόδους, δεν μπορεί να είναι διαφορετικός. Με άλλα λόγια οι Πατέρες αγωνίστηκαν να διακρατήσουν ανοιχτή την όραση του Χριστού στον κόσμο, χρησιμοποιούμενοι από τονΘεό ως όργανα για την απόκρουση κάθε κινδύνου που απειλούσε την αλλοίωση της παραδόσεώς Του.

1. Η έννοια της Παραδόσεως.

Προκειμένου πιο συγκεκριμένα να δούμε τους Πατέρες ως φορείς της Παραδόσεως θα πρέπει σύντομα να δούμε τι είναι η Παράδοση αυτή.

Και δεν εννοούμε την και αυτή χαρακτηριζόμενη ως Παράδοση, δηλαδή τα διάφορα έθιμα που κατά καιρούς επικράτησαν στην ιστορία της Εκκλησίας, όπως για παράδειγμα τα ράσα του ιερέα η διάφορα τυπικά που συνιστούν ένδυμα της καθαυτό Παραδόσεως. Τα έθιμα αυτά αναπτύχθηκαν περί τον πυρήνα της πίστεως, πολλά από αυτά διευκόλυναν κι ίσως ακόμη να διευκολύνουν τη βίωση της πίστεως, αλλά δεν συνιστούν αυτό που, όπως είπαμε, χαρακτηρίζεται σώζουσα Παράδοση. Ούτε πολύ περισσότερο εννοούμε ως Παράδοση τις τοπικές παραδόσεις ενός λαού, που η ᾽Εκκλησία πολύ συχνά, και δικαίως ίσως, τις ενστερνίζεται, γιατί αυτές μπορεί να καλλιεργούν την εθνική ταυτότητα του λαού, μπορεί να αποτελούν πλαίσιο εφαρμογής της ζωής της, δεν αποσκοπούν όμως στον καθαυτό σκοπό της ᾽Εκκλησίας, την ένωση του ανθρώπου με τον Θεό. Θέλουμε να πούμε ότι τέτοιου είδους παραδόσεις και να μην υπάρχουν δεν καταργούν τη ζωή του Χριστού και την πορεία του σώματός Του, την ᾽Εκκλησία. Η αληθινή Παράδοση είναι ο,τι η ᾽Εκκλησία αγωνίστηκε να διακρατήσει ως εντελώς απαραίτητο για να τηρεί και να αυξάνει ο άνθρωπος τη χάρη του Θεού μέσα στην καρδιά του. Θα μπορούσε κανείς καταχρηστικά, είπαμε, να χαρακτηρίσει τα έθιμα αυτά η τις τοπικές εθνικές παραδόσεις ως παράδοση, αλλά πάντοτε κρατώντας κάποια επιφύλαξη. Και τούτο γιατί μερικές φορές υπάρχει ο κίνδυνος να θεωρηθούν τα περί την πίστη ως τα ουσιώδη, ενώ η ίδια η πίστη να τεθεί στο περιθώριο – κάτι που το διαπιστώνει κανείς στην ιστορία του ισραηλιτικού λαού. Εν προκειμένω ισχύει απολύτως αυτό που είχε πει ο άγιος Κυπριανός, προφανώς σε ανάλογο προβληματισμό: “Ο Χριστός είπε: Εγώ είμαι η αλήθεια. Δεν είπε: ᾽Εγώ είμαι η συνήθεια”!

Ποιό είναι αυτό το ουσιώδες, ο πυρήνας της πίστεως, που αποτελεί γνήσια και σώζουσα Παράδοση; Κατά την Αγία Γραφή – το γραπτό τμήμα αυτής της Παραδόσεως - και τους Αγίους μας είναι η επενέργεια του Αγίου Πνεύματος στην ᾽Εκκλησία που μεταδίδει από γενιά σε γενιά τη ζωή του Χριστού. Η Παράδοση αυτή δόθηκε καταρχάς από τον ίδιο τον Κύριο στους μαθητές Του και από αυτούς μεταβιβάστηκε στη συνέχεια στις μετέπειτα γενιές. Πρόκειται λοιπόν για κατεξοχήν αγιοπνευματικό και χαρισματικό γεγονός, την πρωτοβουλία του οποίου δεν έχουν οι άνθρωποι, αλλά ο ίδιος ο Θεός. Και μιλώντας για Παράδοση του Χριστού εννοούμε την ίδια τη ζωή Του σε όλες τις φάσεις της, κατεξοχήν τη σταυρική θυσία Του και την Ανάστασή Του, που βρίσκουν έκφραση όμως κυρίως στο μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας, εκεί που βλέπουμε τον ίδιοτον Κύριο να διαιωνίζει την προσφορά της ζωής Του, καθώς κομματιάζεται και αυτοπροσφέρεται στον κόσμο, για να ζήσει ο κόσμος. Το λάβετε, φάγετε, τούτό εστι το σώμά μου᾽, και πίετε εξ αυτού πάντες, τούτό εστι το αίμά μου᾽ αποτελεί την πιο καθοριστική κίνηση αγάπης του Θεού στον άνθρωπο, κυριολεκτικά την αυτοπαράδοσή Του σε αυτόν, από την οποία εξαρτάται απολύτως η ίδια η ζωή του.

Την αλήθεια αυτή επισημαίνει απερίφραστα ο απόστολος Παύλος στην Α´ προς Κορινθίους επιστολή του. Για τον απόστολο το μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας, αυτό που συνέβη στον Μυστικό Δείπνο, αποτελεί την Παράδοση του Χριστού. Κι αυτό που παρέλαβε το παραδίδει και ο ίδιος στους μαθητές του, εν προκειμένω στους Κορινθίους. ᾽Εγώ γαρ παρέλαβον από του Κυρίου, ο και παρέδωκα υμίν, ότι ο Κύριος ᾽Ιησούς εν τη νυκτί η παρεδίδοτο έλαβεν άρτον και ευχαριστήσας έκλασε και είπε: λάβετε φάγετε, τούτό μου εστι το σώμα το υπέρ υμών κλώμενον. Τούτο ποιείτε εις την εμήν ανάμνησιν. Ωσαύτως και το ποτήριον μετά το δειπνήσαι λέγων: τούτο το ποτήριον η καινή διαθήκη εστίν εν τω εμώ αίματι. Τούτο ποιείτε, οσάκις αν πίνητε, εις την εμήν ανάμνησιν. Οσάκις γαρ αν εσθίητε τον άρτον τούτον και το ποτήριον τούτο πίνητε, τον θάνατον του Κυρίου καταγγέλλετε, άχρις ου αν έλθη᾽ (11, 23-26).

Και λίγο παρακάτω ο απόστολος θα προσδιορίσει και πάλι την Παράδοση αυτή της ζωής του Χριστού ως την κατεξοχήν Παράδοση της ᾽Εκκλησίας, το ίδιο το σωτηριώδες κήρυγμά της: Γνωρίζω δε υμίν, αδελφοί, το ευαγγέλιον ο ευηγγελισάμην υμίν, ο και παρελάβετε, εν ω και εστήκατε, δι᾽ου και σώζεσθε...Παρέδωκα γαρ υμίν εν πρώτοις, ο και παρέλαβον, ότι Χριστός απέθανεν υπέρ των αμαρτιών ημών κατά τας Γραφάς, και ότι ετάφη, και ότι εγήγερται τη τρίτη ημέρα κατά τας γραφάς᾽ (15, 1-4).

Από την άποψη αυτή η σώζουσα Παράδοση, η ζωή του Χριστού δηλαδή είτε ως κήρυγμα είτε ως Θεία Ευχαριστία, είναι το πιο δυναμικό γεγονός που μπορεί να υπάρχει στον κόσμο, διότι ακριβώς προσφέρεται ο ίδιος ο Θεός ως άνθρωπος με την επενέργεια του Αγίου Πνεύματος. Εν Πνεύματι προσφέρεται ο Χριστός και εν Πνεύματι γίνεται γνωστός και καθίσταται φανερός στην καρδιά του ανθρώπου. Οπως το σημειώνει και πάλι ο απόστολος: Οὐδείς δύναται ειπείν Κύριον ᾽Ιησούν ει μη εν Πνεύματι Αγίῳ᾽(Α´ Κορ. 12, 3). Με άλλα λόγια ο Χριστός ως προσφερομένη δύναμη εν Πνεύματι απαιτεί προς συνάντησή Του την αποδεχομένη δύναμη του ανθρώπου, και πάλι με τη βοήθεια του αγίου Πνεύματος. Η Παράδοση έτσι ως ζωή συναντά τη ζωή. Οπότε καταλαβαίνουμε ότι μιλάμε για γεγονός όχι μουσειακό – αυτό με τα παραπάνω δεδομένα θα ηχούσε ως βλασφημία - αλλά για γεγονός του παρόντος, το οποίο πάντοτε επιζητεί να γίνει βίωμα. Η ζωή του Χριστού γίνεται ζωή του πιστού, για να απλωθεί στη συνέχεια ως ευλογία στον κόσμο όλο. Παραδοσιακός, έτσι, είναι ο άνθρωπος που ζει ως Χριστός, μάλλον που ο Χριστός ζει μέσα από τον άνθρωπο. Παραδοσιακός δηλαδή είναι ο άγιος, κατά τον τύπο τουμεγίστου αγίου, του αποστόλου Παύλου, ο οποίος μαρτυρούσε: Ζῶ δε ουκέτι εγώ, ζη δε εν εμοί Χριστός᾽.

2. Οι Πατέρες: γνήσιοι φορείς και θεματοφύλακες της Παραδόσεως.

Την Παράδοση λοιπόν αυτήν ως ζωή του Χριστού έζησαν οι Πατέρες. Της Παραδόσεως αυτής είναι φορείς και από την άποψη αυτή αποτελούν έργα του αγίου Πνεύματος. Ιδιαιτέρως εκεί που υφίσταται αυτό που ονομάζουμε consesus patrum᾽, συμφωνία Πατέρων, εκεί ο λόγος τους θεωρείται θεόπνευστος, δηλαδή εκεί έχουμε αυθεντική έκφραση της αλήθειας του Χριστού, εκεί συμπυκνώνεται η σωστή ερμηνεία της ζωής του Χριστού, απέναντι μάλιστα στις διαστρεβλώσεις που πάντοτε δημιουργεί η αυτονομημένη χρήση της ανθρώπινης λογικής στα θέματα της πίστεως. Κι επειδή ο θεόπνευστος λόγος είναι αιώνιος, γι᾽ αυτό και ο λόγος των Πατέρων είναι και πάντοτε επίκαιρος. Και δεν εννοούμε ασφαλώς μία επικαιρικότητα από πλευράς εξωτερικών συνθηκών – οι Πατέρες είναι πάντοτε παιδιά της εποχής τους και τα προβλήματα της εποχής τους αντιμετωπίζουν και με αυτά διαλέγονται - αλλά από πλευράς σκεπτικού και στάσεως ζωής. Με άλλα λόγια τα επιμέρους θέματα και προβλήματα με τα οποία ασχολήθηκαν μπορεί να μην ανταποκρίνονται στη δική μας σύγχρονη εποχή, ο τρόπος όμως που αντιμετώπισαν την εποχή τους, η στάση τους έναντι του Θεού και του ανθρώπου, συνιστούν το διαχρονικό στοιχείο, εκείνο που μπορεί να λειτουργήσει ως πυξίδα και για τη δική μας ζωή.

Η θεοπνευστία τους αυτή με τον τρόπο που είπαμε τους κάνει να έχουν την εξαιρετική θέση που τους αναγνωρίζει η ᾽Εκκλησία μέσα στη ζωή της. Τέτοια μάλιστα θέση, ώστε ακόμη και οι Σύνοδοι να στηρίζονται στη διδασκαλία τους στη διδασκαλία των Πατέρων. Κι αυτό σημαίνει ότι δεν είναι οι Σύνοδοι που δημιουργούν τους Πατέρες. Είναι οι Πατέρες που κάνουν τις Συνόδους αυθεντικό εκφραστή της αλήθειας. Είναι η θεοπνευστία αυτών που κάνει και μία Σύνοδο θεόπνευστη. Για παράδειγμα: η αγιότητα και ο φωτισμός του Αγίου Αθανασίου, που συντονιζόταν με την αγιότητα των Πατέρων της Α´ Οικουμενικής Συνόδου, του αγίου Αλεξάνδρου, του αγίου Νικολάου, του αγίου Σπυρίδωνος, ήταν εκείνα που καθοδήγησαν τη Σύνοδο αυτή στην έκφραση της αλήθειας, όταν η ᾽Εκκλησία ταλανιζόταν από την αίρεση του Αρείου. Το ίδιο συνέβη και με τις άλλες Οικουμενικές Συνόδους: υπήρχε πάντοτε κάποιος ιδιαιτέρως φωτισμένος Πατέρας, αλλά και άγιοι Πατέρες που παρευρίσκονταν και αγωνιούσαν για τη διατύπωση της αλήθειας. Ενώ από την άλλη, όπου δεν υπήρχαν τέτοιοι Πατέρες σε Συνόδους, ακόμη και χαρακτηριζόμενες ως οικουμενικές, όπου η πλειοψηφία κινείτο από άλλα κριτήρια πέρα από τα θεολογικά, εκεί η διατύπωση της αλήθειας ήταν επισφαλής, εκεί μπορούσε να διατυπωθεί ακόμη και η πλάνη, με επίφαση χριστιανική. Δεν αγνοούμε γιαπαράδειγμα τέτοιες Συνόδους, όπως την εικονομαχική σύνοδο της Ιέρειας το 754 μ.Χ., όπως τη σύνοδο της Φερράρας/Φλωρεντίας το 1438/9 μ.Χ.

“Η θεοπνευστία των Οικουμενικών Συνόδων – σημειώνει επ᾽ αυτού ο Μητροπολίτης Ναυπάκτου κ. Ιερόθεος, σχολιάζοντας αντίστοιχη θέση του μακαριστού π. Ιωάννου Ρωμανίδη – συνδέεται με την παρουσία σε αυτές Πατέρων, που ήταν θεόπνευστοι. Δεν είναι θεόπνευστη η Σύνοδο ως ένας θεσμός, αλλά λόγω της συμμετοχής σε αυτήν θεουμένων... Δυστυχώς υπάρχουν μερικοί σήμερα, που παραθεωρούν τους θεουμένους Πατέρες και τοποθετούν τις Συνόδους πάνω από τους Πατέρες, ενώ συμβαίνει το αντίθετο...Οι Επίσκοποι που έφτασαν στη θεοπτία, έβλεπαν τον Θεό και είχαν επικοινωνία μαζί Του και γι᾽ αυτό έγιναν Πατέρες, που είναι η βάση των Οικουμενικών Συνόδων”.

3. Δύο ερωτήματα: είναι ορθός ο τίτλος Πατέρας της ᾽Εκκλησίας᾽; Και: Ποιά η διαφορά μεταξύ του Πατέρα της ᾽Εκκλησίας και του Πατέρα και Διδασκάλου αυτής;

Πριν προχωρήσουμε σε κάποια κατάταξη του έργου των Πατέρων, καλό θα ήταν να απαντήσουμε στα παραπάνω ερωτήματα.

Και ως προς το πρώτο: Δικαιώνεται ο τίτλος που απονέμουμε στους αγίους αυτούς; Τους προσφωνούμε Πατέρες. Είναι ορθό; Και θέτουμε το ερώτημα, διότι ιδίως οι Προτεστάντες, αλλά ακόμη και οι Γιεχωβάδες, το θέτουν. Πως τολμάτε, ερωτούν, να δίνετε τον χαρακτηρισμό του Πατέρα σε άνθρωπο, όταν ο ίδιος ο Χριστός λέει να μην κληθείτε καθηγητές και Πατέρες; Ο μόνος που δικαιούται τον τίτλο αυτόν είναι μόνον ο Θεός. Κι είναι σωστό βεβαίως αυτό που επισημαίνουν – ποιός θα αμφισβητούσε ότι ο μόνος απολύτως Πατέρας και Διδάσκαλος είναι ο Θεός; - όμως ο χαρακτηρισμός αυτός δεν ευρίσκεται εκτός της αποκαλύψεως του Χριστού. Η ίδια η Καινή Διαθήκη δίδει τον τίτλο αυτόν, και μάλιστα δια στόματος, και όχι μόνον, αποστόλου Παύλου. ᾽Εκείνος ομιλεί για πατέρες, εκτός από τον Θεό, που αγωνίζονται να γεννήσουν εν Χριστώ τα πνευματικά τους παιδιά. Στην Α´ προς Κορινθίους επιστολή μάλιστα είναι σαφέστατος: Οὐκ εντρέπων υμάς γράφω ταύτα – λέει συγκεκριμένα - αλλ᾽ ως τέκνα μου αγαπητά νουθετώ. ᾽Εάν γαρ μυρίους παιδαγωγούς έχητε εν Χριστώ, αλλ᾽ ου πολλούς πατέρας. ᾽Εν γαρ Χριστώ ᾽Ιησού δια του ευαγγελίου εγώ υμάς εγέννησα᾽(4, 14-15). ᾽Αλλά και στους Γαλάτες με πόνο θα γράψει: Τεκνία μου, ους πάλιν ωδίνω, άχρις ου μορφωθή Χριστός εν υμίν᾽ (4, 19). Γι᾽ αυτό και η ᾽Εκκλησία μας στοιχούσα στην Παράδοση αυτή απονέμει τον τίτλο σε κάθε ποιμένα που αγωνίζεται να φέρει σε προσωπική σχέση με τον Χριστό τα πνευματικά του τέκνα.

