Τρίτη 20 Αυγούστου 2013

Τα πρώτα ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα της Κωνσταντινούπολης

Τα πρώτα ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα της Κωνσταντινούπολης



Τα πρώτα ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα της Κωνσταντινούπολης


ΤΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΤΗΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΗΣ ΤΩΝ ΜΕΣΩΝ ΧΡΟΝΩΝ

Κεφάλοαιο Β'
Τα πρώτα ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα.
      Αν και κάποιοι13 δέχονται πως ο Μ. Κωνσταντίνος πρέπει να μερίμνησε για την ανώτατη εκπαίδευση στην Κωνσταντινούπολη, δυστυχώς, δεν μας σώζεται τέτοια πληροφορία στις πηγές, ούτε από τον βιογράφο του Ευσέβιο Καισαρείας. Μπορούν, βέβαια, να γίνουν κάποιες ασφαλείς υποθέσεις, όπως για παράδειγμα, ότι στην νέα πρωτεύουσα του κράτους πρέπει να συγκεντρώθηκαν φημισμένοι διδάσκαλοι της εποχής, ότι ο νέος διοικητικός μηχανισμός απαιτούσε εκπαιδευμένα στελέχη, ότι εκπαιδευτικό σύστημα προϋπήρχε στο Βυζάντιο παρόμοιο με τα αντίστοιχα άλλων πόλεων της αυτοκρατορίας, αλλά όλα αυτά είναι υποθέσεις. Από την άλλη, το σύντομο χρονικό διάστημα που μεσολάβησε από τα εγκαίνια της πόλης (330) μέχρι τον θάνατο του ιδρυτή της (337), μάλλον δείχνει ότι ο μ. Κωνσταντίνος δεν πρόλαβε να πράξει κάτι προς αυτήν την κατεύθυνση.
      Κρατική μέριμνα για την ανώτατη εκπαίδευση στην Κωνσταντινούπολη ελήφθη την εποχή του διαδόχου του Κωνστάντιου Β' (337-361). Στα χρόνια του αυτοκράτορα αυτού, ιδρύθηκε το πρώτο γνωστό πανεπιστημιακό ίδρυμα, το «Μέγα Διδασκαλείον», το οποίο στεγάστηκε στο Καπιτώλιο. Ταυτόχρονα δημιουργήθηκε κέντρο αντιγραφής χειρογράφων, όπως μας πληροφορεί ο Θεμίστιος στον Δ' λόγο που εκφώνησε προς τιμήν του Κωνστάντιου, την 1η
Ιανουαρίου του 357. Η προσφορά αυτού του αντιγραφικού κέντρου ήταν σημαντικότατη για την διατήρηση των αρχαίων κειμένων. Ήταν η εποχή της μεταγραφής των κειμένων από τα ειλητάρια παπύρου σε κώδικες περγαμηνής. Η δημιουργία του πανεπιστημιακού ιδρύματος προϋποθέτει, όχι όμως αναγκαστικά, την ύπαρξη βιβλιοθήκης. Από την άλλη η ύπαρξη του αντιγραφικού κέντρου, προϋποθέτει συλλογές χειρογράφων και οδηγεί στην δημιουργία της. Με τα δύο παραπάνω συμπεραίνουμε την ίδρυση κρατικής βιβλιοθήκης στην Κωνσταντινούπολη από τον Κωνστάντιο, ενώ κάποιοι την ανάγουν στην εποχή του Μ. Κωνσταντίνου. Αυτό επιβεβαιώνεται και από τον εμπλουτισμό την εποχή του Ιουλιανού του Παραβάτη, με έργα που προέρχονταν από την βιβλιοθήκη του Γεωργίου του Καππαδόκη14 και από την προσωπική συλλογή του αυτοκράτορα.

       Σημαντικά μέτρα για την ανάπτυξη του Πανεπιστημίου (auditorium Capitolii) έλαβε ο Θεοδόσιος Β' (408-450), ίσως καθ' υπόδειξιν της συζύγου του Ευδοκίας15. Με το διάταγμα της 30 Νοεμβρίου 414 μ.Χ. κατοχυρώθηκαν τα προνόμια των καθηγητών του Πανεπιστημίου16. Με το διάταγμα που εκδόθηκε στις 27 Φεβρουαρίου 427 διαχωρίζονταν οι διδάσκαλοι σε δημόσιους και ιδιωτικούς. Αφ' ενός απαγορευόταν η δημόσια διδασκαλία στους ιδιωτικούς διδασκάλους, αφ' ετέρου απαγορευόταν σε καθηγητές του Πανεπιστημίου να παραδίδουν ιδιωτικά μαθήματα. Σε αντίθετη περίπτωση καταργούνταν τα προνόμιά τους. Επίσης απαγορεύτηκε οποιαδήποτε διδασκαλία σε δημόσιες αίθουσες, εκτός αυτών του Πανεπιστημίου17. Στην συνέχεια καθορίστηκαν οι έδρες διδασκαλίας. Σε σύνολο 31 καθηγητών, οι 16 δίδασκαν ελληνική φιλολογία, γραμματική, φιλοσοφία, ρητορική, ενώ 15 λατινική φιλολογία, γραμματική και νομική18.
       Πρόβλημα τοπογραφίας του Πανεπιστημίου δημιουργεί η διάταξη XV.1.53. Ενώ στις προηγούμενες διατάξεις  έχουμε το auditorium Capitolii, για το οποίο ο έπαρχος πρέπει να μεριμνήσει, ώστε να παραχωρηθεί ξεχωριστεί αίθουσα σε κάθε έδρα (XIV.9.3), η παραπάνω διάταξη αναφέρεται σε μια απροσδιόριστη τοποθεσία, όπου οι εξέδρες της βόρειας στοάς έπρεπε να παραχωρηθούν για διδασκαλία, μαζί με τις εξέδρες ανατολικής και δυτικής στοάς19. Έχει, λοιπόν, υποτεθεί, ότι αρχικά το ίδρυμα στεγαζόταν στην Βασιλική, και μεταφέρθηκε στο Καπιτώλιο το 425 μ.Χ. Στη συνέχεια επανήλθε στη Βασιλική, ακριβέστερα στο Οκτάγωνον ή Τετραδήσιον Οκτάγωνον, μέχρι που κάηκε το 532 μ.Χ. κατά τη Στάση του Νίκα20.
      Έχει γίνει η υπόθεση, ότι ένας από τους σκοπούς του «Μεγάλου Διδασκαλείου» ήταν να υποκαταστήσει την Ακαδημία των Αθηνών στην εκπαίδευση, να δημιουργήσει ένα χριστιανικό αντίβαρο της ειδωλολατρικής σχολής21. Μ' αυτήν την άποψη δεν συνάδει το γεγονός, της απόδοσης μίας μόνο έδρας φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο. Πραγματικά, αν πρόθεση της κυβέρνησης ήταν να υποβαθμίσει τον ρόλο της αθηναϊκής σχολής, στο γνωστικό αντικείμενο της φιλοσοφίας, θα έδινε πολύ περισσότερες έδρες στην διδασκαλία της, και φυσικά θα προσπαθούσε να συγκεντρώσει  φημισμένους δασκάλους, που θα προσέλκυαν μαθητές απ' όλη την αυτοκρατορία. Κάτι τέτοιο, όμως δεν έγινε, αντίθετα στην φιλοσοφία δόθηκε μία μόνο έδρα, ενώ τα άλλα μαθήματα που διδάσκονταν, μας πείθουν ότι επρόκειτο για σχολή δημόσιας διοίκησης. Σκοπός, δηλαδή, της κυβέρνησης ήταν να μορφώσει τα μελλοντικά στελέχη της. Από την άλλη η Ακαδημία των