Ως προς το δεύτερο: Μιλώντας για τους Πατέρες της ᾽Εκκλησίας διακρίνουμε σε Πατέρες και σε Πατέρες και Διδασκάλους. Αλλο ο απλός Πατέρας και άλλο αυτός που είναι και Διδάσκαλος. Στην πρώτη περίπτωση Πατέρας λέγεται ο άγιος η ο όσιος η ο ποιμένας που ζει τον λόγο του Χριστού, ποιμαίνει τον λαό του Θεού, μπορεί να έχει εμπειρία του Θεού και να είναι ακόμη και θεόπτης, μα δεν έχει το χάρισμα της σοφίας, ώστε να εκφράζει τις θεοπτικές του εμπειρίες. Πολλοί λοιπόν μπορεί να έχουν το χάρισμα της γνώσεως -εμπειρίας του Θεού, λίγοι όμως το χάρισμα και της σοφίας. Όσοι έχουν και τα δύο χαρίσματα, της γνώσεως και της σοφίας, ώστε να εκφράζουν την εμπειρία του Θεού και να δίνουν έτσι απάντηση και στα προβλήματα πίστεως που αναφύονται στην εποχή τους, λέγονται Πατέρες και Διδάσκαλοι. Η σοφία και η γνώση είναι χαρίσματα του Αγίου Πνεύματος – σημειώνει παρεμφερώς στον προβληματισμό αυτό στο 9ο από τα 100 πρακτικά κεφάλαια πνευματικής γνώσεως και διακρίσεως του ασκητικού του λόγου ο μεγάλος νηπτικός διδάσκαλος άγιος Διάδοχος επίσκοπος Φωτικής -. Το κάθε όμως χάρισμα ενεργεί με διάφορο τρόπο. Σέ άλλον δίνεται σοφία, σε άλλον γνώση, από το ίδιο Πνεύμα᾽, όπως μαρτυρεί και ο απόστολος Παύλος. Και η γνώση ενώνει με την πείρα τον άνθρωπο με τον Θεό, αλλά δεν κινεί την ψυχή σε λόγους για τα όντα. Γι᾽ αυτό και μερικοί που ασκούν τον μοναχικό βίο, φωτίζονται από τη γνώση με νοερή αίσθηση, αλλά η ψυχή τους δεν κινείται σε θείους λόγους. Η σοφία όμως, όταν δοθεί με φόβο σε κάποιον μαζί με τη γνώση (και αυτό είναι σπάνιο), φανερώνει τις ίδιες τις ενέργειες της θείας γνώσεως. Γιατί η γνώση συνηθίζει να φωτίζει τον νου με την εμπειρία, ενώ η σοφία με τον πνευματικό λόγο᾽.

Νομίζουμε ότι δεν θα αφιστάμεθα από την αλήθεια αν φέρναμε ως παράδειγμα τον άγιο Σπυρίδωνα σε σχέση με τον άγιο ᾽Αθανάσιο Αλεξανδρείας. Και οι δύο είναι Πατέρες της ᾽Εκκλησίας, της ίδιας εποχής, με εμπειρία και γνώση Θεού. Ο άγιος ᾽Αθανάσιος όμως είναι ο Διδάσκαλος. Εκείνος φωτίστηκε κατεξοχήν, ώστε να δει σε όλη την έκτασή της την πλάνη του Αρείου και να την αντιμετωπίσει με φιλοσοφικούς όρους, βοηθώντας την ᾽Εκκλησία στη διατύπωση της ζωής και της διδασκαλίας της. Ο ᾽Αθανάσιος δηλαδή είχε το χάρισμα και της σοφίας εκτός από τη γνώση.
Από την άποψη αυτή ίσως είναι ορθότερη η επισήμανση μερικών Πατρολόγων για τα στοιχεία που συνιστούν το φαινόμενο του Πατέρα και Διδασκάλου. Ενώ δηλαδή, ιδίως παλαιότερα, θεωρούνταν ως στοιχεία του Πατέρα η αγιότητα του βίου, η ορθοδοξία του, η αναγνώριση της ᾽Εκκλησίας και η αρχαιότητα, στα τελευταία χρόνια προτάθηκαν ως στοιχεία χαρακτηρισμού του Πατέρα και Διδασκάλου η ενσάρκωση της Παραδόσεως, ο φωτισμός του αγίου Πνεύματος για επακριβή κατανόηση του προβλήματος που δημιουργούσε μία αίρεση και η υπέρβαση λόγω του φωτισμού αυτού κρίσεως στην ᾽Εκκλησία.

4. Ποιό το έργο των Πατέρων, πως μπορούμε να το διακρίνουμε και ποιά η προσφορά τους;

Καταρχάς θα πρέπει να πούμε ότι όλες οι διακρίσεις των έργων τους γίνονται για λόγους μεθοδολογικούς. Εξυπηρετούν εμάς και όχιασφαλώς εκείνους. Κι αυτό συμβαίνει διότι οι Πατέρες γράφουν και κάνουν έργο, αποσκοπώντας πάντοτε στο ποίμνιό τους και υπακούοντας στο θέλημα του Θεού. Οι Πατέρες δηλαδή δεν κάνουν έργο, όπως έχει ειπωθεί, γραφείου. Δεν είναι συγγραφείς με την κοινή έννοια. Είναι ποιμένες με συναίσθηση ευθύνης απέναντι στο ποίμνιο, ιδίως όταν υπάρχει πνευματική κρίση. Γι᾽ αυτό και και δεν πέφτουν έξω στα λεγόμενά τους, εκτός κι αν δεν έχει εκφραστεί η ᾽Εκκλησία συγκεκριμένα για κάτι. Είπαμε και παραπάνω ότι η θεοπνευστία των Πατέρων δεν βρίσκεται σε κάθε τι που είπαν και έγραψαν, αλλά στο consesus αυτών. Σε κάποιες περιπτώσεις συνεπώς μπορούν να πουν κάτι που ίσως χαρακτηριστεί ως θεολογούμενο. Μη ξεχνάμε, όπως γράφει επί του θέματος ο καθηγητής Μ. Φαράντος (Δογματικά και Ηθικά, Εισαγωγικά, σελ. 39, ᾽Αθήναι 1973), ότι ἡ ορθόδοξος ᾽Εκκλησία ουδέποτε παρεδέχθη μέλος᾽ αυτής ως αλάθητον. ᾽Αλάθητος σημαίνει μη πεπτωκώς, μη πεπτωκώς δε είναι ο αναμάρτητος( αναμάρτητος δε είναι ο οντολογικώς ηνωμένος μετά του Θεού, τοιούτον δε προνόμιον επεφυλάχθη υπό του Θεού μόνον εις την ανθρωπίνην φύσιν του ᾽Ιησού Χριστού και εις την ᾽Εκκλησίαν, ούσαν το σώμα του Χριστού. Πάντα τα μέλη της ᾽Εκκλησίας, αμαρτωλά δημιουργήματα όντα, σώζονται χάριτι Θεού...Ουδείς λοιπόν ορθόδοξος πιστός και θεολόγος η Πατήρ είναι αλάθητος. Η εκ των υστέρων ανακήρυξις υπό της ᾽Εκκλησίας των Πατέρων ως Αγίων ουδόλως συνεπάγεται και το αλάθητον της θεολογίας αυτών᾽. Και σ᾽ αυτές όμως ακόμη τις περιπτώσεις πρέπει να είμαστε επιφυλακτικοί. Δεν είναι λίγες οι φορές που σπεύδουμε να επισημάνουμε κάποια απόκλιση από την ορθή πίστη κάποιου Πατέρα, ενώ η απόκλιση στην πραγματικότητα βρίσκεται μέσα μας. Εμείς τις περισσότερες φορές δεν βρισκόμαστε στο πνευματικό ύψος που πρέπει, οπότε παρεξηγούμε τον λόγο του Πατέρα, αποδίδοντάς του προθέσεις τις οποίες δεν έχει. Συνήθως μετά από πιο ενδελεχή έρευνα τα πράγματα αποκαθίστανται. Η πλάνη αποκαλύπτεται ότι είναι δική μας.

Αλλά και στην περίπτωση ακόμη αυτή, της επισημάνσεως κάποιας αποκλίσεως η ενός θεολογουμένου ζητήματος στους Πατέρες, θαυμάζει κανείς την εκκλησιαστικότητά τους και την ταπείνωσή τους. Η απόκλιση η το θεολογούμενο δηλαδή θα υπάρχουν εκεί που, όπως είπαμε, δεν έχει εκφραστεί συνολικά η ᾽Εκκλησία. Ουδέποτε με άλλα λόγια έχουμε περίπτωση διατυπώσεως διδασκαλίας από έναν Πατέρα, η οποία να μη συμφωνεί με ο,τι η ᾽Εκκλησία μας έχει ως πίστη της. Οι Πατέρες έχουν πλήρη συνείδηση ότι συνιστούν μέλη της ᾽Εκκλησίας, συνεπώς υπόκεινται σ᾽ αυτήν και δεν βρίσκονται υπεράνω αυτής.

Κατά τους Πατρολόγους, η διάκριση των έργων των Πατέρων και Διδασκάλων γίνεται αναλόγως της αφορμής που τους δόθηκε για να γράψουν η να πουν κάτι. Έτσι διακρίνουμε σε κηρυγματικά έργα τους, σε αντιαιρετικά, σε κείμενά τους εκφράσεως θείων εμπειριών, σε έργα λατρείας και δοξολογίας του Θεού, σε έργα καταγραφής για διατήρηση της μνήμης, σε επιστολές κλπ. Η ανάλυση της κατατάξεως αυτήςνομίζουμε ότι θα τραβούσε σε μάκρος και δεν θα εξυπηρετούσε ιδιαιτέρως τον χαρακτήρα της συνάξεώς μας.

Από τα παραπάνω πάντως καταφαίνεται ότι η προσφορά των Πατέρων δεν έγκειται στην καταγραφή ορισμένων έργων, σε μία συγγραφική δηλαδή προσφορά. Η προσφορά τους έγκειται, εκτός του αγιαστικού παραδείγματός τους ασφαλώς, σε αυτό που έχει χαρακτηριστεί, ιδίως από τον μακαριστό Πατρολόγο καθηγητή Στυλιανό Παπαδόπουλο, αύξηση της γνώσεως της αλήθειας. Οι Πατέρες, κατά το σκεπτικό του - βασισμένο ιδίως στον άγιο Γρηγόριο τον Θεολόγο - ανάλογα με την αφορμή που τους δόθηκε, προχώρησαν με τον φωτισμό του Θεού σε μεγαλύτερη και βαθύτερη κατανόηση της μιας αλήθειας που είναι ο Ιησούς Χριστός. Δεν έχουμε προφανώς με τους Πατέρες καλύτερη και μεγαλύτερη αποκάλυψη. Τέτοιες απόψεις διατυπώνονται από αιρετικούς και ανθρώπους που θεωρούν τον Χριστό ως απλό άνθρωπο, ιδρυτή ίσως κάποιας θρησκείας, την οποία οι μεταγενέστεροι μπορούν να εξελίξουν επί τα βελτίω. Η αλήθεια όμως άπαξ παρεδόθη από τον Κύριο Ιησού Χριστό. Αυτός είναι το πλήρωμα της αλήθειας, κατά τον αψευδή λόγο Του: Εγώ ειμι η οδός, η αλήθεια και η ζωή. Δόθηκε όμως στους Πατέρες η ικανότητα να εισχωρήσουν περισσότερο στην κατανόηση του Χριστού. Διευρύνθηκε η εμπειρία τους γνώσεώς Του, όταν προκλήθηκε βεβαίως η ᾽Εκκλησία από αιρετικούς που αμφισβητούσαν είτε τη θεότητα είτε την ολοκληρία της ανθρωπότητάς Του. Οπότε με τον τρόπο αυτό βοήθησαν την ᾽Εκκλησία στη διαφύλαξη της ορθής πίστεώς της, όταν αυτή συνερχόταν εν Συνόδω για την αντιμετώπιση της πλάνης και της αίρεσης. Κι έτσι επιβεβαιώνεται ο λόγος του Χριστού ότι τό Αγιον Πνεύμα οδηγήσει υμάς εις πάσαν την αλήθειαν᾽. Μία καθοδήγηση δηλαδή που δεν φέρνει άλλη αλήθεια από τη μία του Χριστού, αλλά την εμβάθυνση της εμπειρίας της αλήθειας. Κι αυτό βεβαίως θα πει: η αποκάλυψη δεν συνεχίζεται – κάτι που παραπέμπει στον Ρωμαιοκαθολικισμό. Αυτή ολοκληρώθηκε με τον θάνατο και του τελευταίου των αποστόλων. Συνεχίζεται όμως η αποκάλυψη της εμπειρίας, όπως μόλις είπαμε, της αλήθειας.

5. Πατέρες και Αγία Γραφή.

Με τους παραπάνω όρους, χωρίς τους Πατέρες της ᾽Εκκλησίας, τους φορείς του Πνεύματός της και της Παραδόσεώς της, δεν μπορούμε να κατανοήσουμε και την Αγία Γραφή. Η Αγία Γραφή ως ο λόγος περί της αποκαλύψεως του Θεού είναι θεόπνευστη. Αρα μόνον θεόπνευστοι μπορούν να την κατανοήσουν και την ερμηνεύσουν. Κι αυτοί είναι οι Πατέρες μας.

Πιο συγκεκριμένα: η Αγία Γραφή δεν είναι ένα απλό ιστορικό βιβλίο. Κυρίως είναι ο θεόπνευστος λόγος των ᾽Αποστόλων περί του Ιησού Χριστού και των θαυμασίων του Θεού. Είναι η χαρισματική μαρτυρία τους για τον ενανθρωπήσαντα Θεό από την κοινωνία τους μαζίΤου επί τριετία και από τον ιδιαίτερο φωτισμό που έλαβαν κατά την ημέρα της Πεντηκοστής. Ὅ ην απ᾽ αρχής, ο ακηκόαμεν, ο εωράκαμεν τοις οφθαλμοίς ημών, ο εθεασάμεθα και αι χείρες ημών εψηλάφησαν, περί του λόγου της ζωής...ο εωράκαμεν και ακηκόαμεν, απαγγέλλομεν υμίν, ίνα και υμείς κοινωνίαν έχητε μεθ᾽ ημών᾽(Α´ ᾽Ιωάν. 1-3). ᾽Επειδή λοιπόν γράφηκε από θεοκίνητους ανθρώπους, γι᾽ αυτό μόνον όσοι έχουν το Πνεύμα του Θεού μπορούν να την κατανοήσουν. Ο απόστολος Παύλος και πάλι θα σημειώσει: Ἡμεῖς δε ελάβομεν ου το πνεύμα του κόσμου, αλλά το πνεύμα το εκ του Θεού, ίνα ειδώμεν τα υπό του Θεού χαρισθέντα ημίν᾽(Α´ Κορ. 2, 12).

Ο Μ. Αθανάσιος στον λόγο του Περί ενανθρωπήσεως λέγει τα εξής χαρακτηριστικά: ᾽Αλλά προς την εκ των Γραφών έρευναν και γνώσιν αληθή, χρεία βίου καλού και ψυχής καθαράς και της κατά Χριστόν αρετής, ίνα δι᾽ αυτής οδεύσας ο νους τυχείν ων ορέγεται και καταλαβείν δυνηθή, καθ᾽ ον εφικτόν εστι τη ανθρώπων φύσει περί του Θεού Λόγου μανθάνειν. Ανευ γαρ καθαράς διανοίας και της προς τους αγίους του βίου μιμήσεως ουκ αν τις καταλαβείν δυνηθείη τους των αγίων λόγους᾽ (Δηλαδή: Για την έρευνα και την αληθινή γνώση από τις Γραφές υπάρχει ανάγκη καλού βίου και ψυχής καθαρής και της κατά Χριστόν αρετής, ώστε με αυτήν (την αρετή) να βαδίσει ο νους και να μπορέσει να καταλάβει και να πετύχει όσα επιθυμεί, όσο βέβαια είναι μπορετό στην ανθρώπινη φύση να μαθαίνει για τον Θεό Λόγο. Διότι χωρίς καθαρή διάνοια και χωρίς τη μίμηση του βίου των αγίων δεν θα μπορέσει κανείς να καταλάβει τους λόγους των αγίων᾽).

Και ο άγιος Χρυσόστομος επίσης θα πει: “Δια τοι τούτο προσήκει ημάς υπό της άνωθεν χάριτος οδηγουμένους και την παρά του αγίου Πνεύματος έλλαμψιν δεξαμένους, ούτως επιέναι τα θεία λόγια. Ουδέ γαρ σοφίας ανθρωπίνης δείται η θεία Γραφή προς την κατανόησιν των γεγραμμένων, αλλά της του Πνεύματος αποκαλύψεως, ίνα, τον αληθή νουν των εγκειμένων καταμαθόντες, πολλήν εκείθεν δεξώμεθα την ωφέλειαν᾽ (ι. Χρυσοστόμου, Εις την Γένεσιν). (Δηλαδή: Γι᾽ αυτό πρέπει εμείς που οδηγούμαστε από τη θεία χάρη και δεχθήκαμε την έλλαμψη του αγίου Πνεύματος, με αυτόν τον τρόπο να προχωρούμε και στα θεία λόγια. Διότι δεν έχει ανάγκη η θεία Γραφή από την ανθρώπινη σοφία για την κατανόηση αυτών που έχουν γραφεί, αλλά από την αποκάλυψη του Πνεύματος, ώστε, αφού καταμάθουμε τον αληθινό νου όσων περιέχει, να δεχτούμε από εκεί μεγάλη ωφέλεια).

Οι παραπάνω επισημάνσεις συνεπώς μας καθιστούν φανερό ότι δεν επαρκεί ο φιλολογικός οπλισμός η η γνώση της φιλοσοφίας για να εισέλθει κανείς στο νόημα της Γραφής. Αν γίνει αυτό, έχουμε διαστρέβλωση της Γραφής. Η Αγία Γραφή έχει σώμα και πνεύμα. Μόνον με το Πνεύμα του Θεού ανακαλύπτει κανείς το Πνεύμα της Γραφής, το ἀπόθετον κάλλον᾽ κατά τον Θεολόγο Γρηγόριο. Έτσι καταλαβαίνουμε και το γιατί ο αιρετικός δεν μπορεί να εξηγήσει την Αγία Γραφή. Διότι προϋποτίθεται η βίωση της ζωής της ᾽Εκκλησίας, η συμμετοχή σταμυστήρια, ο ησυχαστικός τρόπος ζωής, πράγματα που δεν υπάρχουν στους αιρετικούς, οι οποίοι το μόνο που έχουν σε περίσσια είναι ο άκρατος εγωισμός τους και η δαιμονική υπεροψία τους. Ως γνωστόν ο αιρετικός κινείται πάντοτε με βάση και κριτήριο το ταραγμένο θυμικό του και το πλανεμένο λογικό του. Ταραγμένος και πλανεμένος λοιπόν ταραγμένα και πλανεμένα βλέπει και όλα τα πράγματα, πολύ δε περισσότερο τα πνευματικά, όπως είναι ο λόγος του Θεού και τα λόγια των αγίων.

Οι μόνοι λοιπόν αυθεντικοί ερμηνευτές της Αγίας Γραφής είναι οι άγιοι Πατέρες μας. Αυτοί αποτελούν τους επιστήμονες της Εκκλησίας. Τα θεόπνευστα μάτια τους γίνονται τα δικά μας γυαλιά για να μην παραμορφώνουμε τον λόγο του Θεού και να βλέπουμε σωστά. Δεν είναι τυχαίο ότι τον κατεξοχήν ερμηνευτή της ᾽Εκκλησίας μας, τον ιερό Χρυσόστομο, καθοδηγούσε κατά την εξήγηση των επιστολών του αποστόλου Παύλου ο ίδιος ο απόστολος, όπως σημειώνει χαρακτηριστικά ο βιογράφος του. Κι όλοι θυμόμαστε ότι όταν ο άγιος ᾽Αντώνιος αντιμετώπισε κάποια δυσκολία στην κατανόηση ενός λόγου του Λευιτικού, αποσύρθηκε στην έρημο για να προσευχηθεί στον Θεό να του στείλει τον Μωϋσή προς εξήγηση του χωρίου.

Μόνη λοιπόν η Αγία Γραφή δεν προσφέρει πολλά πράγματα. Το αντίθετο ίσως. Μπορεί να οδηγήσει σε φοβερές πλάνες. Μέσα όμως στη ζωή της ᾽Εκκλησίας, ως βιβλίο της ᾽Εκκλησίας, αποκτά τη θέση που της αρμόζει: να αποκαλύπτει τον λόγο του Θεού στον άνθρωπο και να τον καθοδηγεί στη σωτηρία του. Κι αυτό γίνεται με τη βοήθεια των Πατέρων μας.

6. Ανάγκη μελέτης των έργων των Πατέρων.

Είναι ευνόητη έτσι και η ανάγκη της μελέτης των Πατερικών έργων. Δεν είναι πολυτέλεια η συναναστροφή μας με αυτά. Αποτελεί θέμα του ευ ζην μας, για να μπορούμε να ξεφεύγουμε από τη δεισιδαιμονία στην οποία μας οδηγεί η άγνοια και η αμέλειά μας. Ιδιαιτέρως στην εποχή μας που πάμπολλες εκδόσεις πατερικών έργων γίνονται, νομίζουμε ότι θα δώσουμε λόγο στον Θεό, αν δεν τις εκμεταλλευτούμε. Στα πλαίσια των δυνατοτήτων μας, και των οικονομικών και των διανοητικών, πρέπει να κάνουμε συχνή χρήση, έστω και για λίγη ώρα, των Πατερικών θησαυρισμάτων. Μας οδηγούν οι Πατέρες αβίαστα και αλάνθαστα στην ένταξή μας στη Βασιλεία του Θεού.

Δύο μόνο επιφυλάξεις μπορούμε να εκφράσουμε στην προτροπή μας αυτή: 1) Όπως υπάρχει κίνδυνος στη μελέτη της Αγίας Γραφής, αν δεν αγωνιζόμαστε να ζούμε τη ζωή της ᾽Εκκλησίας, έτσι και στη μελέτη των Πατερικών έργων. Οι επισημάνσεις του Αγίου Αθανασίου που κάναμε προηγουμένως, ισχύουν και για τα έργα των αγίων μας. Και 2) Να μη μελετούμε αποσπασματικά τα έργα τους. Χρειάζεται συχνά νακαταφεύγουμε σε όλο το κείμενό τους, για να μη το αλλοιώνουμε. Αποσπασματική μελέτη πολλές φορές σημαίνει διαστρέβλωση και παρεξήγηση του πατερικού λόγου. Η δια χωρίων αποδεικτική μέθοδος - σημειώνει ο παραπάνω αναφερθείς πανεπιστημιακός καθηγητής – είναι λίαν επικίνδυνος. Διότι δύναται να οδηγήση εις την απομόνωσιν του νοήματος ενός χωρίου εκ του συνόλου της αληθείας, εις την οποίαν υπάγεται. Τα χωρία πρέπει να χρησιμοποιώνται εν αναφορά προς το όλον, προς την καθολικήν πρόθεσιν και τάσιν του συγγραφέως... ᾽Εάν π.χ. χρησιμοποιήση τις καταλλήλως᾽ τα χωρία Πατρός τινος, εις τα οποία ομιλεί ούτος περί της σχέσεως των ορθοδόξων προς τους αιρετικούς, δύναται εξ ίσου καλώς να ἀποδείξῃ᾽ ότι ο Πατήρ ούτος είναι συντηρητικός᾽, αποκλείων πάσαν μετά των αιρετικών κοινωνίαν, η οἰκουμενιστής᾽, διαλεγόμενος εις τα έργα του μετά των αιρετικών η και συνιστών τον διάλογον μετ᾽ αυτών᾽ (Μ. Φαράντος, Δογματικά και ηθικά, Εισαγωγικά, σελ. 33-34, ᾽Αθήναι 1973). Στην περίπτωση που θα μελετήσουμε αποσπασματικά το έργο κάποιου Πατέρα, τουλάχιστον να μελετούμε και τις εισαγωγές που παρέχουν τα αποσπάσματα. Γιατί στις εισαγωγές υπάρχει συνήθως ένταξη του κειμένου στην όλη διδασκαλία του Πατέρα και στην όλη διδασκαλία της ᾽Εκκλησίας.

Επιλογικά: Μιλώντας για τους Πατέρες δεν μιλάμε για κάτι ξένο από εμάς. Οἱ Πατέρες είμαστε εμείς᾽, καθώς έχει ευστόχως ειπωθεί (Στυλιανός Παπαδόπουλος). Διότι η διδασκαλία τους έγινε παράδοση της ᾽Εκκλησίας και έτσι εμείς ζώντας μέσα στην ᾽Εκκλησία μας ζούμε συγχρόνως και τους Πατέρες. Μελετώντας λοιπόν τους Πατέρες οδηγούμαστε στην αυτοσυνειδησία της ᾽Εκκλησίας και στην αυτοσυνειδησία τη δική μας. Οι Πατέρες συνιστούν τελικώς την ταυτότητά μας και τις ρίζες μας.

ΤΟΥ ΑΙΔΕΣΙΜΟΛΟΓΙΩΤΑΤΟΥ ΠΡΩΤΟΠΡΕΣΒΥΤΕΡΟΥ ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΔΟΡΜΠΑΡΑΚΗ

πηγή:   Ιερά Μητρόπολις Δημητριάδος και Αλμυρού

Πρώτα σταύρωσαν τον Χριστό και τώρα κατασκευάζουν σκάνδαλα δια να πλήξουν την Εκκλησία και τον μοναχισμό

Πρώτα σταύρωσαν τον Χριστό και τώρα κατασκευάζουν σκάνδαλα δια να πλήξουν την Εκκλησία και τον μοναχισμό
  
Σίγουρα θα έτυχε να παρακολουθήσετε όλοι στα τηλεοπτικά δελτία ειδήσεων, αλλά και τις διάφορες ενημερωτικές εκπομπές, τον λυσσαλέο πόλεμο κατά της Εκκλησίας από δημοσιογράφους και παρουσιαστές, οι οποίοι φυσικά δεν γνωρίζουν τίποτα από θεολογία και Εκκλησία, αλλά ακόμη χειρότερα…, δεν πιστεύουν και στον Χριστό.

Με αφορμή λοιπόν τα λάθη, ή τις πτώσεις κάποιων ιερωμένων και ρασοφόρων, ή ακόμη και κάποιων απατεώνων, οι οποίοι μπήκαν στο ράσο δια τους δικούς τους σκοπούς, χτυπούν το σύνολο των μοναχών και των κληρικών και μαζί μ’ αυτούς όλη την Εκκλησία. Κάποιοι λόγω ιδεολογίας, άλλοι λόγω των αντίθετων θρησκευτικών τους πεποιθήσεων και κάποιοι άλλοι επειδή έπρεπε να κάνουν υπακοή στα σκληρά αφεντικά τους. Πάντως όλοι, είτε το αντιλαμβάνονταν είτε όχι, είχαν συμμαχήσει στον πόλεμο κατά της Εκκλησίας, στο πλευρό του απ’ αιώνων εχθρού της εωσφόρου (κοινώς «διαβόλου ή σατανά») και των υπηκόων του. Στον «βωμό» μάλιστα της τηλεθέασης και της δημοσιογραφικής επιτυχίας, όλοι αυτοί οι δήθεν αξιόπιστοι και δίκαιοι! γινόταν αδίστακτοι «δήμιοι» ακόμη και αθώων καταστάσεων, αφού δεν δίσταζαν να λασπολογήσουν, να πουν ψέματα, να προβάλουν τα γεγονότα με διαφορετική όψη, να ειρωνευτούν, να χλευάσουν και να αποκρύπτουν την σωστή προσέγγιση των πραγμάτων. Σε μερικούς απ’ αυτούς μάλιστα, κάποιος που είχε πνευματική πείρα, μπορούσε να διακρίνει στο πρόσωπο τους τα σημάδια του αιώνιου πνευματικού θανάτου και της μεγάλης συσκότισης στον νου και την ψυχή τους. Αντί να είναι αντικειμενικοί όπως όφειλαν να είναι, απομονώνοντας την κάθε περίπτωση ξεχωριστά, εντούτοις έκαναν μία γενίκευση στα γεγονότα προσαρμόζοντας σ’ αυτά και όλο το σύνολο κλήρου και ρασοφόρων, αποσκοπώντας φυσικά στο σκανδαλισμό του λαού και τον διχασμό του απέναντι στην Εκκλησία.Μερικοί μάλιστα σατίριζαν και συνεχίζουν να σατιρίζουν με χυδαίο τρόπο κληρικούς και ρασοφόρους, δημιουργώντας και προβάλλοντας διάφορα σκετς και βίντεο, τα οποία επινοούν δια να συκοφαντήσουν ακόμη περισσότερο την Εκκλησία και να δώσουν μεγαλύτερη διάσταση στην λασπολογία τους. Σ’ αυτούς τους ανθρώπους ταιριάζει απόλυτα το χωρίο της Αγίας Γραφής που αναφέρει και ο Απόστολος Παύλος στην προς Ρωμαίους επιστολή του: «τάφος ἀνεῳγμένος ὁ λάρυγξ αὐτῶν, ταῖς γλώσσαις αὐτῶν ἐδολιοῦσαν, ἰὸς ἀσπίδων ὑπὸ τὰ χείλη αὐτῶν· ὧν τὸ στόμα ἀρᾶς καὶ πικρίας γέμει»· (Προς Ρωμαίους γ΄ 13-15). Γνωρίζουν καλά αυτοί οι άνθρωποι, ότι τους μοναχούς και τους κληρικούς, ότι και να τους πουν, δεν μπορούν να τους σκανδαλίσουν και να τους βγάλουν από το ράσο, τα Μοναστήρια και την Εκκλησία. Αυτό όμως που μπορούν να πετύχουν, είναι να σκανδαλίσουν και να αποκόψουν τον λαό από το Σώμα της ζωής και να τον βγάλουν από την κιβωτό της σωτηρίας, που είναι η Εκκλησία. Πολλοί άνθρωποι δυστυχώς πέφτουν σ’ αυτήν την παγίδα και αποκόπτονται από την Εκκλησία και κάποιοι άλλοι στρέφονται κατά των μοναχών και κληρικών, έχοντας άγνοια σε ποια παγίδα έπεσαν.

Αλλά ας δούμε πρώτα τι είναι η Εκκλησία και ποιον ακριβώς πολεμούν αυτοί οι άνθρωποι, αλλά και από πού αποκόπτονται αυτοί που πέφτουν στην παγίδα τους. Και ας ξεκινήσουμε πρώτα από έναν άγιο γέροντα της εποχής μας, το γέροντα Πορφύριο τον καυσοκαλυβίτη, ο οποίος μας λέει τα εξής: Γέρων Πορφύριος καυσοκαλυβίτης: -Η Εκκλησία είναι άναρχη, ατελεύτητη, αιώνια, όπως ο ιδρυτής της, ο Τριαδικός Θεός, είναι άναρχος, ατελεύτητος, αιώνιος. Η Εκκλησία είναι άκτιστη, όπως και ο Θεός είναι άκτιστος. Υπήρχε προ των αιώνων, προ των αγγέλων, προ της δημιουργίας του κόσμου. Είναι θείο καθίδρυμα και σ’ αυτήν «κατοικεί παν το πλήρωμα της θεότητος». Είναι το μυστήριο των μυστηρίων. Υπήρξε αφανέρωτο και εφανερώθη «επ’ εσχάτων των χρόνων». Η Εκκλησία παραμένει απαρασάλευτη, γιατί είναι ριζωμένη στην αγάπη και στη σοφή πρόνοια του Θεού. Την αιώνια Εκκλησία αποτελούν τα τρία πρόσωπα της Αγίας Τριάδος. }197} Η αγάπη του Θεού μας έπλασε κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωσίν Του. Μας συμπεριέλαβε στην Εκκλησία παρ’ ότι εγνώριζε την αποστασία μας. Μας έδωσε τα πάντα, για να μας κάνει κι εμάς θεούς κατά χάριν και δωρεάν. Εν τούτοις εμείς, κάνοντας κακή χρήση της ελευθερίας μας, εχάσαμε το αρχέγονον κάλλος, την αρχέγονη δικαιοσύνη και αποκοπήκαμε απ’ την Εκκλησία. Έξω απ’ την Εκκλησία, μακριά απ’ την Αγία Τριάδα, εχάσαμε τον Παράδεισο, το παν. Έξω, όμως, απ’ την Εκκλησία δεν υπάρχει σωτηρία, δεν υπάρχει ζωή. Γι’ αυτό η σπλαχνική καρδιά του Θεού-Πατέρα μας δεν μας άφησε έξω απ’ την αγάπη Του. Άνοιξε για μας πάλι τις πύλες του Παραδείσου, επ’ εσχάτων των χρόνων και εφανερώθη εν σαρκί. Με τη θεία σάρκωση του μονογενούς Υιού του Θεού φανερώθηκε πάλι στους ανθρώπους το προαιώνιο σχέδιο του Θεού για τη σωτηρία του ανθρώπου. Ο Θεός εν τη απείρω αγάπη Του μας ένωσε πάλι με την Εκκλησία Του στο πρόσωπο του Χριστού. Μπαίνοντας στην άκτιστη Εκκλησία, ερχόμαστε στον Χριστό, μπαίνομε στο άκτιστον. Καλούμαστε δηλαδή κι εμείς οι πιστοί να γίνομε άκτιστοι κατά χάριν, να γίνομε μέτοχοι }198} των θείων ενεργειών του Θεού, να μπούμε μέσα στο μυστήριο της θεότητος, να ξεπεράσομε το κοσμικό μας φρόνημα, να αποθάνομε κατά «τον παλαιό άνθρωπον» και να γίνομε ένθεοι. Όταν ζούμε στην Εκκλησία, ζούμε τον Χριστό. Αυτό είναι πολύ λεπτό θέμα, δεν μπορούμε να το καταλάβομε. Μόνο το Άγιον Πνεύμα μπορεί να μας το διδάξει. Η Εκκλησία και ο Χριστός είναι ένα. Το σώμα της Εκκλησίας τρέφεται, αγιάζεται, ζει με τον Χριστό. Αυτός είναι ο Κύριος, ο παντοδύναμος, ο παντογνώστης, ο πανταχού παρών και τα πάντα πληρών, ο στηριγμός μας, ο φίλος μας, ο αδελφός μας. Αυτός είναι το Α και το Ω, η αρχή και το τέλος, η βάσις, το παν. Χωρίς Χριστό, Εκκλησία δεν υπάρχει. Νυμφίος ο Χριστός· νύμφη η καθεμία ψυχή. Ο Χριστός ένωσε το σώμα της Εκκλησίας με τον ουρανό και τη γη. Με τους αγγέλους, τους ανθρώπους και }199} όλα τα δημιουργήματα, με όλη την κτίση του Θεού, με τα ζώα και τα πουλιά, με κάθε μικρό αγριολούλουδο, με κάθε μικρό έντομο. Έγινε έτσι η Εκκλησία «πλήρωμα του τα πάντα εν πάσι πληρουμένου», δηλαδή του Χριστού. Όλα εν Χριστώ και συν Χριστώ, μέσα και μαζί με τον Χριστό. Αυτό είναι το μυστήριο της Εκκλησίας. Ο Χριστός φανερώνεται μέσα στην ενότητα τη μεταξύ μας και στην αγάπη Του, την Εκκλησία. Εκκλησία δεν είμαι μόνος εγώ, αλλά μαζί κι εσείς. Εκκλησία είμαστε όλοι. Μέσα στην Εκκλησία όλοι ενσωματώνονται. Είμαστε όλοι ένα και ο Χριστός κεφαλή. … Είμαστε όλοι ένα, γιατί ο Θεός είναι Πατέρας μας κι είναι παντού. Όταν το ζήσομε αυτό, είμαστε μέσα στην Εκκλησία. … Ε, αυτό μόνο δια της χάριτος το καταλαβαίνει κανείς. Ζούμε τη χαρά της ενότητος, της αγάπης. Και γινόμαστε ένα μ’ όλους. Δεν υπάρχει πιο ωραίο πράγμα! Όταν ξεχωρίζομε τον εαυτό μας, δεν είμαστε χριστιανοί. Αληθινοί χριστιανοί είμαστε, όταν αισθανόμαστε βαθιά ότι είμαστε μέλη του μυστικού σώματος του Χριστού, της Εκκλησίας, με μια συνεχή σχέση αγάπης. Όταν ζούμε ενωμένοι εν Χριστώ, δηλαδή όταν ζούμε την ενότητα μέσα στην Εκκλησία του με το αίσθημα του ενός. Γι' αυτό ο Χριστός προσεύχεται στον Πατέρα του λέγοντας, “ίνα ώσιν εν”. Το λέει και το ξαναλέει κι οι απόστολοι το τονίζουν. Αυτό είναι το μεγαλύτερο βάθος, η μεγαλύτερη έννοια που έχει η Εκκλησία. Εκεί βρίσκεται το μυστήριο: να ενωθούν όλοι σαν ένας άνθρωπος εν Θεώ. Άλλη τέτοια θρησκεία δεν υπάρχει. Κάτι λένε, αλλά όχι αυτό το μυστήριο, αυτή τη λεπτότητα του μυστηρίου που ζητάει ο Χριστός και μας λέει ότι έτσι πρέπει να γίνομε, ότι θέλει να είμαστε δικοί Του. (Γέρων Πορφύριος, από το βιβλίο «βίος και λόγοι… έκδοση Ι.Μ. Χρυσοπηγής).

Βλέπουμε λοιπόν, ότι η Εκκλησία όπως πολύ εύστοχα και με πολύ απλό τρόπο μας το εξηγεί ο γέρων Πορφύριος, είναι το Σώμα του Χριστού. Είναι ένα σώμα με σάρκα και οστά, όπου κεφαλή είναι ο Χριστός και μέλη όσοι βαπτίστηκαν στο όνομα του. Αυτό μας αποκάλυψε ο ίδιος ο Κύριος μας στο Ευαγγέλιο, ( Ιωάννου β΄ 19-23) αυτό μας δίδαξαν οι Άγιοι Απόστολοι με τις επιστολές και την διδασκαλία τους, (Κορινθ. Α΄ Παύλου ιβ΄ 12--28) αυτό μας μετέφεραν οι Άγιοι και θεοφόροι Πατέρες της Εκκλησίας μας ανά τους αιώνες και αυτό αντιλαμβάνονται εκ πείρας όσοι είναι ζωντανά και ενεργά μέλη αυτού του σώματος. Αυτό είναι το μυστήριο της Εκκλησίας μας! Είναι ένα μεγάλο και ακατανόητο για την λογική του ανθρώπου μυστήριο. Όσοι δέχτηκαν το άγιο Βάπτισμα, ενδύθηκαν τον Χριστό και έγιναν μέλη δικά του. «ὅσοι γὰρ εἰς Χριστὸν ἐβαπτίσθητε, Χριστὸν ἐνεδύσασθε». (Προς Γαλάτας γ΄ 27 ). Δεν ανήκουν στον εαυτό τους, αλλά στο σώμα του Χριστού. Γι αυτό λοιπόν, πρέπει να γνωρίζουν όλοι, ότι Όποιος πολεμάει την Εκκλησία, πολεμάει το σώμα του Χριστού. Και όποιος πολεμάει το σώμα του Χριστού, πολεμάει τον ίδιο τον Θεό. Το μυστήριο της Εκκλησίας εδραιώνεται πάνω στην Θεότητα του Χριστού. καὶ πύλαι ᾅδου οὐ κατισχύσουσιν αὐτῆς. (Ματθ. ιστ΄18). Όποιος συμμετέχει στο σκανδαλισμό, στον διχασμό και την αποκοπή μελών απ’ αυτό το σώμα, με τον τρόπο που αναφέραμε πιο πάνω, τότε συμμετέχει στην αποκοπή μελών του Χριστού. Αν ήξεραν αυτοί οι άνθρωποι που προκαλούν αυτήν την κατάσταση, πόσο τραγικές υπάρξεις είναι μέσα στην ιστορία της ανθρωπότητας, είμαι σίγουρος ότι θα ήθελαν να δώσουν τέλος στην ζωή τους. Και για να χρησιμοποιήσω τον λόγο του Κυρίου στο Ευαγγέλιο, θα ήταν καλύτερα γι αυτούς, να δέσουν επί τον τράχηλό τους λίθο μεγάλο και να πέσουν στην θάλασσα. «καὶ ὃς ἂν σκανδαλίσῃ ἕνα τῶν μικρῶν τούτων τῶν πιστευόντων εἰς ἐμέ, καλόν ἐστιν αὐτῷ μᾶλλον εἰ περίκειται λίθος μυλικὸς περὶ τὸν τράχηλον αὐτοῦ καὶ βέβληται εἰς τὴν θάλασσαν». (Μάρκ. θ΄ 42-43). Ο σκανδαλισμός δεν προέρχεται από τα λάθη και τις πτώσεις των κληρικών και των ρασοφόρων, διότι αυτοί δεν αποσκοπούν στον σκανδαλισμό του λαού, αλλά υποκύπτουν από αδυναμία σε κάποιο πάθος, ή από απροσεξία τους υποπίπτουν σε λάθη, τα οποία προκαλούν την κοινή γνώμη. (εξάλλου ουδείς αναμάρτητος κι αυτοί άνθρωποι με σάρκα και οστά είναι). Αυτό όμως που προκαλεί τον σκανδαλισμό στον λαό, είναι η διατυμπάνιση με τον τρόπο τον οποίο προβάλουν τα συγκεκριμένα γεγονότα αυτοί οι άνθρωποι στα Μ.Μ.Ε. αποκρύπτοντας την άλλη όψη του νομίσματος και προσθέτοντας και την δική τους φαντασία, την ειρωνεία και τον χλευασμό, έχοντας παντελή άγνοια πάνω σε θέματα Εκκλησίας και ιεροσύνης. Μερικοί άνθρωποι ομοιάζουν με τις μέλισσες και δυστυχώς κάποιοι άλλοι ομοιάζουν με τις μύγες. Οι μεν μέλισσες αναζητούν στα περιβόλια τα ωραία άνθη για να συλλέξουν το μέλι και οι δε μύγες, ακόμη κι όταν βρίσκονται σ’ ένα ωραίο περιβόλι, ψάχνουν να βρουν ακαθαρσίες για να καθίσουν επάνω. Και μετά έτσι βρώμικες που είναι, κάθονται να ξαποστάσουν κι επάνω στα αθώα άνθη, τα οποία μολύνουν με τις ακαθαρσίες που μεταφέρουν. Όποιος έχει νου, ας καταλάβει τι θέλω να πω… Αλλά κι αυτοί που είναι μέλη του σώματος του Χριστού και σκανδαλίστηκαν, πέφτοντας στην παγίδα αυτών των ανθρώπων, δυστυχώς γι αυτούς, αντί για «σίτος» βρέθηκαν «άχυρο». Και όταν ο θεριστής σηκώσει το φτυάρι ψηλά, ο άνεμος των σκανδάλων και των πειρασμών θα τους παρασύρει και στο τέλος θα καταλήξουν στο αιώνιο πυρ, όπως το άχυρο στην φωτιά και θα κριθούν ανάξιοι της Βασιλείας του Θεού. «πολλοὶ γάρ εἰσι κλητοί, ὀλίγοι δὲ ἐκλεκτοί», λέγει ο Κύριος. (Ματθ. Κβ΄ 14-15 ).

Ο Θεός επιτρέπει και παραχωρεί να ξεσπούν σκάνδαλα μέσα στην Εκκλησία, τα οποία σκάνδαλα προσπαθούν να εκμεταλλευτούν οι εχθροί της και να προκαλέσουν πλήγμα, διατυμπανίζοντας αυτά με όποιον τρόπο μπορούν και όσο περισσότερο γίνεται (ειδικά όταν πρόκειται για πτώσεις και λάθη ρασοφόρων), αποσκοπώντας φυσικά στον διχασμό του πιστού λαού. Όμως ο Θεός ανέχεται να συμβαίνουν αυτά εις βάρος της Εκκλησίας, για ένα και μόνο σκοπό. Αλλά για να το καταλάβουμε καλύτερα ποιος είναι αυτός ο σκοπός, ας δούμε πρώτα ένα παράδειγμα από την Καινή Διαθήκη. Στο βιβλίο της Αποκαλύψεως, ο Κύριος μας δίνει εντολή στο Άγιο Ιωάννη τον Ευαγγελιστή, να γράψει προς τον Επίσκοπο της Εκκλησίας της Λαοδικείας τα εξής: «τάδε λέγει ὁ ἀμήν, ὁ μάρτυς ὁ πιστὸς καὶ ἀληθινός, ἡ ἀρχὴ τῆς κτίσεως τοῦ Θεοῦ· οἶδά σου τὰ ἔργα, ὅτι οὔτε ψυχρὸς εἶ οὔτε ζεστός· ὄφελον ψυχρὸς ἦς ἢ ζεστός, οὕτως ὅτι χλιαρὸς εἶ, καὶ οὔτε ζεστὸς οὔτε ψυχρός, μέλλω σε ἐμέσαι ἐκ τοῦ στόματός μου». (Αποκ. Ιωάννου γ΄ 14-17). Επειδή λοιπόν ο Χριστός δεν θέλει στην Εκκλησία του οπαδούς και όπως ο ίδιος ακριβώς αναφέρει δεν θέλει «χλιαρούς» στην πίστη, αλλά συνειδητά και αληθινά «θερμούς» Χριστιανούς, δια τούτο παραχωρεί να έρθουν στην Εκκλησία οι άνεμοι των πειρασμών και των σκανδάλων, για να καθαίρει μ’ αυτόν τον τρόπο τα μέλη του σώματός του από ολιγόπιστους και με χλιαρή πίστη προς αυτόν και για να δοκιμαστεί η πίστη των δυνατών.Για να δοκιμαστεί η πίστη όλων των ανθρώπων που ανήκουν στο σώμα της Ορθόδοξης Εκκλησίας. Όταν βρεθούμε λοιπόν χλιαροί στην πίστη, τότε πολύ πιθανόν να μας παρασύρουν οι άνεμοι των σκανδάλων και τότε όπως αναφέραμε και πιο πάνω, αντί για «σίτος» θα βρεθούμε «άχυρο» και φυσικά θα κληθούμε ανάξιοι για να συναχθούμε κι εμείς στην «σιταποθήκη» του Θεού, που είναι η βασιλεία των ουρανών. Δεν μπορούμε να εισέλθουμε στην χαρά του Κυρίου μας χωρίς να έχουμε ένδυμα γάμου, «ἑταῖρε, πῶς εἰσῆλθες ὧδε μὴ ἔχων ἔνδυμα γάμου; ὁ δὲ ἐφιμώθη». (Ματθ.κβ΄ 12-13). Εξάλλου για τον κάθε πιστό, δεν πρέπει να αποτελεί παράδειγμα ο κλήρος και ο μοναχισμός, αλλά ο ίδιος ο Χριστός, η Παναγία μας και οι Άγιοι της Εκκλησίας μας. Αυτών το παράδειγμα πρέπει να έχουν οι πιστοί και να μιμούνται έκαστος τον βίο τους, κατά το μέτρο και την δύναμη που τους δόθηκε. Οι κληρικοί και οι μοναχοί, είναι απλά υπηρέτες και οικονόμοι των μυστηρίων του Θεού και της Εκκλησίας, οι οποίοι φυσικά, θα κληθούν κι αυτοί με την σειρά τους, δια να δώσουν λόγο εις τον Θεό για τις πράξεις και τα έργα τους. Μὴ κρίνετε, ἵνα μὴ κριθῆτε· ἐν ᾧ γὰρ κρίματι κρίνετε κριθήσεσθε, καὶ ἐν ᾧ μέτρῳ μετρεῖτε μετρηθήσεται ὑμῖν. (Ματθ. Ζ-1-2). Οι Πατέρες της Εκκλησίας λένε, ότι μερικά γεγονότα που έλαβαν χώρα πριν και κατά την ενσάρκωση του Θεού Λόγου, αποκρύφτηκαν επίτηδες από την αντίληψη του εωσφόρου, μέχρι την ημέρα που η ανθρώπινη φύση του Χριστού πέθανε επάνω στο Σταυρό. Μερικά απ’ αυτά είναι ο Ευαγγελισμός της Θεοτόκου από τον Αρχάγγελο Γαβριήλ, η άσπιλη σύλληψη του Ιησού εκ Πνεύματος Αγίου στην μήτρα της Παρθένου, όπως επίσης και η συγκάλυψη της Θείας υπόστασης του Χριστού, δηλαδή του Θεού Λόγου. Ο Θεός οικονόμησε μετά την άσπιλη σύλληψη της Θεοτόκου να την παραλάβει στο σπίτι του ο δίκαιος Ιωσήφ ως μνηστή του και έτσι ο εωσφόρος δεν αντιλήφθηκε ότι η Θεοτόκος εγκυμονούσε ενώ ήταν παρθένος. Όπως επίσης δεν αντιλήφθηκε ότι ο Χριστός είναι το δεύτερο πρόσωπο της Αγίας Τριάδος, ο Θεός Λόγος, ο οποίος έλαβε την ανθρώπινη φύση και την ένωσε ακατάληπτα με την υπόστασή του. Γι αυτό και όταν ο Χριστός αποσύρεται για λίγο στην έρημο, ο πονηρός και σκοτεινός εωσφόρος εμφανίζεται για να τον πειράξει και να μάθει ποιος ακριβώς είναι, επειδή κατά την Βάπτιση του Ιησού στον Ιορδάνη άκουσε την φωνή του Θεού, όπου αποκαλούσε τον Χριστό αγαπητό Υιό του και το Άγιο Πνεύμα ήρθε και κάθισε επάνω του ως λευκό περιστέρι. Ο διάβολος λοιπόν θορυβήθηκε, επειδή ήξερε από τις γραφές ότι θα έρθει κάποιος Μεσσίας, αλλά του το είχε πει και ο ίδιος ο Θεός την ημέρα της εξορίας των πρωτόπλαστων από τον Παράδεισο, ότι απόγονος αυτής της γυναίκας (της Εύας) θα σου συντρίψει το κεφάλι. «αὐτός σου τηρήσει κεφαλήν» (Γένεσις γ’ 15-16 ).Έτσι λοιπόν, προσεγγίσει τον Χριστό στην έρημο όπου είχε αποσυρθεί μετά την Βάπτισή του και αρχίζει να τον πειράζει για να καταλάβει ποιος ακριβώς είναι, λέγοντάς του: «εἰ υἱὸς εἶ τοῦ Θεοῦ, εἰπὲ ἵνα οἱ λίθοι οὗτοι ἄρτοι γένωνται». (Ματθ. δ΄3-4). Αλλά ο Χριστός του απαντάει επίτηδες σαν άνθρωπος και όχι σαν Θεός, μέσα από την Αγία Γραφή. «γέγραπται, οὐκ ἐπ᾿ ἄρτῳ μόνῳ ζήσεται ἄνθρωπος, ἀλλ᾿ ἐπὶ παντὶ ῥήματι ἐκπορευομένῳ διὰ στόματος Θεοῦ». (Ματθ. δ΄ 4-5 ) Τότε ο διάβολος όπως μας αναφέρει το ιερό Ευαγγέλιο, ανήγαγε τον Ιησού στο πτερύγιο του ιερού, του είπε: «εἰ υἱὸς εἶ τοῦ Θεοῦ, βάλε σεαυτὸν κάτω· γέγραπται γὰρ ὅτι τοῖς ἀγγέλοις αὐτοῦ ἐντελεῖται περὶ σοῦ, καὶ ἐπὶ χειρῶν ἀροῦσί σε, μήποτε προσκόψῃς πρὸς λίθον τὸν πόδα σου». (Ματθ. δ΄6-7) Και ο Ιησούς του απαντάει πάλι μέσα από την Γραφή, λέγοντάς του: «πάλιν γέγραπται, οὐκ ἐκπειράσεις Κύριον τὸν Θεόν σου». (Ματθ. δ΄7-8) Για τρίτη φορά ο διάβολος επιχειρεί να μάθει ποιος είναι πραγματικά ο Ιησούς και αφού τον ανέβασε όπως αναφέρει το ιερό κείμενο σε Όρος υψηλό, του έδειξε κατά παράδοξο τρόπο όλα τα βασίλεια της εποχής εκείνης και την δόξα αυτών και του είπε: «ταῦτα πάντα σοι δώσω, ἐὰν πεσὼν προσκυνήσῃς μοι». (Ματθ. δ΄9) Αλλά πάλι ο Ιησούς αποκρύπτει την Θεότητά του και του απαντάει λέγοντας: «ὕπαγε ὀπίσω μου, σατανᾶ· γέγραπται γάρ, Κύριον τὸνΘεόν σου προσκυνήσεις καὶ αὐτῷ μόνῳ λατρεύσεις». (Ματθ. δ΄10) Και αφού δεν κατάφερε ο διάβολος τίποτα με τους τρείς πειρασμούς που υπέβαλε στον Ιησού, τον άφησε για λίγο καιρό για να επανέλθει αργότερα μέσα από τους γραμματείς και τους φαρισαίους, αλλά και τον άπιστο όχλο που μέχρι τελευταία στιγμή πάνω στον Σταυρό, τους ενέπνεε να ρωτούν στον Χριστό τον ίδιο λόγο. «εἰ υἱὸς εἶ τοῦ Θεοῦ, κατάβηθι ἀπὸ τοῦ σταυροῦ». (Ματθαίου κζ΄ 40 ). Μέχρι εκείνη την στιγμή που ο Χριστός ήταν πάνω στον Σταυρό, ο διάβολος δεν είχε αντιληφθεί ότι είναι ο Θεός Λόγος, ο οποίος προσέλαβε την ανθρώπινη φύση ενώνοντας αυτήν με την υπόστασή του, κατατάσσοντας την ανθρώπινη φύση και φύση Θεού. Έτσι λοιπόν ο ανόητος εχθρός, έκανε το λάθος και παρακίνησε τους Εβραίους να θανατώσουν τον Ιησού, κάτι που δεν είχε το δικαίωμα να το κάνει επειδή ο Ιησούς ήταν αναμάρτητος. Όταν λοιπόν η ανθρώπινη φύση του Χριστού πέθανε πάνω στον Σταυρό, η ψυχή του κατέβηκε στον Άδη και εκεί φανέρωσε την Θεότητά του, επιτελώντας και το μεγαλύτερο δικαστήριο στον εχθρό της σωτηρίας μας, επειδή το αίμα του Χριστού χύθηκε άδικα των αδίκων πάνω στον Σταυρό από την παρακίνηση και την εξουσία που άσκησε ο διάβολος στους Εβραίους.Αμέσως μετά ο Ιησούς ως Κύριος της ζωής και του θανάτου, αναστήθηκε κάνοντας την αρχή για την ανάσταση όλων των νεκρών και δίνοντάς μας το δικαίωμα εφόσον παραμείνουμε ενωμένοι στο Σώμα του, να γίνουμε κι εμείς αθάνατοι και αιώνιοι, βασιλεύοντας μαζί του εις την βασιλεία των ουρανών. Και αφού ο Χριστός ήταν αναμάρτητος και δεν χρωστούσε καμιά αμαρτία στον πονηρό, κακώς και άδικα παρακίνησε τους εβραίους να τον θανατώσουν.

Επομένως ο Κύριος μας, δικάζοντας τον εωσφόρο για την άδικη ενέργεια του και χωρίς να τον αδικήσει, άφησε το δικό του άδικα χυμένο αίμα του και το επίσης άδικο μαρτύριο του, λύτρα για τα λάφυρα που είχε κλέψει ο «αρχέκακος όφις», όταν πλάνησε τους πρωτόπλαστους στον Παράδεισο. Ποια είναι αυτά τα λάφυρα…; Οι ψυχές όσων ομολόγησαν και ομολογούν τον Χριστό και όσες τον ομολογήσουν έως συντελείας των αιώνων. Έτσι πλέον, όλοι όσοι είμαστε στο σώμα του Χριστού που είναι η Εκκλησία, ακόμη και από αδυναμία αν αμαρτήσουμε, μπορούμε να προσέλθουμε στα μυστήρια της Εκκλησίας και καταθέτοντας εν μετανοία τις αμαρτίες μας σ’ αυτήν δια του πνευματικού, να λάβουμε την άφεση χωρίς να πληρώσουμε κάποιο τίμημα ή να αδικήσουμε τον εχθρό μας, επειδή για τις δικές μας αμαρτίες, πλήρωσε επάνω στον Σταυρό ο αναμάρτητος Χριστός. Έτσι λαμβάνοντας την άφεση, αφαιρείτε από τον πονηρό εχθρό της σωτηρίας μας, κάθε δικαίωμα εξουσίας επάνω μας και δεν μπορεί να μας παρακινήσει προς το κακό και την πλάνη, αλλά καθαροί πλέον μπορούμε να προσέλθουμε σε κοινωνία με τον Κύριο μας. Και για να επανέλθουμε επί το προκείμενο, όπως λοιπόν έκανε λάθος ο εωσφόρος, ο οποίος νόμιζε ότι ο Χριστός ήταν απλός άνθρωπος και όχι Θεός και έχασε την εξουσία και τα λάφυρα που είχε κερδίσει, έτσι συμβαίνει και με τους ανόητους και σκοτεινούς ανθρώπους που πολεμούν την Εκκλησία, μη μπορώντας να διακρίνουν ότι πολεμούν τον ίδιο τον Θεό. Και αν ο πονηρός έχασε μόνο την εξουσία που είχε, αυτοί οι ανόητοι δυστυχώς, αν δεν μετανοήσουν και δεν καταλάβουν σε τι χάος πνευματικό βρίσκονται, θα παραδοθούν ολοκληρωτικά στην εξουσία του μεγαλύτερου εχθρού της ανθρώπινης ύπαρξης και στο ανύπαρκτο έλεος του. Τότε θα καταλάβουν ότι σε λάθος αφεντικό δούλεψαν, αλλά όπως αναφέρει και η Γραφή, θα είναι αργά πλέον γι αυτούς, διότι η οργή του Θεού θα τους βρει αμετανόητους. «φοβερὸν τὸ ἐμπεσεῖν εἰς χεῖρας Θεοῦ ζῶντος». (Προς Εβρ. Ι΄ 31-32).
Εύχομαι να μην βρεθεί κανείς Χριστιανός στο ίδιο στρατόπεδο μ’ αυτούς τους ανθρώπους εν ημέρα Κρίσεως. Αυτοί που παρέδωσαν τον Χριστό για να τον βασανίσουν και να τον σταυρώσουν, χωρίς να ξέρουν τι έκαναν, καταράστηκαν τον εαυτό τους, αλλά και τα παιδιά τους πάνω στο αίμα του Χριστού, λέγοντας: το αίμα του σ’ εμάς και στα παιδιά μας, «τὸ αἷμα αὐτοῦ ἐφ᾿ ἡμᾶς καὶ ἐπὶ τὰ τέκνα ἡμῶν».(Ματθ.κζ΄ 25-26 ) . Αλήθεια σας λέω…, ότι αυτοί που προκαλούν αυτήν την κατάσταση που αναφέραμε, διατυμπανίζοντας τα λάθη και τις πτώσεις κληρικών και ρασοφόρων, προσθέτοντας και την δική τους φαντασία, ή μάλλον και την δική τους κακία, επειδή θέλουν να προκαλέσουν πλήγμα στην Εκκλησία και σκανδαλίζουν το πλήρωμα του λαού, προκαλώντας διχασμό και αποκοπή των πιστών από το Σώμα του Χριστού, επωμίζονται ακόμη μεγαλύτερη κατάρα, επειδή γίνονται δήμιοι και βασανιστές της Εκκλησίας, που είναι το Σώμα του Χριστού, ή ακόμη πιο εύστοχα… ο ίδιος ο Χριστός! Και είναι μεγαλύτερη η κατάρα που επωμίζονται, διότι εξαιτίας τους χάνονται και πολλές ψυχές, οι οποίες ως βαριές αλυσίδες κρέμονται επί τον τράχηλο αυτώνΕύχομαι αγαπητοί μου αδελφοί, όσοι από εσάς ενδυθήκατε τον Χριστό με το Άγιο Βάπτισμα στην Ορθόδοξη Εκκλησία μας, να μην πέσετε θύμα αυτής της παραπλάνησης που ασκούν αυτοί οι συγκεκριμένοι άνθρωποι μέσω των Μ.Μ.Ε. Είναι συμφέρον για εσάς να τους αποστραφείτε κι αυτούς και τις ειδήσεις που μεταφέρουν, αλλά και την δήθεν διασκέδαση που σας προσφέρουν, διότι ο λόγος, η ενημέρωση και η τακτική αυτών των ανθρώπων, είναι μία παραπλάνηση. Μία μεγάλη ΠΑΡΑΠΛΑΝΗΣΗ!!! Εξάλλου ο εμπνευστής όλης αυτής της κατάστασης, δεν είναι άλλος από τον πονηρό εχθρό της σωτηρίας μας και οι περισσότεροι άνθρωποι που συμμετέχουν στα σχέδια του, ανήκουν στην παγκόσμια οργάνωση που θέλει να κατακτήσει τον κόσμο. Ποια είναι αυτή…; Χωριό που φαίνεται…

Τέλος, θέλοντας να κλείσω και να ολοκληρώσω την αναφορά μου επί του θέματος, επιτρέψτε μου να παραθέσω στην αγάπη σας λίγα λόγια από έναν άλλο άγιο γέροντα της εποχής μας, τον γέροντα Παΐσιο τον Αγιορείτη, ο οποίος μας λέει τα εξής: Γέρων Παΐσιος: -Εκείνοι που ελέγχουν με αδιακρισία έχουν πνευματική σκότιση και κακία και βλέπουν τους ανθρώπους δυστυχώς σαν κούτσουρα. Και ενώ τους πελεκάνε αλύπητα και υποφέρουν οι άνθρωποι, αυτοί χαίρονται για το τετραγώνισμα που τους κάνουν, για «τον κυβισμό»! Μόνο σε άνθρωπο που έχει δαιμόνιο αρχικό δικαιολογείται να θεατρίζει τους ανθρώπους μπροστά στον κόσμο, να τους λέει το παρελθόν τους (σε όσους βέβαια έχει δικαιώματα το δαιμόνιο), για να κλονίζει αδύνατες ψυχές. Το ακάθαρτο πνεύμα, φυσικά, δεν βγάζει στην φόρα τις αρετές των ανθρώπων αλλά τις αδυναμίες τους. Οι ελευθερωμένοι όμως άνθρωποι από τα πάθη τους, επειδή δεν έχουν κακία, το κακό το διορθώνουν με καλοσύνη. Αν δουν καμιά φορά κάπου λίγη ακαθαρσία που δεν καθαρίζεται, την σκεπάζουν με καμιά πλάκα, για να μην αηδιάσει και ο άλλος που θα την δη. Ενώ εκείνοι που ξεσκαλίζουν σκουπίδια μοιάζουν με τις κότες… Τώρα ο διάβολος κάνει μουντζούρες πολλές και μπλέκει πολύ τα πράγματα, αλλά τελικά θα σπάσει τα μούτρα του. Μετά από χρόνια θα λάμψουν οι δίκαιοι. Και λίγη αρετή να έχουν, εν τούτοις θα φαίνονται, γιατί θα επικρατεί πολύ σκοτάδι, και ο κόσμος θα στραφεί προς αυτούς, ΑΥΤΟΙ ΠΟΥ ΣΗΜΕΡΑ ΚΑΝΟΥΝ ΤΑ ΣΚΑΝΔΑΛΑ, ΑΝ ΖΟΥΝ ΤΟΤΕ, ΘΑ ΝΤΡΕΠΟΝΤΑΙ… (Γέρων Παΐσιος…Από το βιβλίο «Λόγοι Γέροντος Παϊσίου Αγιορείτου A΄», εκδ. Ιερόν Ησυχαστήριον «Ευαγγελιστής Ιωάννης ο Θεολόγος», Σουρωτή Θεσσαλλονίκης).

Άρθρο Αγιορείτου μοναχού.

πηγή :  Αγιον Ορος

Ιερομόναχος στον κόσμο;

Ιερομόναχος στον κόσμο;
   
Ο διάλογος που ακολουθεί είναι αληθινός και έγινε μέσα από το διαδίκτυο με ένα νέο που σπουδάζει σε εκκλησιαστική ακαδημία. Μέσα από αυτόν τον διάλογο προέκυψε ένας γόνιμος προβληματισμός πού θέλησα να τον μοιραστώ μαζί σας ο κάθε ένας από εμάς μπορεί αβίαστα να καταλάβει, μία από τις αιτίες πού το καράβι της Εκκλησίας δεν αρμενίζει σωστά.


ΔΙΑΛΟΓΟΣ ΝΕΟΥ ΜΕΤΑ ΤΟΥ Π. ΝΕΚΤΑΡΙΟΥ

- Νέος: Πατέρα Νεκτάριε ευλογείτε,
Από μικρό παιδί μεγάλωσα κοντά στην Εκκλησία και διαπίστωσα ότι έχω έφεση στα θεία και διάθεση προσφοράς στο έργο του Χριστού. Τώρα είμαι 22 ετών και αποφάσισα ότι θέλω να γίνω ιερομόναχος στον κόσμο, στην επαρχιακή Μητρόπολη όπου ζω. Το έχω σκεφθεί πολύ καλά και ξέρω ότι θα έχω πειρασμούς, τόσο από το οικογενειακό περιβάλλον όσο και από τον κόσμο, αλλά δεν με πτοεί τίποτα. Τι θα με συμβουλεύατε εσείς γι’ αυτή μου την απόφαση;

- π. Νεκτάριος: Αγαπητό μου παιδί,
Χαίρομαι που επιθυμείς να υπηρετήσεις την Εκκλησία του Χριστού, καθώς μάλιστα φαίνεσαι να διαθέτεις ενθουσιασμό και αγωνιστικό φρόνημα. Προτού προχωρήσεις όμως, πρώτο σου μέλημα θα πρέπει να είναι να ανιχνεύσεις το θέλημα του Χριστού, για να πάρεις την κατάλληλη απόφαση.

Εάν επιθυμείς να γίνεις κληρικός στον κόσμο, υπάρχει ο δρόμος του εγγάμου κληρικού, όπου με την αρμόζουσα αφοσίωση στον Κύριό μας, μπορεί κανείς να γίνει τίμιος εργάτης στον αμπελώνα Του, ένα λαμπερό άστρο για το ποίμνιο του Χριστού μας.

Από την άλλη, άγαμος κληρικός στον κόσμο δεν νοείται στην παράδοση της εκκλησιαστικής ζωής της ορθοδόξου Εκκλησίας μας. Ας μην παρασυρόμαστε από τα σύγχρονα εκκοσμικευμένα φαινόμενα. Ο ιερομόναχος στον κόσμο αποτελεί σχήμα οξύμωρο. Ο μοναχός είναι για την Μονή και αν θα χειροτονηθεί ιερέας, αυτό θα γίνει μόνο για τις ανάγκες της Μονής του και όχι για τον κόσμο. Αν ο οικείος Μητροπολίτης για τις ανάγκες της Μητροπόλεως, θέλει κάποιον ιερομόναχο, τότε ζητά από τον Ηγούμενο της Μονής και ο Ηγούμενος επιλέγει τον πλέον κατάλληλο και τον στέλνει να βοηθήσει στην έκτακτη ανάγκη της Μητροπόλεως.

Σε αυτές τις περιπτώσεις ο Μητροπολίτης διορίζει τον ιερομόναχο, ως έκτακτο κληρικό της Μητρόπολης και το έγγραφο του διορισμού του, αναφέρει ότι διορίζεται ο ιερομόναχος αυτός προσωρινώς ή εκτάκτως και για τις ανάγκες της Μητροπόλεως. Αυτό σημαίνει ότι ο Μητροπολίτης σε εύλογο χρόνο θα τον στείλει πίσω στην Ιερά Μονή του, γιατί αυτή η υπηρεσία του στον κόσμο αποτελεί μια έκτακτη αποστολή.

Για του λόγου το αληθές, σου επισυνάπτω την σχετική απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας, όπως δημοσιεύθηκε και στον ημερήσιο τύπο, μετά από προσφυγή ιερομονάχου που απελύθη από την ενοριακή του θέση:

Το Γ' Τμήμα του Συμβουλίου της Επικρατείας (1753/2008) έκρινε ότι: «οι ιερομόναχοι δεν μπορούν να διοριστούν ως τακτικοί εφημέριοι, τούτο δε διότι σύμφωνα με τις διατάξεις των Ιερών Κανόνων (βλ .ιδίως Δ’ Κανόνα της εν Χαλκιδώνι Δ’ Οικουμενικής Συνόδου) οι μοναχοί εγκαταβιώνουν υποχρεωτικά στην Ιερά Μονή της μετανοίας τους την οποία δεν πρέπει να εγκαταλείπουν παρά μόνον «δια χρείαν αναγκαίαν», κατά την κρίσιν αποκλειστικός του οικείου Μητροπολίτου(ΣτΕ565/1938)».

Ακόμη, η απόφαση του ΣτΕ αναφέρει ότι: «μόνο έγγαμοι κληρικοί διορίζονται σε θέσεις τακτικών εφημερίων και ότι η παύση ιερομονάχου από θέση προσωρινού εφημερίου και η επαναφορά του στη Μονή, όπου ανήκει, απόκειται στην απόλυτη διακριτική εξουσία του Μητροπολίτη, μη υποχρεουμένου να αιτιολογεί την σχετική πράξη». Και διερωτώμαι: Άραγε ο Θεός, σαν τότε που χρησιμοποίησε την γαϊδούρα του Βαλαάμ για να μιλήσει στον προφήτη, μήπως σήμερα χρησιμοποιεί τις δικαστικές αποφάσεις για να μας θυμίσει τους κανόνες αφού εμείς ούτε τους διαβάζουμε ούτε τους θυμόμαστε ούτε θέλουμε να τους εφαρμόσουμε;

Μετά από όσα σου προανέφερα, σε παρακαλώ εξήγησέ μου το σκεπτικό σου, γιατί θέλεις να γίνεις ιερομόναχος στον κόσμο; Διότι αν δεν αποφύγεις ένα λανθασμένο ξεκίνημα, είναι πολύ πιθανόν να έχουμε τραγική κατάληξη…

- Νέος: Εγώ είχα ξεκινήσει για το Μοναστήρι και είδα ότι δεν μπορώ να ζήσω εκεί. Το σκεπτικό μου είναι, ότι και ο κόσμος χρειάζεται διακονία. Δεν κάθομαι έξω για μια καλύτερη ζωή. Άλλωστε οι Πατέρες λένε ότι δεν αγιάζει ο τόπος αλλά ο τρόπος. Έχουμε τρανό παράδειγμα τον Γέροντα Πορφύριο, που έκανε το κέντρο της Αθήνας παράδεισο. Συμφωνώ ότι η θέση του μοναχού είναι στα Μοναστήρια, όμως πολλές φορές ο Θεός αλλού μας οδηγεί, δεν νομίζετε;

- π. Νεκτάριος: Αγαπητό μου παιδί. Παρακολουθώντας το σκεπτικό σου, διακρίνω κάποιες λανθασμένες αφετηρίες και θα προσπαθήσω να σου εξηγήσω αναλυτικά. Σκοπός της ζωής του ανθρώπου είναι ο αγιασμός του, δηλαδή η σωτηρία του. Ο Θεός μας είναι Φως, άρα και εμείς καλούμεθα να γίνουμε φως, για να ενωθούμε μαζί Του. Όπως ξέρεις, μόνο τα όμοια ενοποιούνται, το φως ενώνεται με το φως, το σίδερο με το σίδερο…Αντιθέτως τα ανόμοια δεν μπορούν να ενωθούν. Λοιπόν, αν δεν έχεις γίνει φως, πώς τότε θα γίνεις ένα με το Φως; Φυσικό αποτέλεσμα θα είναι να απομακρυνθείς από το Φως και να ζήσεις μετά στο αιώνιο σκοτάδι! Πιστεύω να το καταλαβαίνεις αυτό.

Είναι σωστό αυτό που γράφεις, ότι δεν αγιάζει ο τόπος αλλά ο τρόπος. Δηλαδή, ο τρόπος ζωής μέσω του οποίου εξυπηρετείται ο στόχος, που είναι η αγιότητα. Αυτός ο τρόπος δεν είναι άλλος από το καμίνι της υπακοής και της ταπείνωσης, που παίρνει για τον πιστό την μορφή ή της συζυγίας στο Μυστήριο του Γάμου, ή της υποταγής σε Γέροντα, στο Μυστήριο του Μοναχισμού (η Δυτική, παπική θεολογία περιορίζει τα μυστήρια μόνο σε επτά, αντίθετα από την Ορθόδοξη Παράδοση). Και τα δύο αυτά μυστήρια λοιπόν, οδηγούν στην ένωσή μας με τον Θεό, δια της ταπεινώσεως. Το υπογραμμίζω, δια της ταπεινώσεως. «Η ταπείνωσις και χωρίς άλλων έργων συγχωρεί πολλά αμαρτήματα· τα έργα όμως άνευ της ταπεινώσεως όχι μόνον υπάρχουσιν ανωφελή αλλά και πολλών κακών πρόξενα». (Ισαάκ Σύρρου Ασκητικά Λόγος ΜΘ’ Περί αληθούς γνώσεως κλπ.).

Μέσα στον γάμο, αν το ζευγάρι δεν αποκτήσει ταπείνωση, τότε τα θέλω του ενός θα συγκρουστούν με τα θέλω του άλλου και έτσι προβάλλοντας δύο εγώ, το ζευγάρι χωρίζει… Σκέφτεσαι στην Αγία Τριάδα να ήθελε άλλα ο Πατήρ, άλλα ο Υιός και άλλα το Άγιο Πνεύμα; Δεν νοούνται ποτέ τρία διαφορετικά θελήματα στη θεία βούληση. Έτσι και στους ανθρώπους, όταν ο ένας θέλει το ένα και ο άλλος το άλλο, δεν υπάρχει ενότητα. Υπάρχει το θέλω και το εγώ. Γι’ αυτό το λόγο χωρίζουν τα ζευγάρια και για τον ίδιο λόγο τσακώνονται τα μέλη μιας οικογένειας, επειδή, δηλαδή όταν επιμείνουν σε διαφορετικά θελήματα, δημιουργείται διαφωνία και ένταση. Διαφωνία χωρίς υποχώρηση (ταπείνωση), σημαίνει διάλυση. Έτσι η ενότητα χάνεται, γιατί όσο λείπει η ταπείνωση, τόσο χωριζόμεθα από τον Θεό και γίνεται έτσι πιο επισφαλής η σωτηρία μας.

Έπειτα, ερχόμαστε στο θέμα του Μοναχισμού, που, όπως καταλαβαίνω σε ενδιαφέρει περισσότερο. Ο Μοναχισμός είναι η δεύτερη οδός σωτηρίας που κάνει τον άνθρωπο φως, διότι τον ωθεί να ενωθεί με τον Θεό δια της εκκοπής τους θελήματός του. Ο μοναχός δεν μπορεί να έχει θέλω και εγώ. Ας μην ξεχνάμε ότι, με την απόκτηση του ιδίου θελήματος, ο Εωσφόρος από φωτεινός Αρχάγγελος μετατράπηκε σε σκοτεινό δαίμονα, ενώ ο Αδάμ και η Εύα όταν απέκτησαν ίδιον θέλημα, έχασαν τον Παράδεισο. Το ίδιον θέλημα αποστασιοποιεί τον άνθρωπο από το θέλημα του Θεού και τον απομακρύνει από κοντά Του. Γι’ αυτό ο Χριστός, στο Πάτερ Ημών μας είπε να λέμε το “Γεννηθήτω το θέλημά Σου”. Πρέπει να έχουμε ένα θέλημα, αυτό που θέλει ο Κύριός μας.

Ο Μοναχισμός ξεκινά από εκεί, κόβει το θέλω και το εγώ. Έτσι ταπεινώνεται ο άνθρωπος καθημερινά. «Ένεκα σου θανατούμεθα όλη την ημέρα…» Γι’ αυτό το λόγο οδηγείται κανείς να υποταχθεί σε έναν Γέροντα και μια αδελφότητα, για να αποκτήσει δια της ταπεινώσεως και της αποβολής του εγώ και του θέλω τη σωτηρία του. Εσύ πώς θα μπεις σε αυτήν την οδό της ταπεινώσεως, για να χαθεί εντελώς το θέλω σου και το εγώ σου; Έξω στον κόσμο, πολύ φοβάμαι ότι θα κάνεις ό,τι θέλεις. Γι’ αυτό οι Πατέρες δεν άφηναν εύκολα τους μοναχούς να πάνε μόνοι τους, ούτε για ασκητές. Έπρεπε να περάσουν πρώτα από το Κοινόβιο, το σχολείο της υπακοής. Και μετά, δύσκολα πάλι τους έστελναν μόνους «ουαί το ενί…» Ο μόνος κάνει το ίδιον θέλημα και υπάρχει φόβος να χαθεί η ταπείνωση και μαζί η σωτηρία του ανθρώπου, ακόμα και στον ασκητισμό, που προϋποθέτει πνευματικότητα τελείας ανιδιοτέλειας και απόλυτη προβολή του θελήματος του Θεού, αρετές που κατακτώνται μετά από χρόνια στην υπακοή.

Επομένως σκοπός που γίνεται κάποιος μοναχός και ιερομόναχος, δεν είναι η διακονία της Εκκλησίας και του κόσμου! Αυτή είναι μια πλανεμένη θεώρηση της Δυτικής θεολογίας που τείνει να εισέλθει και εις την δική μας. Στην Πατερική παράδοση δεν υπάρχει πουθενά, ενώ αντίθετα προβάλλεται το ησυχαστικό και κοινοβιακό πνεύμα του μοναχισμού, η κατάλληλη πνευματική ατμόσφαιρα που αναπτύσσει τον έρωτα του μοναχού για τον Θεό και το θέλημά Του, μέσα από το οποίο καταλήγει να αγαπήσει με αληθινή αγάπη και όλο τον κόσμο.

Αγαπητό μου παιδί. Το να πιστεύεις ότι από το ξεκίνημά σου έχεις την εμπειρία και ότι κατέχεις την οδό της σωτηρίας και μπορείς να οδηγήσεις και άλλους ανθρώπους σε αυτήν την οδό, τι άλλο μπορεί να είναι εκτός από πλάνη; Εάν ο τυφλός οδηγεί τυφλό, καταλαβαίνεις πού θα καταλήξουν…Μπορείς λοιπόν εσύ να πάρεις, παιδί μου, επί τον τράχηλό σου τόσες ψυχές; Πώς θα τις οδηγήσεις, αφού ο ίδιος δεν βάδισες σ’ αυτήν την οδό, αφού δεν την γνώρισες εμπειρικά; Οι Απόστολοι έζησαν και διδάχθηκαν πρώτα από τον Χριστό… Ο Παύλος πάλι, οδηγήθηκε κατά θαυμαστό τρόπο από τον ίδιο τον Χριστό, όπως και ο Γέροντας Πορφύριος, που λαμβάνοντας ιδιαίτερη χάρη από τον Κύριο, είναι μια εξαιρετική, ιδιάζουσα περίπτωση. Εσύ; Εσύ πού γνώρισες την οδό της σωτηρίας;

Αυτά γίνονται δυστυχώς μέσα στην Εκκλησία παιδί μου…Κάποιοι βιάζονται να χειροτονηθούν αλλά και κάποιοι βιάζονται να χειροτονήσουν ιερομονάχους αλλά και εγγάμους κληρικούς, χωρίς να υπάρχουν οι προϋποθέσεις αλλά και οι εγγυήσεις που απαιτούνται για ένα τόσο υψηλό λειτούργημα. Έτσι οι με αυτόν τον τρόπο γενόμενοι κληρικοί τυφλοί όντες, αναλαμβάνουν να οδηγήσουν το ποίμνιο. Παίρνουν ενορίες και γίνονται ιεροκήρυκες… Αποτέλεσμα; Αυτό που βλέπουμε σήμερα μέσα στην Εκκλησία. Κοιτάζουν τι Σταυρό θα βάλουν, τι στολή κτλ. κι αυτή είναι η βασική μέριμνα κάποιων κληρικών. Έτσι τελικά επειδή οι ίδιοι δεν απέβαλαν ποτέ το θέλω τους, αλλά ούτε και το εγώ τους για χάρη του Χριστού, αδυνατούν τώρα να βοηθήσουν τον σύγχρονο άνθρωπο στα προβλήματά του, αλλά είναι και οι ίδιοι δυστυχείς και κάποιες φορές τραγικοί άνθρωποι. Γι’ αυτό και λένε σε όλους γενικές και αόριστες συμβουλές του τύπου, «νήστεψε, προσευχήσου». Δεν μπορούν να βοηθήσουν ουσιαστικά και κατάλληλα τον κάθε συγκεκριμένο άνθρωπο με τις ιδιαίτερες ανάγκες του, διότι δεν έχουν οι ίδιοι καθαρθεί και φωτισθεί. Όπως αν δεν πας στο σχολείο, δεν μαθαίνεις γράμματα, έτσι και αν δεν φοιτήσεις στο πνευματικό σχολείο, πώς θα μπορέσεις μετά να γίνεις δάσκαλος και να διακονήσεις τους μαθητές του Ιησού, χωρίς τα απαραίτητα εφόδια;

Παιδί μου, η Εκκλησία παρουσιάζει σήμερα αυτήν την άσχημη εικόνα και αδυνατεί να σταθεί κοντά στον άνθρωπο, διότι επικρατεί η άποψη ότι οι «παπάδες» είναι για να καλύπτουν τα κενά των εφημεριακών θέσεων. Δεν τους ενδιαφέρει κάτι άλλο. Όπου υπάρχει επίσκοπος που πέρασε από Μοναστήρι και έμαθε την οδό της σωτηρίας, αυτός δεν χειροτονεί μοναχούς μέσα στον κόσμο. Πολύ περισσότερο, δεν τους αναθέτει ενορία. Αλλά αφού πρώτα μάθουν, αφού οι μοναχοί του γίνουν πρώτα φως, τότε ο επίσκοπος, τους ζητά από τον ηγούμενό τους. Εσύ που θέλεις να διακονήσεις στον κόσμο, ποια οδό ταπείνωσης ακολούθησες; Αυτή την οδό ταπείνωσης προς την σωτηρία εξυπηρετούν ο έγγαμος βίος αλλά και ο μοναχικός βίος. Ο πρώτος νοείται ως συζυγία και ο δεύτερος ως υπακοή. Οι Πατέρες δεν προβάλλουν ως ασφαλή, άλλη οδό για την σωτηρία και την αγιότητα.

Είναι λάθος λοιπόν και αυθαιρεσία των πνευματικών, να δίνουν συμμαρτυρίες, για να χειροτονούνται ιερομόναχοι στον κόσμο, κύριοι του εαυτού τους και ανεξάρτητοι της υπακοής. Αυτό γίνεται, διότι ούτε οι ίδιοι οι πνευματικοί ακολούθησαν αυτή την οδό, με αποτέλεσμα να υπάρχει κι αυτή η ακαταστασία και πνευματική πενία στο χώρο της Εκκλησίας. Λένε, “καλός νέος είναι, ας δώσω συμμαρτυρία”…Μα δεν βλέπουν ότι ο νέος είναι μεν καλός αλλά είναι τυφλός; Πώς θα οδηγήσει μετά ένας τυφλός την ενορία; Και το κακό αυτό διαιωνίζεται. Αυξάνονται οι τυφλοί, που τελικά οδηγούν το ποίμνιο της ενορίας τους στην οδό της κολάσεως. Κάνουν τυπικούς χριστιανούς, ηθικιστές μόνο. Αυτό μας ήλθε από τη χριστιανική Δύση και μεταδόθηκε στην καθ’ ημάς Ανατολή με αποτέλεσμα σήμερα οι νέοι, να αναζητούν την πνευματικότητα στους διάφορους γκουρού της αλλόθρησκης Ανατολής. Όλα τα φαινόμενα, παιδί μου, έχουν την ερμηνεία τους…Ο άνθρωπος σήμερα ψάχνει το γνήσιο, την ουσία. Αναζητά το φως…Τι από όλα αυτά έχεις εσύ για να προσφέρεις; Ελπίζω να με καταλαβαίνεις…

Ιερομόναχος ή Μοναχός γίνεται κάποιος, όχι για να διακονήσει τον κόσμο, αλλά για να κτίσει την οικοδομή της σωτηρίας του. Η διακονία μπορεί να έλθει αργότερα, αλλά δεν είναι αυτοσκοπός. Όταν εσύ γίνεσαι ιερομόναχος πιστεύοντας ότι μπορείς να διακονήσεις, ξεκινάς με το εγωιστικό σφάλμα της υπέρμετρης αυτοπεποίθησης. Όταν θα είσαι έτοιμος πνευματικά, κάτι που αναγνωρίζει και βεβαιώνει μόνο ο ηγούμενος της Μονής που εγκαταβιώνεις, τότε θα έχεις όλα τα εφόδια και την ευλογία να διακονήσεις. Αυτό είναι πιθανό να συμβεί στο μέλλον. Δεν είναι όμως του παρόντος. Πόσο λυπάμαι κάθε φορά που γίνονται μοναχοί, νέοι άνθρωποι και νομίζουν ότι γίνονται για να υπηρετήσουν τον κόσμο και την εκκλησία! Πόσο εγωιστικό είναι αυτό! Αλλά ταυτόχρονα κάνουν και το ίδιον θέλημα, αυτό θέλουν - αυτό κάνουν και από την άλλη στην προσευχή τους λένε καθημερινά, “Γεννηθήτω το θέλημά Σου Κύριε”! Ποιο είναι το θέλημα του Θεού; Το λένε φυσικά οι Πατέρες στα κείμενά τους, το λένε οι Άγιοι στα γραπτά τους. Πώς εμείς κάνουμε το αντίθετο; Καλά δεν βλέπουμε ότι ξεκινάμε λάθος; Ή καλυπτόμαστε πίσω από την δήθεν υπακοή στον πνευματικό μας; Φυσικά κάποιοι πνευματικοί, με δάκρυα στα μάτια στο λέω, έχουν χάσει τον πνευματικό τους προσδιορισμό, ξεχνούν τον σκοπό της αποστολής τους και γι’ αυτό συμβαίνουν όσα συμβαίνουν…στο χώρο της Εκκλησίας μας.

Εσύ, παιδί μου ξεκίνα σωστά, για να γίνεις δοχείο της χάριτος του Θεού, να γίνεις φως, να ενωθείς με το Φως και να ζήσεις για πάντα μαζί Του. Αυτός είναι ο μοναχός, αυτός είναι και ο σκοπός που γίνεται κάποιος μοναχός. Ο άνθρωπος αγαπά πρώτα τον Κύριό του, που είναι Φως και γίνεται κι ο ίδιος φως, κατά την δωρεάν του Χριστού και ενώνεται έτσι μαζί. Όπως ο άνδρας αγαπά την γυναίκα και οδηγούνται σε Γάμο και ενώνονται σε ένα, έτσι και ο άνθρωπος που αγαπά τον Χριστό και τον αναζητά, οδηγείται στους γάμους του μετά του Κυρίου του (Μοναχισμός). Για να γίνει όμως η ένωση του Ιησού με τον μοναχό, πρέπει πρώτα να γίνει φως ο μοναχός και αυτή η διαδικασία διδάσκεται μόνο στις Μονές και όχι στο σπίτι του μοναχού. Κινδυνεύεις, παιδί μου να χαθείς και εσύ, αλλά σίγουρα εάν γίνεις και ιερομόναχος, θα πάρεις στο λαιμό σου πολλές ψυχές και θα είσαι εσύ υπεύθυνος για τον χαμό τους. Αυτό συμβολίζει εξάλλου και το πετραχήλι με τα κρόσσια που έχει στο κάτω μέρος. Παίρνεις, το λαό του Θεού, στον τράχηλό σου και τα κρόσσια είναι οι ψυχές τους, για τις οποίες θα δώσεις λόγο, αν τις οδηγήσεις ως άλλος Μωυσής στη γη της επαγγελίας ή στην Αίγυπτο. Αλλά αν δεν έζησες πρακτικά την οδό της σωτηρίας, που διδάσκεται ή μέσα στο μυστήριο του Γάμου ή στο Μοναστήρι, πώς πας να γίνεις Μωυσής! Δύσκολο, πολύ δύσκολο! Χωρίς να έχεις σπουδάσει καπετάνιος, πού πας να πιάσεις το τιμόνι του πλοίου;

Οι Άγιοι, λέγουν ότι η σωτηρία του ανθρώπου μέσα στον κόσμο είναι δύσκολη. Γι’ αυτό και ναυαγούν και τα νέα ζευγάρια. Γέμισε ο τόπος από διαζύγια, διότι δεν υπάρχουν καπετάνιοι καλοί. Κινδυνεύει το καράβι της οικογένειας και ο πνευματικός - καπετάνιος, αδυνατεί να τους βοηθήσει ουσιαστικά. Δεν μπορεί ο έρημος αφού ο ίδιος δεν τροφοδοτείται και δεν συνδέεται βαθειά και έντονα με τον αρχηγό της ζωής. Αποτέλεσμα, να χτυπά το καράβι στα βράχια και να χάνεται…Γι’ αυτό, πολλοί άνθρωποι αναζητούν τη σωτηρία τους στη δεύτερη οδό, του Μοναχισμού. Εδώ, έχοντας καλό οδηγό και κάνοντας υπακοή, το καράβι φτάνει αισίως στο λιμάνι του Χριστού. Αν όμως ο μοναχός και μέσα στη Μονή, κάνει το δικό του το θέλημα, τότε αφού δεν ακούει τον οδηγό του, πάλι στα βράχια θα καταλήξει.

Μόνο όποιος μοναχός υπακούει, όπως λένε οι Άγιοι, αυτός γρήγορα κερδίζει το ποθούμενο και γίνεται φως. Γίνε φως και τότε το φως που θα εκπέμπεις, επειδή είναι του Χριστού, θα οδηγήσει στη σωτηρία χιλιάδες ανθρώπους. Ξεκίνα σωστά και θα με θυμάσαι για πάντα στην ζωή σου.

- Νέος: Διαβάζοντας Γέροντα τα γραφόμενά σας, ήθελα να επισημάνω τα εξής:
Καταρχήν υπακοή μπορείς να κάνεις και στον Γέροντά σου, που βρίσκεται στον κόσμο ή εντός μοναστηριού. Όπως και να το κάνουμε, οι πνευματικοί που διαλέξαμε έχουν εμπειρία χρόνων. Αφού το επιτρέπει ο δικός μου πνευματικός, να γίνω ιερομόναχος στον κόσμο, ο οποίος έχει βγάλει πλειάδα μοναχών σε μοναστήρια, αυτό δεν είναι αρκετό για μένα; Διαφορετικά, υποθέτω ότι δεν θα μου έδινε ευλογία.

Δεν σκέφτομαι ότι θα είμαι το φως και θα οδηγήσω τον κόσμο στην σωτηρία. Ούτε ότι, από την πρώτη στιγμή της ιερωσύνης μου θα βγω να κηρύττω. Περνούν αρκετά χρόνια και ύστερα αναλαμβάνεις τα ινία, εφόσον σε κρίνει κατάλληλο ο επίσκοπός σου. Προσωπικά, ποτέ δεν με ενθουσίασαν ούτε οι σταυροί, αλλά ούτε και τα κουκούλια. Έπειτα κι εσείς, δώσατε στα καλογέρια σας επιγονάτια και σταυρούς. Θα ξέρετε, ότι στις μονές όμως μόνο ο ηγούμενος τα φοράει αυτά.

Ακόμα, ποιος μου εγγυάται ότι πηγαίνοντας σε μοναστήρι θα έρθει το αναμενόμενο αποτέλεσμα και ότι θα μείνω για όλη μου τη ζωή; Παράδειγμα, μοναχοί της μονής σας, ο π. Παντελεήμων που όχι μόνο έφυγε, αλλά τα “πέταξε” κιόλας! Εσείς πατέρα Νεκτάριε από πού ξεκινήσατε; Από τον κόσμο; Και πώς πήρατε τότε επάνω σας τόσες ψυχές, αφού δεν εγκαταβιώσατε πρώτα για πολλά χρόνια σε μοναστήρι;

- π. Νεκτάριος: Αγαπητό μου παιδί.
Αρχικά, για το θέμα της υπακοής έχω να σου πω τα εξής: Υπακοή όταν είσαι έξω στον κόσμο πρέπει να το καταλάβεις, δεν μπορείς να κάνεις. Κάποτε πίστευα κι εγώ, όταν ήμουν ως ιερομόναχος στον κόσμο, ότι έκανα υπακοή! Συνειδητοποίησα όμως κι ευτυχώς γρήγορα, ότι αυτό είναι μια απάτη του εαυτού μας, από την οποία πέρασα. Άλλη είναι η μοναχική υπακοή μέσα στο μοναστήρι και άλλη στον κόσμο. Το πρώτο είναι η ημέρα, το δεύτερο είναι η νύχτα. Έχει τεράστια διαφορά η ζωή στο κοινόβιο μοναστήρι από τη ζωή του διαμερίσματος, όπου η υπακοή είναι ανύπαρκτη έως υποτυπώδης. Απατηλή και όχι ουσιαστική υπακοή κατά τα Πατερικά πρότυπα.

Κάποτε, όταν ήμουν νέος, ξεγελούσα κι εγώ τον εαυτό μου, λέγοντας τα ίδια με σένα κι εγώ. Δεν ξεχνώ, ότι και ο δικός μου πνευματικός, που μου έδωσε και τη συμμαρτυρία, ήταν πολύ αυστηρός και άγιος άνθρωπος, αλλά ζούσε κι αυτός στον κόσμο. Δεν λέει κάτι η ευλογία του πνευματικού σε αυτές τις περιπτώσεις, που σε αφήνει έκθετο σε μια ζωή χωρίς υπακοή, γεμάτη κινδύνους… Το είδα, το έζησα πρώτος εγώ, αλλά και άλλοι ιερομόναχοι και Αρχιμανδρίτες που συνεχίζουν να ζουν στον κόσμο.

Αντίθετα στο κοινόβιο μοναστήρι η υπακοή έχει σταθερή συνέχεια, διαρκή έλεγχο, ζωντανό παράδειγμα, και συνδυάζεται με τον ησυχαστικό χαρακτήρα της ζωής και την προστασία από τις προκλήσεις του κόσμου. Γι’ αυτό το λόγο προσλαμβάνει μοναδική αξία και από τη φύση της, αποτελεί τη βάση για την πνευματική πρόοδο.

Στο δεύτερο θέμα που θέτεις, έχω να σου πω τα εξής: Όταν αναλαμβάνεις μια ενορία, είναι σαν να σε βάζουν στο πηδάλιο ενός αεροπλάνου, όπου πρέπει να ξέρεις να πιλοτάρεις, διαφορετικά αν δεν ξέρεις, δεν αναλαμβάνεις. Δεν είσαι παιδί μου, πλέον επιβάτης του αεροπλάνου, αλλά είσαι οδηγός ή συνοδηγός στο πιλοτήριο και πρέπει υποχρεωτικά να ξέρεις να οδηγείς, έστω και αν είναι άλλος ο πιλότος. Αντιλαμβάνεσαι πιστεύω, ότι το ιερό είναι το πιλοτήριο. Για τους ενορίτες σου θα είσαι εσύ οδηγός, έστω κι αν υπάρχει κι άλλος που οδηγεί…Σου θέτω δε και το εξής ερώτημα: Ο άλλος που λέει ότι είναι πιλότος, πού έμαθε κι αυτός να πιλοτάρει; Πιθανότατα, πουθενά κι εκείνος… Γι’ αυτό το λόγο το σκάφος έχει συνεχώς κλονισμούς και δείχνει να καταποντίζεται… Αν ξέραμε να οδηγούμε, η εκκλησία θα ήταν γεμάτη από αγίους όπως ήταν και παλαιότερα, ενώ τώρα; Δυστυχώς πόσο σπάνιο είναι στις ημέρες μας το παράδειγμα της αγιότητας. Κι αν παρουσιασθεί κάποιος άγιος, μέσα από Ιερά Μονή θα είναι…

Επίσης για το θέμα που μου γράφεις, ότι με την ευλογία του επισκόπου θα κάνεις ό,τι κάνεις και όταν εκείνος το επιτρέψει, θα επαναλάβω αυτά που είπα και προηγουμένως. Σέβομαι και τιμώ την αρχιεροσύνη και τους επισκόπους μας και πολύ τους ευλαβούμαι, όμως πρόσεξε αυτό που θα ρωτήσω: Νομίζεις ότι ξέρουν όλοι οι αρχιερείς να οδηγήσουν το σκάφος; Αν το οδηγούσαν σωστά, δεν θα ολισθαίναμε πνευματικά όπως συμβαίνει σήμερα. Θα είχε η Εκκλησία μας αγίους κληρικούς και πλήθος από αγίους λαϊκούς. Δε βλέπεις πόσο σπάνια ανακηρύσσονται πλέον άγιοι; Όσοι ανακηρύσσονται, ως προείπα, είναι μοναχοί από μονές… Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν έχει σήμερα η εκκλησία μας αγίους. Βεβαίως κι έχει, αλλά είναι πλέον ελάχιστοι, σε αντίθεση με τους πρώτους χριστιανικούς αιώνες.

Στο τρίτο θέμα σου αναφέρεσαι στους σταυρούς και τα κουκούλια. Δεν υποστηρίζω ότι δεν πρέπει να παίρνουν οι ιερομόναχοι μας οφίκια. Πρέπει όμως να προσέχουμε τα κίνητρα και τις διαθέσεις μας. Θα έχεις προσέξει λοιπόν ότι συχνά ασχολούμεθα μόνο με αυτά, διότι δεν έχουμε κάτι πνευματικότερο να κάνουμε... Έτσι, μιλούμε, ως γνωρίζεις, για πολλά επουσιώδη, ανώφελα, ακόμα και ψυχοφθόρα που συζητούνται εντός του ιερού, ξεχνώντας αυτό το οποίο υπηρετούμε, δηλαδή τον Χριστό μας και όσα μας ανυψώνουν πνευματικά.

Έπειτα με ρωτάς, ποιος σου εγγυάται ότι πηγαίνοντας σε κάποια ιερά μονή θα κατακτήσεις την αγιότητα και ότι θα γίνεις φως; Μα παιδί μου καλό, γιατί τότε γίνεσαι μοναχός; Για να γίνεις δαίμονας; Φαντάζομαι όχι. Ποθείς το Φως, αγαπάς το Φως και θέλεις να γίνεις φως. Γι’ αυτό πας στη μονή. Την εγγύηση αυτή, αν τηρήσεις την υπακοή και όλες τις υποσχέσεις σου, στη δίνει η Εκκλησία μας. Όλοι οι άγιοι Πατέρες ξεκάθαρα στο υπογράφουν. Τα εκατομμύρια των αγίων μοναχών που στολίζουν το πνευματικό στερέωμα της Εκκλησίας μας, όλοι αυτοί στο υπογράφουν. Ποιος άγιος ή Πατέρας της Εκκλησίας συμβουλεύει ότι ο ιερομόναχος μέσα στον κόσμο σώζεται; Ποια ορθόδοξη παράδοση προβάλλει ως πρότυπο μια τέτοια μορφή μοναχισμού; Άνοιξε όλα τα ιερά κείμενα και δεν θα βρεις πουθενά τέτοια προτροπή ή συμβουλή!

Βέβαια θα σου πω ότι και στον κόσμο αγίασαν κάποιοι ιερομόναχοι, αλλά ριψοκινδύνευσαν από μόνοι τους, διότι ουδείς άγιος τους το εγγυάτο. Και πάλι, αν εξετάσουμε, θα δούμε ότι είχαν αγαθό κίνητρο και σίγουρα αυτό δεν ήταν ότι δεν ήθελαν ή δεν μπορούσαν να ζήσουν σε μονή. Ο άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός, μετά από δεκαετίες στην υπακοή του μοναχικού βίου, πήρε ευλογία για να ξεκινήσει το σωτήριο έργο του στον κόσμο, θέτοντας σε κίνδυνο, όπως μαρτυρά ο ίδιος, την ψυχή του, για να βγάλει απ’ το σκοτάδι χιλιάδες ψυχές.

Εγγύηση για την αγιότητα είναι η μοναχική υπακοή και όχι η άρνησή της. Οι εξαιρετικές περιπτώσεις δεν μπορούν να προβληθούν ως κανόνας και παράδειγμα για έναν αρχάριο που αφιερώνεται στον Κύριο. Αν ξέρεις ότι έπαθες έμφραγμα καρδιάς, σε ποιο νοσοκομείο θα πας; Φυσικά θα πας εκεί που θα σου εγγυηθούν ότι θα πετύχει η εγχείρησή σου. Δεν θα πας κάπου που οι πιθανότητες είναι 5%, έτσι δεν είναι; Πώς φροντίζουμε όμως για την σωτηρία του σώματός μας και για την ψυχή μας ψάχνουμε να βρούμε δικαιολογίες; Το ίδιο έκανα δυστυχώς κι εγώ ως νέος. Δοξάζω τον Κύριό μου, που δεν με εγκατέλειψε και βρήκα το δρόμο και πάλι της μονής.

Στο τελευταίο θέμα σου ήδη κάνεις τον δάσκαλο. Μου γράφεις τι θα έπρεπε να έκανα, τι θα πρέπει να κάνω κτλ. Δεν σε παρεξηγώ, γιατί στην ηλικία σου και λίγο μεγαλύτερος ακόμη κι εγώ το ίδιο έκανα. Αλλά ήταν και είναι λάθος μου. Κάποτε τα λάθη μας, αδελφέ μου, πρέπει να τα αναγνωρίζουμε και να τα λέμε, για να προλαβαίνουμε τους νεότερους, αν αγαπάμε την Εκκλησία μας και την θέλουμε ψηλά. Θέλουμε μια Εκκλησία ζώσα, ή μια Εκκλησία που να γίνεται εξαιτίας μας περίγελος του κόσμου; Σου γράφω με αυτό το σκεπτικό και αυτό το πνεύμα, για να μην επαναλαμβάνονται τα λάθη που κάναμε εμείς οι παλαιότεροι. Αν και δεν είμαι πολύ παλαιός, αφού είμαι 51 ετών σήμερα, πιστεύω ότι πρέπει να βοηθήσουμε εσάς που θέλετε να γίνετε μοναχοί, να τα μάθετε σωστά, για να μπορέσει η Εκκλησία μας να στέκει ψηλά στα μάτια του λαού μας. Αυτό θα γίνει όμως μόνο αν πρώτα εμείς γίνουμε άγιοι· έπειτα, έχοντας αγίους μοναχούς, αγίους κληρικούς και αγίους επισκόπους, ο λαός θα γίνει περιούσιος λαός του Χριστού μας. Θα αποκτήσουμε και πάλι τότε νέφη αγίων.

Λοιπόν, τα λάθη που έκανα εγώ, πιστεύεις ότι πρέπει να τα κάνεις κι εσύ; Αν αρνούμαστε να τα παραδεχθούμε, τότε τα λάθη μας δεν μας διδάσκουν, δεν μας βοηθούν… Ειλικρινά, λυπάμαι για τα λάθη μου. Αν γνώριζα τότε την αξία του κοινοβίου μοναστηριού και το σκοπό για τον οποίο γίνεται κάποιος μοναχός, σε βεβαιώνω ότι από την αρχή θα πήγαινα και θα έμενα για πάντα σε μονή. Βέβαια, η αλήθεια είναι ότι πήγα, αλλά δυστυχώς με έβγαλαν έξω η τότε ανωριμότητά μου και το νεανικό σκεπτικό μου, που μου έλεγε ότι μπορώ να διακονήσω την Εκκλησία καλύτερα μέσα από μια ενορία. Αλλά και να προσφέρω έργο στην κοινωνία!

Αυτά δυστυχώς με συμβούλευαν τότε διάφοροι, καλοί κατά τα άλλα και εργατικοί ιερομόναχοι. Έτσι, στην ηλικία σου απέκτησα το ίδιο σκεπτικό που έχεις κι εσύ και πολλοί από τους ποθούντες σήμερα το αγγελικό σχήμα… Αυτά δυστυχώς όμως συμβαίνουν όταν τυφλοί οδηγούν τυφλούς, όπως έχω προαναφέρει. Έτσι δημιουργήθηκε το σύγχρονο μόρφωμα του ιερομόναχου στον κόσμο ή του “άγαμου κληρικού”, παρόμοιο με το πρότυπο των παπικών, που εμφανίζει τόσα προβληματικά φαινόμενα και έχει συχνά τραγικές καταλήξεις.

Τέλος, αν και δεν νομίζω ότι πρέπει να αναφερθώ σε μοναχούς που δεν τήρησαν τις υποσχέσεις τους και εγκατέλειψαν την ιερά μονή τους, θα το κάνω, διότι ελπίζω ότι θα σε βοηθήσουν κι εδώ τα λόγια μου. Το πρώτο κοινόβιο “μοναστήρι” το συναντούμε στον Ιησού Χριστό με τους δώδεκα μαθητές του. Πρώτος Ηγούμενος ο Χριστός μας, πρώτοι μοναχοί οι δώδεκα Απόστολοι. Μήπως όμως φταίει ο Χριστός που ο Ιούδας “πέταξε τα ράσα” του και πρόδωσε το διδάσκαλό του;

Μήπως φταίει ο Χριστός για τον Πέτρο που αρνήθηκε τον Κύριό του και μαζί το αποστολικό του αξίωμα; Άπαγε της βλασφημίας! Αν ο Ιούδας και ο Πέτρος τηρούσαν υπακοή και έκαναν ό,τι τους έλεγε ο Κύριος, τότε θα παρέμεναν συνεχώς κοντά στον Κύριό τους. Το ίδιο λοιπόν συμβαίνει και σε όλες τις μετέπειτα ιδρυθείσες ιερές μονές.

Παιδί μου, όταν οι μοναχοί υπακούουν και κάνουν ό,τι τους λέει ο γέροντάς τους, τότε προοδεύουν πνευματικά. Όταν όμως δεν ακούν και κάνουν το ίδιο θέλημα και το εγώ τους, τότε χάνονται όπως και ο Ιούδας. Σκέφτηκες ποτέ, γιατί σε μια μονή άλλοι προχωρούν πνευματικά και άλλοι πέφτουν; Απλά, οι μεν είναι υπάκουοι και ακολουθούν τη φωνή του γέροντά τους και οι άλλοι κάνουν το ίδιον θέλημα. Κάνουν κάποια στιγμή το ίδιο λάθος που έκαναν και ο Αδάμ με την Εύα και βρέθηκαν εκτός παραδείσου.

Τέτοιο είναι και το παράδειγμα του δικού μας μοναστηριού, στο οποίο αναφέρεσαι. Ο συγκεκριμένος ρασοφόρος μοναχός είχε πνευματική πρόοδο, μέχρι που αποφάσισε ο ίδιος να αθετήσει την υπακοή του. Αναχώρησε για άλλη μονή και αφού σε σύντομο χρονικό διάστημα άλλαξε άλλα τρία μοναστήρια, κατέληξε ν’ αποβάλει το ράσο του... Αυτή η κατάληξη, όπως καταλαβαίνεις, οφείλεται στην αποφυγή της υπακοής, στο γέροντά του και επήλθε σαν συνέπεια του θελήματός του.

Το ίδιο όμως συμβαίνει και στις ενορίες. Γιατί άλλοι ενορίτες προοδεύουν πνευματικά και άλλοι χάνουν την ψυχή τους; Τον ίδιο ιερέα δεν έχουν; Απλά, οι μεν προσέχουν και υπακούουν στα λόγια του ιερέα τους, στα λόγια του Ευαγγελίου, οι δε κάνουν το δικό τους. Κάνουν το ίδιον θέλημα, που μας απομακρύνει από το θέλημα του Θεού. Αυτό συμβαίνει όμως λόγω του εγωισμού μας, ο οποίος δημιουργεί το θέλω, την αυτοπεποίθηση, την εμπιστοσύνη στην προσωπική άποψη, στην γνώμη και άλλα πολλά μη ωφέλιμα…

Ακούμε καθημερινά κληρικούς και λαϊκούς από τα Μ.Μ.Ε. να επικαλούνται την “γνώμη τους” σε πνευματικά θέματα. Από πού προέρχονται όλα αυτά; Από το ίδιον θέλημα, από τον εγωισμό μας. Πώς θα απαλλαγούμε απ’ όλα αυτά, για να είμαστε ξανά με τον Ιησού; Υπάρχει στον Επίσκοπο, ή τον ιερομόναχο, στον μοναχό, στον κληρικό, στον χριστιανό προσωπική άποψη και γνώμη; Δεν έχουν την ίδια γνώμη με τον Χριστό και τους αγίους; Είναι δυνατόν να έχουν προσωπική άποψη; Τι μαρτυρεί αυτό; Εγωισμό και ίδιον θέλημα…

Παιδί μου. Οι άγιοι, μας δείχνουν δύο δρόμους, τον Μοναχισμό σε μοναστήρι, (διότι μοναχισμός εκτός μονής δεν υπάρχει) και το μέγα Μυστήριο του Γάμου. Αυτή είναι η Πατερική παράδοση της Εκκλησίας. Δεν είναι γνώμη δική μου, γιατί αν ήταν δική μου ποιος της έδινε σημασία; Λοιπόν, ή ακολουθούμε τη γνώμη των αγίων και πράττουμε σωστά, ή πράττουμε λάθος, κάνοντας το ίδιον θέλημα και μετανοούμε μετά! Όπως, ευτυχώς, πρόλαβα κι εγώ και αντελήφθην το λάθος μου. Αρκεί ο Κύριος να μας δώσει καιρό μετάνοιας, διότι αν στο ενδιάμεσο φύγουμε από αυτή την ζωή, δεν θέλω τότε να σκέφτομαι τι μπορεί να συμβεί στον μοναχό ή στον ιερομόναχο που ζούσε μέσα στον κόσμο!

Δες ότι και ο όσιος Γέροντας Πορφύριος, ξεκίνησε κι αυτός από παιδί σε μοναστήρι και τελικά έφτιαξε δικό του μοναστήρι και τότε έφυγε πάλι από τον κόσμο. Μάλιστα, πριν φύγει κι από την ζωή αυτή, ζήτησε να τον πάνε να ζήσει ξανά μέσα στο Άγιον Όρος, εκεί απ’ όπου ξεκίνησε κι έζησε στα πρώτα του χρόνια. Αυτό, δεν πρέπει κάτι να πει στην ψυχή μας; Σε διαβεβαιώνω ότι επειδή τον γνώρισα προσωπικά και γεύτηκα την χριστομίμητο αγάπη της καρδιά Του όπως και τόσες χιλιάδες άνθρωποι που τον γνώρισαν, οι κινήσεις του αυτές μου είπαν πάρα πολλά. Μακάρι να με καταλάβεις. Προσωπικά, ευχαριστώ και δοξάζω τον Θεό, που δεν με πήρε από τη ζωή όταν ήμουν μέσα στον κόσμο. Μέγα κι άγιο το όνομά Του και μεγάλη Του η αγάπη, που την είδα και την βλέπω καθημερινά στο αμαρτωλό πρόσωπό μου.

Εύχομαι και προσεύχομαι να μην κλάψει κανείς ιερομόναχος του κόσμου όπως έκλαψε πικρώς έξωθεν του παραδείσου ο Αδάμ. Μακάρι να καταλάβεις τα όσα οι θεόπτες άγιοι είπαν και έκαναν για εμάς τους μοναχούς. Μακάρι να τους ακούσεις, για να βάλεις σωστά θεμέλια και να προχωρήσεις στο βίωμα του θείου έρωτα, μέσα από την υπακοή που γεννά την ταπείνωση και οδηγεί προς την αγιότητα. Κτίζοντας το οικοδόμημα της ειρήνης του Θεού στην καρδιά σου με την Χάρη Του, εύχομαι να γίνεις αιτία σωτηρίας για πολλές ψυχές, αλλά πρωτίστως να μορφωθεί στην δική σου καρδιά ο Χριστός.

- Νέος: π. Νεκτάριε, τι θα γίνει με όλους τους Αρχιμανδρίτες που ζουν σήμερα έξω στον κόσμο και έχουν αναλάβει ποιμαντικό έργο σε διάφορες ενορίες; Μπορούν αυτοί να ζήσουν τώρα μέσα σε μοναστήρι;

- π. Νεκτάριος: Αγαπητό μου παιδί.
Ενός κακού μύρια έπονται. Όπως είναι η σημερινή κατάσταση δύσκολα οι ιερομόναχοι πού έχουν μάθε να ζουν στον κόσμο και εντός διαμερισμάτων, μπορούν να επιστρέψουν στις ιερές μονές τους.
Η συνήθεια είναι δεύτερη φύση του ανθρώπου και δύσκολα αποβάλλεται, αλλά υπάρχουν και άλλα προβλήματα πού καλούμεθα να αντιμεπωπίσουμε. Διότι οι ιερομόναχοι έχουν συνηθίσει πλέον σε έναν άλλο τρόπο καθημερινής ζωής, πού θέλει μεγάλες προσπάθειες για να επανενταχθούν σε ένα ιερό κοινόβιο. Δοξάζω τον Θεό διότι προσωπικά έζησα εκτός κοινοβίου λιγότερο από 10 χρόνια, με αποτέλεσμα η επανένταξή μου εντός κοινοβίου να μην με δυσκολέψει.

Υπάρχουν όμως αρχιμανδρίτες έξω στον κόσμο που ζουν πολλές δεκαετίες και έχουν δημιουργήσει υποχρεώσεις. Άλλοι εξ αυτών έχουν αγοράσει κάποιο σπίτι ή αυτοκίνητο με δάνειο, άλλοι ανέλαβαν τους γέροντες γονείς τους. Άλλοι διέρχονται ήδη την 3η ηλικία με προβλήματα υγείας, ποιος θα θελήσει τώρα να τους γηροκομήσει, όταν μάλιστα με την απόλυση από την εφημεριακή θέση πού κατέχουν τώρα θα χάσουν μισθό, εφάπαξ και σύνταξη; Πολλά τα προβλήματα, πού πρέπει όμως ν’ αντιμετωπιστούν. Υπάρχει όμως λύση. Όσοι αρχιμανδρίτες - ιερομόναχοι είναι 40 ετών και κάτω, έχουν την δυνατότητα και τον χρόνο να επανενταχθούν στις ιερές μονές τους. Όσοι είναι πάνω από 40 ετών, αυτοί θα πρέπει να παραμείνουν, κακώς μεν, στις θέσεις τους λόγω όλων των προαναφερθέντων προβλημάτων. Από εδώ και στο εξής, όσοι θέλουν να ακολουθήσουν την άγαμη και αφιερωμένη ζωή στον Κύριο ως μοναχοί ή ιερομόναχοι, να γνωρίζουν ότι θα εγκαταβιώνουν μόνο εντός των ιερών μονών τους αφού επέλεξαν το μοναχικό βίο για να κατακτήσουν το Φως που είναι ο Χριστός.

Αγαπητό μου παιδί είναι ανάγκη να γίνει επιτέλους μια σωστή αρχή, αν θέλουμε αγίους κληρικούς.

Αρχιμανδρίτου Νεκταρίου Μουλατσιώτη
Γέροντος Ιεράς Μονής Αγίου Αυγουστίνου Ιππώνος & Αγίου Σεραφείμ του Σάρωφ
Τρίκορφο Φωκίδος

πηγή : Ιερά Μονή Αγίου Αυγουστίνου Ιππώνος
& Αγίου Σεραφείμ του Σάρωφ
Τρίκορφο Φωκίδος
http://www.freemonks.gr