Αθηνών, η οποία καμιά σχέση δεν είχε με την Ακαδημία του Πλάτωνα, αλλά είχε ιδρυθεί από τον Πλούταρχο τον Διάδοχο (πεθ. 431/2) - ήταν πιθανότατα το σπίτι του - 750 χρόνια μετά τον Πλάτωνα, δίδασκε μόνο φιλοσοφία, για την ακρίβεια νεοπλατωνική φιλοσοφία. Την εποχή αυτή (425) ο πιο φημισμένος καθηγητής της, ο Πρόκλος (412-485) είτε βρισκόταν ακόμη στην Κωνσταντινούπολη, είτε είχε ξεκινήσει για την Αλεξάνδρεια. Συνεπώς η νεοσύστατη Ακαδημία στηριζόταν στην φήμη της Αθήνας, ως κέντρου φιλοσοφικών σπουδών και δεν είχε δημιουργήσει ακόμη η ίδια, τη φήμη που θα αποκτούσε αργότερα, επί σχολαρχείας Πρόκλου (430-485). Φήμη που στηρίζονταν στην εξάσκηση μαγικών-μυστικιστικών τελετών, ως πρακτική της νεοπλατωνικής φιλοσοφίας ήδη από την εποχή του Ιάμβλιχου (245-325). Είναι σίγουρο, ότι σ' αυτό το τελευταίο κανένας αυτοκράτορας δεν θα ήθελε το Πανεπιστήμιο να συναγωνιστεί την Ακαδημία.
       Ο Ιουστινιανός (527-565) μετονόμασε το «Μέγα Διδασκαλείον» σε «Οικουμενικόν Διδασκαλείον». Το πρώτο συνθετικό του όρου θα επιδράσει αργότερα στην λατινική του μορφή (universitas) των Πανεπιστημίων με πρώτο αυτό της Μπολόνια το 1088 μ.Χ. Ο αυτοκράτορας αυτός έριξε το βάρος της εκπαιδευτικής πολιτικής του στην νομική παιδεία και αναδιοργάνωσε το πρόγραμμα σπουδών. Η νομική από έδρα έγινε ξεχωριστή σχολή με 4 έδρες καθηγητών (antecessors) και 5-ετή φοίτηση. Το πρόγραμμα διδασκαλίας είχε ως εξής:
           1ο έτος - Εισηγήσεις, 1ο μέρος του Πανδέκτη
           2ο έτος - 2ο μέρος Πανδέκτη
           3ο έτος - 3ο μέρος Πανδέκτη
           4ο έτος - 4ο & 5ο μέρος Πανδέκτη και κατ' ιδίαν διδασκαλία
           5ο έτος - Ιουστινιάνειος Κώδικας
Οι μαθητές χωρίζονταν σε κατηγορίες αναλόγως του έτους σπουδών, έτσι
           Οι πρωτοετείς καλούνταν Dupondi ή Justiniani Novi
           Οι δευτεροετείς, Edictales
           Οι τριτοετείς, Papinianistae,
           Οι τεταρτοετείς, Προλύται,
           Οι πενταετείς, Λύται.
       Το «Οικουμενικόν Διδασκαλείον» ενεπρύσθη το 532 μ.Χ. κατά την διάρκεια των ταραχών της Στάσης του Νίκα. Μεταφέρθηκε ξανά στο Καπιτώλιο.
       Από το έργο του Θεοφύλακτου Σιμοκάττη πληροφορούμαστε έμμεσα, ότι το Πανεπιστήμιο έκλεισε την περίοδο διακυβέρνησης του Φωκά22. Στον διάλογο μεταξύ Ιστορίας και Φιλοσοφίας, που προτάσσει ο Θεοφύλακτος στο έργο του, η Φιλοσοφία ως μήτηρ ρωτά την κόρη της Ιστορία, πως συνέβη και αναγεννήθηκε, ενώ στην προηγούμενη περίοδο της βασιλείας του Φωκά, ήταν νεκρή. Συγκεκριμένα για τον εαυτό της αναφέρει ότι εξοστρακίσθηκε από την βασιλική στοά, αλλά την επανέφερε η δυναστεία των Ηρακλειδών. Το ίδιο έμμεση είναι και η πληροφορία που μας δίδει η Ιστορία, η οποία αναφέρει ως σωτήρα της τον «αρχιερέα και πρόεδρον όλης της οικουμένης», «τον ιεροφάντην της μεγαλόνοιας», χαρακτηρισμοί που υπονοούν τον πατριάρχη Σέργιο23. Από το κείμενο μπορούμε να υποθέσουμε, όχι όμως με ασφάλεια, την συνδρομή της Εκκλησίας, στην επαναλειτουργία του Πανεπιστημίου, όπως και αν την εννοεί κάποιος. Αν και το κλείσιμο του Πανεπιστημίου αμφισβητείται, το σίγουρο είναι ότι ο Φωκάς ακολούθησε κάποια συγκεκριμένη πολιτική, έλαβε συγκεκριμένα μέτρα, κι έγινε λαομίσητος. Η αντιπάθεια των πολιτών δεν ήταν αόριστη, και αυτό καταγράφηκε ευρηματικά σε κείμενα όπως αυτό του Σιμοκάττη. Δεν είναι απλώς μια κάποια γλαφυρότητα στο ύφος ενός ιστορικού που γράφει στα χρόνια του Ηρακλείου.
       Για την δύσκολη εποχή που ακολούθησε, αναφέραμε την επαναλειτουργία του Πανεπιστημίου, από τον Ηράκλειο. Ως καθηγητής της φιλοσοφίας και των θετικών επιστημών (τετρακτυς) αναφέρεται ο Στέφανος ο Αλεξανδρέας24. Ο εν λόγω καθηγητής φέρεται να είναι ο συγγραφέας ενός αλχημιστικού εγχειριδίου εννέα λόγων (πράξεων)25, γνωστού ως Πραγματεία της ιεράς τέχνης της του χρυσού ποιήσεως. Ίσως, για τις γνώσεις του αυτές να τον προσκάλεσε ο Ηράκλειος στην Κωνσταντινούπολη, σε μια περίοδο οικονομικής κρίσης, και έλλειψης χρυσού. Δεν αναφέρεται αν τα πειράματά του απέδωσαν τα επιθυμητά αποτελέσματα. Εξάλλου η αλχημεία ήταν μια θεωρητική επιστήμη, που στηρίζονταν σε φιλοσοφικές αρχές και η πειραματική αποτυχία δεν την πτοούσε, όπως και η αστρολογία. Αν ο Στέφανος ο Αλεξανδρεύς ταυτίζεται με τον Στέφανο τον Μαθηματικό, τότε είναι και ο συντάκτης ενός ωροσκόπιου του Ηρακλείου, που προέβλεπε ότι ο αυτοκράτορας θα πέθαινε από το νερό και του δημιούργησε την γνωστή υδροφοβία26.
      
Άλλος «οικουμενικός διδάσκαλος» της εποχής αναφέρεται ο Γεώργιος Χοιροβοσκός, ο οποίος δίδασκε γραμματική και φιλολογία. Από τα έργα του έχουν σωθεί Σχόλια στους Κανόνες του Θεοδοσίου, μαθήματα για το Ονοματικόν του Ηρωδιανού και το Ρηματικόν του Απολλωνίου του Δύσκολου και αποσπάσματα μαθημάτων στην Τέχνη του Διονυσίου του Θρακός27. Αυτό το τελευταίο έργο χρησιμοποιήθηκε σε όλη την διάρκεια της αυτοκρατορίας. Έπαιξε σημαντικό ρόλο την περίοδο της Αναγέννησης, καθώς υπήρξε βοήθημα, τόσο του Κωνσταντίνου Λάσκαρι, όσο και του Ουρβανού de Belluno, για την σύνταξη της ελληνικής γραμματικής των νεοτέρων χρόνων28

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου